Του Κώστα Σπαρτινού(*)
Η βασική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ ήταν και παραμένει ότι για την αλλαγή πορείας της ελληνικής κοινωνίας από τη φτωχοποίηση προς την ανάπτυξη και την απασχόληση, πρέπει να αναχαιτιστούν οι πολιτικές της λιτότητας και να σταματήσει η συνέχιση της εφαρμογής τους.
Πάνω σε αυτή τη λογική στηρίχθηκε και το σύνθημα που είχε συμφωνηθεί σε πανελλαδική συνδιάσκεψη πριν τις εκλογές «καμιά θυσία για το ευρώ», αν και είχε αδικαιολόγητα υποσταλεί το απαραίτητο κατά τη γνώμη μου συμπλήρωμά του «καμιά αυταπάτη για τη δραχμή».
Σήμερα και οι πιο πεισμένοι υποστηρικτές της επιστροφής σε εθνικό νόμισμα παραδέχονται ότι η διέξοδος μέσα από μια τέτοια πορεία θα έλθει μετά από μια μακριά περίοδο πολύ δύσκολων συνθηκών, με σκληρές θυσίες που όμως – κατά τη γνώμη τους – θα οδηγήσουν στην παραγωγική ανασυγκρότηση, στην ανάκαμψη και στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, στην απασχόληση, στην ευημερία, στο σοσιαλισμό (;). Πρέπει λοιπόν να εξηγήσουν όχι μόνο την αναγκαιότητα αλλά και το σχέδιο και τις επιπτώσεις από την εφαρμογή μιας «καλής» λιτότητας που θα αντικαθιστούσε την «κακή» λιτότητα του μνημονίου.
Και βέβαια δεν θα πρέπει να παραβλέπει κανείς ότι η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα θα μπορούσε να προκύψει όχι από τη βούληση αριστερών πολιτικών δυνάμεων αλλά δυνάμεων με ακραιφνή «μνημονιακή», νεοφιλελεύθερη, μονεταριστική λογική. Η δημιουργία του «εναλλακτικού» γερμανικού κόμματος του μάρκου που έχει ως βασικό του ηγετικό πυρήνα μερίδα του γερμανικού κεφαλαίου ή οι δηλώσεις του κ. Πισσαρίδη μετά τις τελευταίες εξελίξεις στην Κύπρο, είναι σήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
Και σε αυτή την περίπτωση οι αριστεροί υποστηρικτές της δραχμής θα έπρεπε να εξηγήσουν πειστικά ότι αυτοί μιλούσαν για την «καλή» δραχμή, επικεντρώνοντας έτσι τη συζήτηση στο φετίχ του νομίσματος και συσκοτίζοντας την ουσία της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δυνάμεις του κεφαλαίου και αυτές της εργασίας.
Η τελευταία απόφαση της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ καλό θα ήταν να διαβαστεί με την ίδια τουλάχιστον προσοχή που έχει συνταχθεί από την πολιτική ηγεσία του. Οι απόλυτες διατυπώσεις δεν είναι πολλές. Αν εξαιρέσει κανείς τη βασική θέση ότι μόνη επιλογή για την Κύπρο είναι η λύση εκτός δανειακής σύμβασης και μνημονίου, όλες οι άλλες διακρίνονται από μιαν ευελιξία, που δεν αποκλείει διαφορετικές επιλογές. Μια τέτοια λύση «το πιθανότερο ισοδυναμεί με απόφαση εξόδου της Κύπρου από την ΟΝΕ», η οποία βέβαια θα πρέπει να γίνει με «διαπραγματεύσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας με την Ε.Ε. για συντεταγμένη έξοδο από το ευρώ». Λύση η οποία «είναι μια επίσης επώδυνη επιλογή» που οι συνέπειές της δημιουργούν την ανάγκη μέγιστης λαϊκής στήριξης και απαιτούν θυσίες. Γι’ αυτό προτείνεται πολιτικός και κοινωνικός διάλογος με κατάληξη δημοψήφισμα.
Εύλογα νομίζω ανακύπτουν κάποιες σκέψεις και ερωτήματα για συζήτηση:
* Η απόφαση του ΑΚΕΛ συνιστά οριστική αλλαγή στάσης που προκύπτει από στοιχεία επιστημονικής μελέτης ή είναι επηρεασμένη (και σε πόσο σημαντικό βαθμό) από την ανάγκη να ανατραπεί το δυσμενές πολιτικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί σε βάρος του από την πρόσφατη διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας;
* Η διαπραγμάτευση με την Ε.Ε. της συντεταγμένης εξόδου από το ευρώ αποκλείει την εφαρμογή μνημονίων; Σε άλλες χώρες της Ε.Ε. έχουν επιβληθεί μνημόνια ακριβώς για τη στήριξη εθνικών νομισμάτων. Μήπως δηλαδή διώξει κανείς τα μνημόνια από την πόρτα και αυτά εισβάλουν από το παράθυρο;
* Η έξοδος της Κύπρου από την ΟΝΕ και πιθανότατα στη συνέχεια και από την Ε.Ε., θα της επέτρεπε άραγε να λειτουργήσει χωρίς περιορισμούς και ελέγχους ως διεθνές χρηματοπιστωτικό κέντρο, επιτρέποντάς της να μετατραπεί σε νήσο Κέϊμαν της Μεσογείου; Θα μπορούσε να είναι αυτή μια βιώσιμη οικονομική και αναπτυξιακή διέξοδος, με τη στήριξη π.χ. της Ρωσίας; Μια τέτοια έξοδος θα ήταν έξοδος με κατεύθυνση το σοσιαλισμό ή προς ένα «καπιταλισμό-καζίνο» με τους ελάχιστους δυνατούς ελεγκτικούς περιορισμούς;
* Μια τέτοια έκβαση θα μπορούσε να ενταχθεί σε μια συμμαχία του ευρωπαϊκού νότου;
* Με δεδομένη τη δομή της κυπριακής οικονομίας και τις διαφορές της από αυτή της ελληνικής, πόσο μπορεί να αποτελέσει το ενδεχόμενο της εξόδου της Κύπρου από το ευρώ υπόδειγμα για την Ελλάδα;
Σήμερα που η συζήτηση για το ευρώ ξαναφουντώνει, ας γίνει χωρίς ιδεολογισμούς, παρωπίδες και «εύκολες» σκοπιμότητες. Η όποια συζήτηση να εδράζεται σε μια πραγματική πολιτική και οικονομική-επιστημονική βάση. Να εξηγούνται με σαφήνεια και ειλικρίνεια όλες οι πτυχές του προβλήματος στους πολίτες που μας παρακολουθούν (αλλά και στα μέλη του κόμματος βεβαιότατα), να διερευνώνται με σοβαρότητα οι πιθανότητες και οι επιπτώσεις της όποιας επιλογής, καθώς και κάτω από ποιες προϋποθέσεις ίσως χρειαστεί να περάσουμε από το σχέδιο Α σε ένα σχέδιο Β – γιατί όχι και σε σχέδιο Γ ή Δ. Πιστεύει άραγε κανείς ότι η έκβαση των πραγμάτων μέσα από οποιοδήποτε πλαίσιο μπορεί να περιοριστεί σε ένα και μόνο σχέδιο ανά εκδοχή;
(*) Ο Κώστας Σπαρτινός είναι μέλος της γραμματείας Ν.Ε. Αχαΐας του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ – Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΑΥΓΗ της 18-5-13.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου