Του ΟΜΗΡΟΥ ΤΑΧΜΑΖΙΔΗ
Η υπόθεση: Μου
εγχείρησαν έναν φάκελο: υπόθεση νομική – δεν είναι η πρώτη φορά. Τον τελευταίο
καιρό γίνομαι, χωρίς να το επιδιώξω, αποδέκτης δεκάδων σελίδων που αφορούν
δικαστικές ή παραπλήσιες υποθέσεις. Άνθρωποι της διπλανής πόρτας έχουν ευρεθεί
στη δίνη κάποιας αναταραχής: μια ακόμη εικόνα από τα καθημερινά οδυνηρά
κοινωνικά παραποτελέσματα της οικονομικής κρίσεως.
Οι υποθέσεις αφορούν κάθε φορά διαφορετικά
αντικείμενα: εταιρίες κατασκευών, υπηρεσίες του δημοσίου – τώρα, όπως ξεφυλλίζω
τον πάκο με τα φωτοαντίγραφα, διαπιστώνω ότι είναι η πρώτη φορά που πέφτουν στα
χέρια μου έγγραφα («Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης») τα οποία αφορούν σε κάποιον
πολιτιστικό οργανισμό.
Από την εποχή του αλήστου μνήμης Οργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης (ΟΠΠΕΘ)
έχω να ασχοληθώ με ζητήματα που αφορούν στη γραφειοκρατία του πολιτισμού: ο Οργανισμός
Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης αιτείται την άρση της ασυλίας μέλους
διοικητικού συμβουλίου σωματείου εργαζομένων (άρθρο 15 ν. 1264/1982) –
ο πολιτισμός
του Μεγάρου Μουσικής δείχνει τα δόντια του.
Η αθλιότητα: Είναι
προφανές ότι εδώ έχουμε μια περίπτωση απροκάλυπτης μεθόδευσης για την απόλυση
κάποιου συνδικαλιστή: εκείνο, το οποίο, ωστόσο, εκπλήσσει, είναι η άθλια
μηχανορραφία – εναντίον του συγκεκριμένου προσώπου καταθέτουν συνάδελφοί του
για να αιτιολογήσουν το αίτημα άρσης της
συνδικαλιστικής ασυλίας που υπέβαλλε η εργοδοσία. Εκούσια ή ακούσια η ένορκη
κατάθεσή τους;
Όσοι γνωρίζουν το κλίμα στους εργασιακούς χώρους, το
διαρκές mobbying από την πλευρά των προϊσταμένων, την ανταγωνιστική
και εχθρική κουλτούρα μεταξύ των εργαζομένων που καλλιεργούν οι διευθύνσεις και
άλλα παρόμοια, μπορούν εύκολα να φανταστούν με πιο τρόπο προκύπτει η εκούσια
προσέλευση και κατάθεση εναντίον συναδέλφων στον ίδιο χώρο εργασίας: η δίωξη
αποκαλύπτει το αληθινό πρόσωπο του Οργανισμού και τις εργασιακές συνθήκες που
επικρατούν σε αυτόν, από όποια οπτική γωνία και εάν αναλυθούν τα περιστατικά
που αναφέρονται στις καταθέσεις εναντίον του συγκεκριμένου εργαζόμενου – μια
δεύτερη ανάγνωση των καταθέσεων αναδεικνύει στο προσκήνιο έναν οργανισμό
«ακέφαλο», χωρίς «διεύθυνση» και «διοίκηση».
Η εικόνα που παρουσιάζουν οι «συνάδελφοι» του
συνδικαλιστή και το περιεχόμενο των καταθέσεών τους αναδεικνύουν το πρόβλημα
διοίκησης στον συγκεκριμένο Οργανισμό: «Ο Θεοφάνους [σ.σ. ο συνδικαλιστής] δε
σέβεται το θεσμό του Γενικού Διευθυντή» - στη συνέχεια διαπιστώνουμε
ότι δεν πρόκειται για διευθυντή, αλλά για διευθύντρια, η οποία μάλιστα, «έχει
δείξει πολύ μεγάλη υπομονή, προσπαθεί να ηρεμεί τις καταστάσεις, αλλά ο
υπάλληλος [σ.σ. προσέξτε ο υπάλληλος, όχι ο συνάδελφος] εξακολουθεί
να δημιουργεί προβλήματα και φασαρίες που χαλάνε το εργασιακό κλίμα και μας
εμποδίζουνε να κάνουμε τη δουλειά μας» - να που έχουμε μια περίπτωση
δημοσίων υπαλλήλων που θέλουν να εργασθούν και δεν τους αφήνει ένας συνάδελφός
του! Και παρακάτω ο συγκεκριμένος εργαζόμενος κατηγορεί το συνάδελφό του ότι: «Η
στάση του δεν είναι στάση υπαλλήλου, αλλά στάση αφεντικού»!!! – πώς να εννοεί άραγε ο διορισμένος
στον Οργανισμό
Μεγάρου Μουσικής τη στάση του υπαλλήλου και τη στάση του
αφεντικού;
Εξίσου αποκαλυπτική είναι και η κατάθεση μιας
«συναδέλφου» του διωκόμενου – διότι είναι σαφές ότι πρόκειται για δίωξη με
στόχο την απόλυση του συνδικαλιστή: «…
έχω απόλυτη συναίσθηση της βαρύνουσας σημασίας που έχει ένα τέτοιο γραπτό
κείμενο για έναν συνάδελφο αλλά έχοντας μετά από πολλή σκέψη, αντισταθμίσει την
εξίσου μεγάλη σημασία που έχει επίσης η συμπεριφορά ενός ανθρώπου τόσο στην βραχυχρόνια,
όσο και στην μακρυχρόνια πορεία των εργασιών, στην ψυχολογία μου και των
συναδέλφων, αλλά και στην εικόνα του Οργανισμού ειδικά δε όταν αυτός εκπροσωπεί
τον Οργανισμό σε φορείς και υπηρεσίες» - φιλεύσπλαχνη μεν η «συνάδελφος»,
αλλά και ευσυνείδητη, διότι προτάσσει πάνω από όλα τα συμφέροντα του
Οργανισμού.
Αλλά αξιοπερίεργο είναι το γεγονός ότι δεν
υπάρχει καμία μαρτυρία από ανθρώπους άλλων υπηρεσιών εκτός Οργανισμού, με τους
οποίους φαίνεται να συναλλάσσεται λόγω των αρμοδιοτήτων του ο συγκεκριμένος
εργαζόμενος , που να αποδεικνύει ότι εξέθετε τον «πολιτισμό» του Οργανισμού του Μεγάρου Μουσικής: οι
καταθέσεις, εάν ανταποκρίνονται στοιχειωδώς στην πραγματικότητα καταδεικνύουν,
ωστόσο, τον εργασιακό «πολιτισμό» που έχει επιβάλλει η διεύθυνση μεταξύ των
εργαζομένων – ο συνδικαλιστής κατηγορείται ότι απειλεί τους εργαζόμενους με
φράσεις του τύπου «Μαρία, με κοίταξες;»,
«τώρα μου μιλάς ως προϊσταμένη;», «Τι κάνετε; Για εμένα μιλάτε;», «ο θάνατος του άντρα σου προήλθε από τις
ευχές μου για σένα», «με αποκάλεσε
σπιούνα και ρουφιάνα».
Αυτό δεν είναι
εργασιακός χώρος, σαν το βασίλειο της κατάρας και της
ρουφιανιάς μοιάζει: δε θα
υπεισέλθω στην ακρίβεια ή όχι των κατηγοριών, θεωρώ δεδομένο ότι ο
θιγόμενος θα έχει τη δική του εκδοχή των πραγμάτων – είμαι
υποχρεωμένος, ωστόσο, να υπογραμμίσω ότι το εργασιακό κλίμα διαμορφώνεται από
τη διεύθυνση και όχι από τους εργαζόμενους, αλλά αυτό που διαφαίνεται μέσα από
τις καταθέσεις είναι ότι η διοίκηση έχει χάσει κάθε έλεγχο και «δεν ξέρει που πάνε τα τέσσερα» και
αναζητεί αποδιοπομπαίο τράγο για να επιρρίψει πιθανές ευθύνες που βαρύνουν την
ίδια.
Αντί η διευθύντρια και οι σύμβουλοί της να στρέφουν
τους εργαζόμενους τον έναν εναντίον του άλλου, σε ένα αδιέξοδο παιχνίδι
εξουσίας, καλά θα κάνουν, να ασχοληθούν με τη διοίκηση του Οργανισμού: γιατί αν
πράγματι φθάνει ένας εργαζόμενος, ακόμη και μέλος Σωματείου, να αποκαλεί «Μηλίτσα» - άκου «Μηλίτσα»- την προϊσταμένη του, κάποιο πρόβλημα υπάρχει με την
προϊσταμένη, όχι με τον υπάλληλο – όποιος δεν μπορεί να επιβληθεί με την
παρουσία και το έργο του στη διοίκηση ενός οργανισμού παραιτείται.
Ο λόγος της δίωξης: Οι καταθέσεις
«συναδέλφων» εναντίον συναδέλφου μας αποκαλύπτουν σχεδόν πάντοτε κρυφές πτυχές αρκετών πραγμάτων: οι παρεμβάσεις του
συνδικαλιστή αναφορικά με τη διαχείριση των οικονομικών φαίνεται να αποτελούν
το κλειδί για να ψηλαφήσουμε τους πιθανούς λόγους της δίωξής του – δεν είναι
δυνατόν να κατατίθεται ενόρκως ως κατηγορία για υπάλληλο οικονομικού τμήματος,
όταν ζητάει να μάθει τους λόγους κάποιων εξόδων («ποιος ο λόγος του ταξιδιού της κ. Χ. (γενικής διευθύντριας στην Αθήνα»)
ή όταν υπογραμμίζει ότι ο Οργανισμός ανήκει στη «Γενική Κυβέρνηση, είτε το θέλει ο κ. Μπακατσέλος, είτε όχι…».
Τα σχόλια περιττεύουν: ο άνθρωπος χωνόταν εκεί που δεν
τον έσπερναν, δεν κοίταζε απλώς τη δουλειά του, αλλά ενδιαφερόταν και για αυτήν
– έκανε, όμως, το λάθος, όπως φαίνεται
από τις ένορκες καταθέσεις των «συναδέλφων»
του, να εκστομίζει κουβέντες του τύπου, «δουλεύουμε
ή παίζουμε», «άλλα λέμε και άλλα
κάνουμε;» Ποιος είναι αυτός ο ιδιόρρυθμος Π. Θεοφάνους, που θέλει
να δουλεύει και όχι να παίζει και θέλει να κάνει αυτά που λέει: τι
καινά δαιμόνια εισάγει ο αυθάδης στον Πολιτισμό του Μεγάρου - διαβάζω στην εξώδικη δήλωση πρόσκληση του Οργανισμού
Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης το
πλήθος των επιθέτων με τα οποία κοσμούν τη συμπεριφορά του διωκόμενου
εργαζόμενου και φρίττω: αυτός είναι ο πολιτισμός της Θεσσαλονίκης;
Δε θα επεκταθώ, απλώς σημειώνω και το εξής από την
εξώδικη δήλωση που περιγράφει την εργασία του συγκεκριμένου εργαζόμενου στον Οργανισμό:
«… απασχολείται
μέχρι σήμερα, με την ειδικότητα του λογιστή, με τον υπολογισμό/έκδοση
μισθοδοσίας, την ασφαλιστική τήρηση τακτικού και έκτακτου προσωπικού, συμβάσεων
καλλιτεχνών και αμοιβών τρίτων και άλλες λογιστικές εργασίες» - να
εγκαλείται ένας άνθρωπος με τέτοιες αρμοδιότητες διότι, μεταξύ άλλων,
ενδιαφέρεται, για τα χρήματα του ελληνικού δημοσίου, πάει πολύ. Δε θα μιλήσω
για χαλκείο,
γιατί δε γνωρίζω λεπτομέρειες της υπόθεσης και ούτε θέλω να μάθω: εάν συνέβησαν
πολλά από αυτά που αναφέρουν οι «συνάδελφοι» του διωκόμενου η πρώτη που
πρέπει να παραιτηθεί είναι η διευθύντρια – η διοικητική της ανεπάρκεια είναι κατάδηλη.
Ακούς εκεί Μηλίτσα!!!
Σημείωση: Η απεργία στην Coca Cola 3 E έχει γίνει αντικείμενο της ειδησεογραφίας σε όλο το
φάσμα των μέσων ενημέρωσης – στον τύπο, την τηλεόραση, στο ραδιόφωνο και φυσικά
στο Διαδίκτυο. Ο υποφαινόμενος έχει κατά καιρούς αναρτήσει σε διάφορες
ηλεκτρονικές διευθύνσεις άρθρα του αναφορικά με την Coca Cola και τη
διαχρονική της πολιτική απέναντι στους εργαζόμενους.
Κάποιοι τίτλοι: Coca Cola 3 E: προβλέπεται
απεργιακή σύγκρουση διαρκείας, Η Coca Cola και
η χορηγία της υποκρισίας, Η κυνική ευαισθησία της Coca Cola, H «κοινωνική προσφορά» και τα αντίδωρα της
καταστροφής».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου