ΑΛΛΑΓΗ EMAIL

Οι φίλοι αναγνώστες μπορεί να στέλνουν τα μηνύματά τους στο εμέηλ gmosxos1@hotmail.com στο οποίο θα προτιμούσε ο διαχειριστής να τα λαμβάνει. Παράλληλα άνοιξε και ισχύει πάλι το εμέηλ gmosxos23.6.1946@gmail.com το οποίο μπορείτε να χρησιμοποιείτε σε περίπτωση που αδυνατείτε να κάνετε χρήση του hotmail.com
ΤΗΛ. ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 6938.315.657 & 2610.273.901

Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

«Σε κάθε βήμα μου σε έψαχνα ρε Μπακρόζο! Κι όλο μου ’ρχότανε να σφυρίξω, μπας και σε ’βλεπα να φανείς

Ανδρ. Παλαιολόγου (Μπακρόζος) 1913-1947.






  Έτσι ασυμβίβαστο, 

με το μαρσίπ στην πλάτη, 

 τη χλαίνη ανάρριχτη, 

  τα μαλλιά ατίθασα

  – πέλαγο αγριεμένο» 

 τον ήθελε η κυρά 

 Ελένη Μπακρόζαινα.


 

Αξιοσημείωτο είναι ότι η Κοινότητα Δεμεστίχων δεν δέχθηκε να αναγερθεί ηρώο στη μνήμη του και η οικογένεια το ανέγειρε ως οικογενειακό το 2001
Ιστορίες καθημερινής απελπισίας απορρέουσες από την επιβολή αντιλαϊκών μνημονίων που έχουν φέρει την ελληνική κοινωνία στα πρόθυρα της τρέλας.  Ιστορίες που μας οδηγούν 65 χρόνια πίσω. Τότε που εν μέσω εμφυλίου πολέμου οι οικογένειες των αριστερών, αποκλεισμένες από την επισιτιστική βοήθεια της αμερικανικής ∆ιασυµµαχικής Οργάνωσης Αρωγής και Αποκαταστάσης UNRRA (Unitend Nations Relief and Rehabilitation Administration) που είχε διαδεχθεί το βρετανικό  Συµµαχικό Πρόγραµµα Στρατιωτικού Συνδέσµου (Allied Military Liaison Program – ML), κυριολεκτικά μαστίζονταν από την πείνα.

Μία παρόμοια ιστορία συναντάμε στο συγγραφικό έργο του Γιάννη Πριόβολου από το χωριό Μελίσσια Αχαΐας «Ο δρόμος ως το Θιάκι». Εκεί γίνεται αναφορά στη ζωή και τα βιώματα της μάνας Ελένης Παλαιολόγου χήρας του καπετάν Μπακρόζου (Ανδρ. Παλαιολόγου) καπετάνιου ομάδας του 12ου Συντ. ΕΛΑΣ και πρωταντάρτη του ΔΣΕ στην Πελοπόννησο.

Δολοφονημένος σε ηλικία 34 χρόνων το 1947, με μπαμπεσιά από ομάδα Χιτών στο Λειβάρτζι, ο Μπακρόζος άφησε πίσω χήρα γυναίκα μικρής ηλικίας και παιδιά, ένα των οποίων ήταν μόλις λίγων ημερών, ενώ η πείνα ακόμη ήταν παρούσα και το δελτίο σίτου το μόνο εφόδιο για την αντιμετώπιση του υποσιτισμού.

Η μάνα κυνηγημένη από το εμφυλιακό κράτος, αναίτια φυλακίζεται στις ιταλικές φυλακές της Πάτρας, δίνει τα άλλα δύο παιδιά της τον Αντρέα και τη Νάντια να τα φυλάξει ο πατέρας της που ζει στα Δεμέστιχα. 

Με την Νάντια Μιχαλά, κόρη του αείμνηστου Μπακρόζου, βρέθηκα στις 24-10-2007 στο σπίτι της στην Πάτρα και συζητήσαμε για τον Ανδρέα Παλαιολόγου και την σύζυγό του, την Μπακρόζαινα. Κατάκοιτη η γερόντισσα στο κρεβάτι της παιρνούσε τα τελευταία της μέσα στην στοργή της κόρης της και του γαμπρού της. Από ευαισθησία δεν τόλμησα να ζητήσω να ’δώ τον θρύλο που αναπαυόταν εκεί, στο διπλανό δωμάτιο…   
  
Από τις 14 Σεπεμβρίου 1946, ανήμερα του Σταυρού, η Ελένη Παλαιολόγου, λόγω ανέχειας δίνει το παιδί της στο Βρεφοκομείο της Πάτρας ενώ ο άντρας της κυνηγημένος από τους Χίτες έχει πάρει το δρόμο για τα βουνά, να κρυφτεί ώσπου  να περάσει η λαίλαπα που ξέσπασε κατά των αριστερών από την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας, που υποτίθεται ότι θα εξομάλυνε τις ταραγμένες σχέσεις ΕΛΑΣιτών και διορισμένης από τους βρετανούς αποικιοκράτες, δεξιάς κυβέρνησης Παπανδρέου. Το φασκιώνει το παιδί και σε ηλικία 12 ημερών το αποθέτει στη βρεφοδόχο για να το παραλάβουν οι βρεφοκόμες. 

«Σταυρόπουλος, αβάπτιστο, 12 ημερών» η ένδειξη που αφήνει. Το παιδί βαφτίζεται Γιάννης από τη διεύθυνση του Βρεφοκομείου και τρία χρόνια μετά υιοθετείται από οικογένεια Ελληνοαμερικανών. Εικοσιτέσερα χρόνια αργότερα η μάνα Ελένη Παλαιολόγου, η θρυλική Μπακρόζαινα, που στο μεταξύ καταφεύγει στην Πάτρα αρχικά και μετά στην Αθήνα για προστασία από τους διωγμούς που επιχειρούν οι πρώην συνεργάτες των ναζί, βλέπει όνειρο ότι το παιδί της ζει κάπου στο Θιάκι σαν τον Οδυσσέα του Ομήρου, κατεβαίνει στην Πάτρα για να βρεθεί στη βάφτιση ενός παιδιού του γιου της Ανδρέα.

Εκεί μέσα από περιπέτειες μαθαίνει για το παιδί ότι πράγματι ζει, υιοθετημένο με το όνομα Γιάννης Χάνος στο Περαχώρι της Ιθάκης. Κατέληξε να σμίξει η οικογένεια στον Πειραιά, όπου συνάντησε το παιδί της, στα 1960.

Επανέρχομαι στο σήμερα. Τα παραπάνω ήσαν μία δρασκελιά στην Ιστορία του τόπου μας με αφορμή τα αδιανόητα συμβαίνοντα σήμερα.

Ανεργία, οικονομική ασφυξία, δυσβάστακτη κεφαλική φορολογία, κοινωνική κατάρρευση είναι λίγα μόνον από τα συμπτώματα των πολιτικών που εφαρμόζουν  σε αγαστή συνεργασία συντηρητικό και σοσιαλδημοκρατικό κόμματα στη χώρα μας.

Η παρακάτω ιστορία, μία ακόμη,  αλιευμένη από το διαδίκτυο, εξελίσσεται σε νηπιοτροφείο στην Καλλιθέα, αυτή τη φορά. Πρόκειται για παιδιά που αδυνατούν να τους προσφέρουν οι οικογένειές τους ακόμη και τα ελάχιστα για τη διαβίωσή τους. Εκεί, παραμένοντας μέχρι να βρεθεί οριστική λύση, οι γονείς τα επισκέπτονται για να μη χάνεται η επαφή μαζί τους. Βλέπετε; Προοδέψαμε από τότε!!!
Η μνημονιακή κυβέρνηση μεριμνά για μας!
Ωστόσο μία επίσκεψη σε ένα παιδί που ζει μακριά από το ζεστό οικογενειακό περιβάλλον, δεν είναι αρκετή για να του εμπεδώσει ψυχική ηρεμία.
Σύμφωνα με αναφορά στο thebest.gr, Μια μητέρα επισκέφθηκε τα παιδιά της για να μείνει λίγο μαζί τους, πέρασε η ώρα με αγκαλιές χαρές και παιχνίδια.
Ήρθε η ώρα όμως που έπρεπε να φύγει.
Κλάματα, τα μικρά κρατούσαν την μανούλα με τα χεράκια τους τόσο σφιχτά, που την πονούσαν, ενώ εκείνη το μόνο που μπορούσε να δώσει ήταν υποσχέσεις ότι θα ξανάρθει την επομένη ημέρα…
Τότε ήταν που το μεγαλύτερο, με ποτάμι τα δάκρυα άρχισε να την παρακαλάει με δυνατή φωνή να τα πάρει στο σπίτι…
Δεν μπορώ καρδούλα μου, δεν έχουμε τίποτα στο σπίτι ούτε να φάμε…(!)
Το πρόσωπο της μικρής σοβάρεψε, σκέφτηκε λίγο και έδωσε την πιο συγκλονιστική λύση στο πρόβλημα που έχω ακούσει στην ζωή μου…
«Πάρε μας μανούλα μου στο σπίτι και εμείς δεν θα πεινάμε ποτέ…»!

Ίδιος τόπος, άλλες ιστορίες. Τόσο μακρινές και συνάμα τόσο κοντινές…

Λίγα λόγια στη μνήμη του Μπακρόζου

Και μιας κι ο λόγος για τον καπετάν Μπακρόζο θα μου επιτρέψετε μία μικρή αναφορά.

Ο Ανδρέας Παλαιολόγου (Μπακρόζος) του Αντωνίου και της Αντωνίας, το γένος Μπακρόζου, γεννήθηκε το 1913 στα Δεμέστιχα Καλαβρύτων. Δολοφονήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1947 στο χωριό Λειβάρτζι Κλειτορίας από ομάδα Χιτών, στην οποία απάντησε κοιτώντας την ορθός, απαντώντας στην πρόσκληση που εδέχθη.

«Βιάστηκαν να τελειώσουν μετά το χτύπημα στο τμήμα στο Λιβάρτζι. Κάποιοι (χωρικοί) πρόβαλαν δειλά στις πόρτες. Είδαν τον Αντρέα που αλάργευε, πάνω που σκαπετούσε. Κι ένας να τον πειράξει, του φώναξε: «Για στάσου ρε καπετάνιε να μας μιλήσεις για την Λαοκρατία σου!».
«Θαρρετός όπως πάντα ο Αντρέας, «γιατί όχι;» του έκανε, λένε, στρέφοντας και στάθηκε, είπαν. Σε ένα πεζούλι… τον περίμενε. Είδε κι άλλους που ξεθάρρευαν. «Ελάτε, ελάτε» τους προσκαλούσε. Και για να τους είναι ειλικρινής είχε αφήσει εξ αρχής το μαρσίπ στα πόδια του.
Αν πρόφτασε να τους μιλήσει ή όχι για τον καλύτερο κόσμο που’χε στο νου του, δεν είναι ξεκάθαρο Κάπου εδώ ένα άνανδρο βόλι τον βρήκε πισωκέφαλα…

Άμα τελείωσε με αυτά ο λοχαγός κάλεσε τον Παπά και τον Πρόεδρο.

“Να ταφεί ο νεκρός” πρόσταξε.
“Μα το συμμορίτη, τον κομμουνιστή;” θα αντιδράσει ο Πρόεδρος.
“Η αμαρτία δικιά μου”, του έκανε λένε ο λοχαγός και πρόσθεσε γυρίζοντας στον Παπά: “Εκτός κι αν ο ιερέας με απαλλάξει”.
Δεν μίλησε, είπανε, ο παπάς. Έκανε όμως καθώς έμαθα, κατά το απόλυτο τυπικό το μυστήριο της κηδείας». 

Τα παραπάνω λόγια είναι από την αφήγηση της αείμνηστης πια κυρα Ελένης, της Μπακρόζαινας.
Κι όταν της τά’ριξε ένας καλόγηρος, ο νους της πήγε στον συγχωρεμένο τον άντρα της:

«Θυμήθηκε τα λόγια σου ρε Μπακρόζο: Καλόγεροι και χωροφυλάκοι το ίδιο πράμα είναι».
«Σε κάθε βήμα μου σε έψαχνα ρε Μπακρόζο! Κι όλο μου ’ρχότανε να σφυρίξω, μπας και σε ’βλεπα να φανείς, έτσι ασυμβίβαστος, με το μαρσίπ στην πλάτη, τη χλαίνη ανάρριχτη, τα μαλλιά ατίθασα – πέλαγο αγριεμένο» έλεγε η Μπακρόζαινα.  

Ήταν καπετάνιος ομάδας του ΕΛΑΣ, ο Μπακρόζος, που έδρασε στην περιοχή Αιγιάλειας. Στην απελευθέρωση δεν παρέδωσε το όπλο του, όπως επίτασσε η συνθήκη της Βάρκιζας. Δεν συνελήφθη ποτέ. Το 1946 βγήκε στο βουνό επικεφαλής με αντάρτικη ομάδα, αποτελούμενη από τον ίδιο, τον Νίκο Κουνάβη ή Τσαϊπά ή Μιαούλη, από την Παρασκευή Αιγιαλείας, το Γιώργη Αλεξανδρόπουλο ή Κόραλη από την Κουνινά, τον Ανδρέα Σολωμό από το Λεόντιο, τον Σωτήρη Ορφανό από τα Μαζέικα, και τον Θωμά Νταή από την Αχαγιά. («Χρόνια της φωτιάς ο Εμφύλιος στην Αχαΐοήλιδα» έκδοση Περί Τεχνών, Πάτρα 2001, σελ. 24).

Ετάφη στο Λιβάρτζι και ανακομιδή οστών του έγινε από την χήρα του Ελένη μετά από τέσσερα χρόνια. Τα έθαψε στα Δεμέστιχα, όπου και ο τάφος του σήμερα, με το οικογενειακό ηρώο του, λόγω του ότι εκεί έγινε η περίφημη ομώνυμη μάχη.

Αξιοσημείωτο είναι ότι η Κοινότητα Δεμεστίχων δεν δέχθηκε να αναγερθεί ηρώο και η οικογένεια το ανέγειρε ως οικογενειακό το 2001.

Δεν υπάρχουν σχόλια: