«η ριζοσπαστική αριστερά πρέπει να έχει επίγνωση και
να φυλάγεται από δύο κινδύνους που ενδέχεται να προκύψουν όσον αφορά το από 'δω και πέρα. Ο πρώτος έχει να κάνει με μια
επίμονη προσπάθεια συγκρότησης κακέκτυπων Συντάγματος
σε όλη την ελλαδική επικράτεια (ως παλιό δοκιμασμένο κόλπο),
ανεξαρτήτως κοινωνικής διαθεσιμότητας»
Των Θοδωρή Λάδη και Πέτρου Δράτσα(*)
Είναι ορατό ότι η πρώτη φάση του κινήματος των πλατειών φαίνεται να κλείνει με τις πλατείες να είναι γεμάτες νέα ερωτήματα. Με βάση αυτά, ανάλογες προσπάθειες για απάντηση πρέπει να γίνουν όσον αφορά τον ρόλο της ριζοσπαστικής Αριστεράς, των παραδοσιακών μορφών πάλης και των πολιτικών προταγμάτων που πρέπει να μπουν από δω και πέρα.
Αρχικά πρέπει να διασαφηνιστεί ότι είναι εξαιρετικά ελλιπές να προσδιορίζουμε το κοινωνικά χρήσιμο πολιτικό υποκείμενο στο σήμερα όχι με βάση το τωρινό πλαίσιο των κοινωνικών συγκρούσεων αλλά βάζοντας στεγανά από αντιλήψεις πολιτικών μορφωμάτων του παρελθόντος. Ξεκινώντας δηλαδή μια ανάλυση για το κίνημα των πλατειών βάσει π.χ. των πλατιών ενωτικών δομών του ΕΑΜ ή της λαϊκής απεύθυνσης της ΕΔΑ, που πολλά κομμάτια της αριστεράς ακολουθούν ως αναλυτική συμπερασμάτων, οδηγούμαστε σε επιπόλαια και δογματικά συμπεράσματα στο σήμερα. Αυτή η προσέγγιση και μόνο αποφεύγει να αναλύσει τη σημερινή συγκυρία της ταξικής πάλης και δεν στοιχειοθετεί με ξεκάθαρους όρους τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που οφείλει να έχει μια πολιτική οργάνωση για να ανταπεξέλθει σε αυτή.
Στις πλατείες αναδείχθηκε ένα κομμάτι της ριζοσπαστικής αριστεράς, που αντιλαμβάνεται τους "ρυθμούς"των πλατειών, παλεύοντας τις πολιτικές του προτάσεις μέσα από την ίδια την καθημερινή πρακτική. Μέσα από την ίδια την πρακτική είδαμε να παράγεται ιδεολογία και αυτό εκφράστηκε με την αλλαγή των συνειδήσεων των ανθρώπων αυτών, που ενώ αρχικά μιλούσαν για "προδομένη πατρίδα", μετά από 30 μέρες έκαναν λόγο για δημοκρατία και διεθνιστική αλληλεγγύη των εργαζομένων. Αποτυπώθηκε στην αλλαγή της συνθηματολογίας με την πάροδο του χρόνου, η οποία αποκτούσε όλο και περισσότερες ταξικές και πολιτικές αναφορές (ανάδειξη εξουσιαστικού ρόλου του κράτους κυρίως μετά τις μέρες καταστολής).
Η πραγματικότητα του κινήματος των πλατειών ανέδειξε μια αριστερά που συνδέεται με τα κινήματα, μαθαίνει από αυτά και προτάσσει μέσα από αυτά πολιτικό σχεδιασμό με συγκροτημένα πολιτικά χαρακτηριστικά, γιατί γενικά δεν ενστερνίζεται μια αντίληψη που λέει ότι ο λαός έχει πάντα δίκιο ούτε παρασύρεται από τον κοινωνικό αυθορμητισμό.
Η Λαϊκή Συνέλευση μάλιστα ήταν ο καταλύτης σε όλα τα παραπάνω, δίνοντας πολιτικά χαρακτηριστικά στη μεγάλη κοινωνική διαθεσιμότητα. Μέσα από μια επίπονη διαδικασία κοινωνικών ζυμώσεων προέκυψε ένα συνολικό πολιτικό πλαίσιο (κι όχι ένα έτοιμο πρόγραμμα εξουσίας για αύριο) που επικεντρώνει σε έναν άμεσο, κεντρικό πολιτικό στόχο (να φύγει η κυβέρνηση) και πλαισιώνεται από αξιακά αιτήματα που στοιχειοθετούν την κοινωνία που οραματιζόμαστε. Αυτή η λογική συγκρότησης πολιτικού πλαισίου δεν ενισχύει το απολίτικο ενός κινήματος. Αντιθέτως τη συναντάμε αν ανατρέξουμε σε ιστορικά παραδείγματα νικηφόρων κοινωνικών εξεγέρσεων και κοινωνικών μετώπων του παρελθόντος. Χαρακτηριστικά (αξίζει να) θυμόμαστε ότι η Ρώσικη Επανάσταση στήθηκε πάνω στο αίτημα «ψωμί στον λαό» και «έξω από τον πόλεμο» και ότι αντίστοιχα, εγχειρήματα της Λατινικής Αμερικής, όπως το κίνημα των ακτημόνων στη Βραζιλία ή των «κοκαλέρος» στη Βολιβία ακολούθησαν την ίδια μορφή.
Στη διάρκεια μάλιστα διαμόρφωσης του πολιτικού πλαισίου ηττήθηκε σε μεγάλο βαθμό η αντίληψη που θεωρεί πως η πολιτική γίνεται μόνο μέσω εκφώνησης ή κατάθεσης συνολικών λύσεων για όλα τα ζητήματα και απαντήσεων σε όλα τα ερωτήματα (πλατφορμισμός). Αποδείχτηκε δηλαδή για άλλη μια φορά πως δεν υπάρχουν έτοιμες συνταγές για τα μαγειρεία του μέλλοντος και σχέδια μέχρι τελευταίας σπιθαμής για τον άλλο κόσμο που διεκδικούμε, παρά μόνο η υλική διεκδίκηση και πραγμάτωσή του στο σήμερα.
Με γνώμονα αυτό και αν αναλογιστούμε ότι οι σημερινές συνθήκες δεν αντανακλούν συνθήκες αστικής κανονικότητας, αλλά μια προσπάθεια συνολικής καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης που υλοποιείται με ένα κράτος εκτάκτου ανάγκης, δημιουργείται μια νέα κατάσταση. Μια κατάσταση η οποία καθιστά άκαρπη οποιαδήποτε προσπάθεια συγκρότησης αντιστάσεων στους κοινωνικούς χώρους που περιορίζονται αποκλειστικά στη διεκδίκηση επιμέρους αιτημάτων και δεν πλαισιώνονται από ένα συνολικό πολιτικό πρόταγμα.
Η εμπειρία του κινήματος των πλατειών έδειξε και τα αδιέξοδα ενός εμμονικού κομματιού της αριστεράς στις παραδοσιακές μορφές πάλης, αποκηρύσσοντας οτιδήποτε διαφορετικό ως μεταμοντέρνο. Το γεγονός ότι οι κοινωνίες εξελίσσονται σημαίνει ότι παρέχουν νέες προσλαμβάνουσες οι οποίες τροφοδοτούν την αριστερά και οποιαδήποτε άλλη οργανωμένη δύναμη με νέα αναλυτικά εργαλεία. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο ο μαρξισμός δεν είναι στατική έννοια ούτε δόγμα. Όσο, λοιπόν, μεταμοντέρνο είναι να χαρακτηρίζουμε κάθε καινούργιο σωστό και κάθε παλιό σάπιο, άλλο τόσο σταλινικό είναι να λέμε οτιδήποτε καινούργιο μεταμοντέρνο και να υπερασπιζόμαστε ότι ο μαρξισμός μας έχει διδάξει όλα όσα χρειαζόμαστε για να εξηγήσουμε οποιαδήποτε κοινωνικοπολιτική διεργασία του μέλλοντος.
Και κάπου εδώ ανοίγει η κουβέντα σχετικά με το ρόλο των συνδικάτων αλλά και τις δυνατότητές τους.
Το κίνημα των πλατειών κατάφερε, μετά από σταδιακές πολιτικές μετατοπίσεις, να αγκαλιάσει τα συνδικάτα σε δύο απεργίες, σπάζοντας το αρχικό θέσφατο της κυρίαρχης ιδεολογίας για "ξεπουλημένο συνδικαλισμό" παντού. Μια αντίληψη όμως που υποστηρίζει ότι η αλλαγή των σχέσεων εργασίας ξεκινά και τελειώνει από τα συνδικάτα και μόνο, αποτελεί χυδαίο εργατισμό. Είναι μια αντίληψη που αγνοεί το εποικοδόμημα και την ανάδραση που ενδέχεται να έχει το ιδεολογικό στον πυρήνα των παραγωγικών σχέσεων.
Καθώς μάλιστα χιλιάδες εργαζόμενοι κατέβηκαν στον δρόμο με "όρους κινήματος", χωρίς να υπάρχει μια οργανωμένη από τα συνδικάτα απεργία, κατέδειξε ξεκάθαρα την ανεπάρκεια των συνδικάτων με τη σημερινή τους μορφή, λειτουργία και την πενιχρή εκπροσώπηση σε αυτά των σύγχρονων κολασμένων της ελληνικής κοινωνίας. Οι διαδικασίες των πλατειών κατάφεραν να κάνουν τα πρώτα προωθητικά βήματα στην οργάνωση και άμυνα των εργαζομένων απέναντι στην ταξική επίθεση την οποία δέχονται με τη βοήθεια περιορισμένων σε αριθμό, αγωνιστικών συνδικάτων. Οι πλατείες οργάνωσαν δίκτυα αλληλεγγύης (λαϊκά συσσίτια, παροχή ιατρικής περίθαλψης, μπλόκο σε ενδεχόμενες υποθηκεύσεις σπιτιών) και προκάλεσαν μια σειρά από τις πιο μαζικές αντικυβερνητικές συγκεντρώσεις μεταπολιτευτικά, την ίδια ώρα που η συντριπτική πλειοψηφία των συνδικάτων έδειχνε μια εικόνα πλήρους γραφειοκρατικοποίησης , χαμηλής συμμετοχής με βαθύ δημοκρατικό έλλειμμα και βραδυκινησία-αναποτελεσματικότητα στην προκήρυξη και οργάνωση μαζικών απεργιών.
Προφανώς και είναι λάθος να εξάγουμε από τα παραπάνω ένα συμπέρασμα που θα καταλήγει στην εγκατάλειψη των συνδικάτων και στην υποκατάσταση του ρόλου τους από τις πλατείες. Η αλήθεια είναι όμως ότι οι πλατείες (με τη συμβολή και συνδικαλιστών) κατάφεραν να ενώσουν τους εργαζομένους (και επισφαλείς και ανέργους που δεν συμμετέχουν σε συνδικάτα), να τους βάλουν σε μια διαδικασία να συζητήσουν και να αποφασίσουν, ώστε να παλέψουν με ορίζοντα νίκης ενάντια στο Μεσοπρόθεσμο. Και αυτό αποδεικνύει περίτρανα ότι αντίκτυπο στην παραγωγή μπορεί να έχει και κάποιος εξωτερικός προς αυτή παράγοντας.
Συνεπώς δεν δικαιούμαστε να βάζουμε αντιπαραθετικά τις πλατείες με τα συνδικάτα για τον απλούστατο λόγο ότι οι ίδιοι οι υλικοί όροι της ταξικής σύγκρουσης δεν μας δείχνουν ένα σίγουρο και «αμόλυντο» δρόμο συνέχισης των μαζικών κινητοποιήσεων.
Κλείνοντας, αξίζει να επισημανθεί ότι η ριζοσπαστική αριστερά πρέπει να έχει επίγνωση και να φυλάγεται από δύο κινδύνους που ενδέχεται να προκύψουν όσον αφορά το από 'δω και πέρα. Ο πρώτος έχει να κάνει με μια επίμονη προσπάθεια συγκρότησης κακέκτυπων Συντάγματος σε όλη την ελλαδική επικράτεια (ως παλιό δοκιμασμένο κόλπο), ανεξαρτήτως κοινωνικής διαθεσιμότητας. Ο δεύτερος είναι αυτός που θεωρεί τις δράσεις στις πλατείες τετελεσμένο γεγονός και δείχνει ως μονόδρομο τη συγκροτημένη παρέμβαση μέσα από τη χρόνια πεπατημένη των συνδικάτων. Η τελευταία συνιστά υποτίμηση των πολιτικών διδαγμάτων των πλατειών, διότι για νικηφόρο εργατικό κίνημα δεν αρκούν συνδικάτα που θα τροφοδοτηθούν από τις πλατείες με αξίες όπως αλληλεγγύη, συμμετοχή και δημοκρατία αλλά που θα μετασχηματιστούν με βάση αυτές. Γιατί η δημοκρατία που συζητιέται τόσο εμφατικά είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον μετασχηματισμό, δηλαδή την αλλαγή σε δομή, λειτουργία, διαδικασίες, σύνθεση αλλά και στις πρακτικές και εν τέλει στον κοινωνικό ρόλο που επιτελεί κάθε μορφής πολιτική εκπροσώπηση.
* Οι Θοδωρής Λάδης και Πέτρος Δράτσας είναι μέλη
του Κεντρικού Συμβουλίου της Νεολαίας Συνασπισμού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου