Στα
περίπτερα εντός της «Αυγής», στο μπλογκ τους (enthemata.wordpress.com), στο facebook (Enthemata Avgis) και
στο twitter: @enthemata
Κείμενα των: Δημήτρη Χριστόπουλου,
Αριστείδη Μπαλτά, Ρίκης Βαν Μπούσχοτεν, Ποθητής Χαντζαρούλα, Φερενίκης
Βαταβάλη, Βαγγέλη Καραμανωλάκη, Λουκά Αξελού, Νίκου Σαραντάκου, Βασίλη
Δρουκόπουλου
Ο ευρωσκεπτικισμός δεν είναι σκεπτικισμός. Ο Δημήτρης Χριστόπουλος εξηγεί πώς ο
ευρωσκεπτικισμός έπαψε να είναι σήμα-κατατεθέν των χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά, «των λονδρέζικων παμπ, που βλέπουν την
Ευρώπη να ξεκινά από τις γαλλικές ακτές ή των βιεννέζικων σαλονιών που
αναπολούν ημέρες δόξας της Mitteleuropa». Εξηγεί ότι, καθώς «ο
σκεπτικισμός, ως φιλοσοφικό ρεύμα, αμφισβητεί την a priori ορθότητα και πιστότητα
των πραγμάτων, ανάγοντας την αμφιβολία σε κατεξοχήν μεθοδολογικό εργαλείο γνώσης», τότε ο ακροδεξιός ευρωσκεπτικισμός,
υπό την έννοια αυτή, δεν είναι σκεπτικισμός, διότι δεν αμφιβάλλει για τίποτε
και καθόλου: είναι απολύτως σίγουρος για τις θέσεις του, μια σιγουριά που έλκει
την καταγωγή της από τα εθνικά θέσφατα του κάθε ευρωπαϊκού λαού και τη
νομιμοποίησή της από την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το άλλοτε κραταιό ευρωπαϊκό
οικοδόμημα». Και καταλήγει: «Το να είμαστε πραγματικά σκεπτικοί και ανήσυχοι
για το πού τραβάει η Ευρώπη σήμερα εισάγει μια νέα μορφή αμφιβολίας,
απαλλαγμένη από την υποταγή στους ευρωλαγνικούς μύθους και τις εθνικιστικές
δοξασίες. Εκεί, νομίζω, τοποθετείται ένας σύγχρονος, κριτικός, ευρωπαϊκός λόγος
της Αριστεράς».
Για το Κυπριακό ξανά. Ο Αριστείδης Μπαλτάς παραθέτει ένα παλιότερο κείμενό του για το
Κυπριακό, δέκα χρόνια πριν, την εποχή του δημοψηφίσματος για το Σχέδιο Ανάν.
Επισημαίνει τις (πολλές) ομοιότητες, τις (λίγες) διαφορές με το σήμερα και
καταλήγει: «Η ευθύνη των αποφάσεων στη δύσκολη διαπραγμάτευση δεν είναι δική
μας. Η Κύπρος διαθέτει δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση και ισχυρή Αριστερά.
Δική μας ευθύνη είναι να χαμηλώσουμε τους τόνους, να απαρνηθούμε τις εθνικιστικές ή αντιιμπεριαλιστικές κορόνες που ρίχνουμε
ανέξοδα στις πλάτες άλλων και να κρατήσουμε ως γνώμονα τις θέσεις της κυπριακής
Αριστεράς. Ας την εμπιστευθούμε, ας συμπαρασταθούμε ανεπιφύλακτα και ενεργά
στους Κύπριους αριστερούς και ας αφήσουμε τους Κυπρίους να αποφασίσουν απερίσπαστοι
για το μέλλον τους».
Η μνήμη αφηγείται την πόλη. Με την ευκαιρία
του Β΄ Διεθνούς Συνεδρίου Προφορικής Ιστορίας, 6-9 Μαρτίου, οι ιστορικοί Ρίκη Βαν Μπούσχοτεν και Ποθητή Χαντζαρούλα μιλάνε για την
«ιστορία από τα κάτω», την επιλεκτικότητα της μνήμης, το τραύμα, την κρίση, και τον δημόσιο χώρο.
Ρίκη Βαν Μπούσχοτεν: «Κεντρική έννοια
για τη μνήμη της πόλης είναι η έννοια του χώρου. Ο πρωτοπόρος γάλλος κοινωνιολόγος
της μνήμης Maurice Halbwachs έχει γράψει πολύ όμορφες σελίδες για το πώς οι
αναμνήσεις συνδέονται με συγκεκριμένους χώρους και τη βίωση του χώρου από
κοινωνικές ομάδες και άτομα. Στο συνέδριο θα δούμε πώς διάφορες «αόρατες»
κοινωνικές ομάδες (Εβραίοι, μετανάστες, Μικρασιάτες πρόσφυγες, ανήλικα παιδιά,
πόρνες, μουσικοί) βίωσαν τους χώρους της πόλης, πως διαμορφώνονται ενίοτε
νοητικά --αλλά και πολύ υλικά-- εσωτερικά σύνορα μέσα στην πόλη, πώς αλλάζει η
κοινωνική γεωγραφία της πόλης ανάλογα με την πολιτική συγκυρία και πώς
ανασημασιοδοτούνται συγκεκριμένα κτίρια, όταν αλλάζει η χρήση τους. Ένα
χαρακτηριστικό παράδειγμα από την πόλη του Βόλου, όπου συγκεντρώνουμε
προφορικές μαρτυρίες για το μελλοντικό Μουσείο της Πόλης, είναι το κτίριο
Σπύρερ: προπολεμικά καπναποθήκη, έδρα του Εργατικού Κέντρου το 1945, στρατοδικείο
στον Εμφύλιο και σήμερα έδρα του Δημοτικού Κέντρου Ιστορίας».
Ποθητή Χαντζαρούλα: «Η συζήτηση για την
πόλη συνδέεται με τη δημοκρατία και την έννοια του δημόσιου χώρου. Η ανάγκη
θέσμισης ενός δημοκρατικού δημόσιου χώρου αναδύεται ως διακύβευμα τη στιγμή που
ο νεοφιλελευθερισμός και ο φιλελεύθερος ατομικισμός προσπαθούν να
ελαχιστοποιήσουν ή να ιδιωτικοποιήσουν τον δημόσιο χώρο, να δημιουργήσουν ζώνες
«ασφάλειας», από τις οποίες κοινωνικές ομάδες θα αποκλείονται. Σε αυτό το
μοντέλο, η πόλη ως τόπος πραγμάτωσης ατομικών επιθυμιών και αναγκών συνδέεται
με πολιτικές πρόσβασης στο χώρο. Τα κράτη θέτοντας την ασφάλεια ως πεδίο στο
οποίο εμφανίζονται χρήσιμα και αποφασιστικά, εστιάζουν κατεξοχήν στη μορφή του
μετανάστη, σε αυτόν-ήν που περιφέρεται “ύποπτα”, που “παρενοχλεί”».
Των αφανών.
Ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης, σε ένα
ποιητικό κείμενο, με αφορμή την έκθεση
«Κρίσιμη Τέχνη-Τέχνη στην Κρίση» μας μιλάει για την πόλη, τις μνήμες, τους αφανείς
της: «Μιλώ για το σήμερα, κρατώντας στο μυαλό μου εικόνες
του χθες. Η πλατεία. Οι γυναίκες που διαδέχθηκαν τα αγόρια στις πιάτσες, οι
πρόχειρες σκηνές των Κούρδων και το βίαιο ξερίζωμά τους ένα πρωί, το κλείσιμο
της τράπεζας, του βιβλιοπωλείου, του φούρνου, η αντικατάστασή τους από
κινεζάδικα με ρούχα. Εκεί που δουλεύουν δωδεκάωρα με ελάχιστα χρήματα, για να
γυρίσουν το βράδυ να κοιμηθούν σε κάποια τρώγλη, δέκα-δέκα μαζί. Μέρα μεσημέρι,
σώματα γεμάτα πληγές γύρω από το νιγηριανό «βαποράκι», αγοράζοντας το πιο φτηνό
και καταστροφικό χημικό, καθώς μέσα στην κρίση οι Κινέζοι κλείνουν ένα ένα τα
μαγαζιά τους, γεμίζοντας τους γύρω δρόμους ενοικιαστήρια. Οι μάνες και τα
παιδιά της Άννας Κινδύνη, οι μετανάστες του Βλάση Κανιάρη, οι βαμβακοκέφαλοι
του Γιάννη Ψυχοπαίδη. Οι φιγούρες του Δημήτρη Κατσούδα. Δεν έχουν πρόσωπο».
Το πρώην
αεροδρόμιο Ελληνικού και τα στοιχήματα για την Αριστερά. Η Φερενίκη Βαταβάλη,
υπενθυμίζοντας τους σαφείς λόγους της αντίθεσής μας στην ιδιωτικοποίηση του
πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού, σκιαγραφεί βασικά στοιχεία μιας άλλης πρότασης,
της πρότασης για τη δημιουργία Μητροπολιτικού Πάρκου: «Η συνολική ή μερική
εκμετάλλευση, από ιδιωτικά επιχειρηματικά συμφέροντα, μιας έκτασης γης
μητροπολιτικής σημασίας που αποτελεί περιουσία του δημοσίου, κινείται σε αυτή
ακριβώς την κατεύθυνση [των αποκλεισμών και των ανισοτήτων]. Αντίθετα, η
αποσύνδεσή της από σχεδιασμούς που αντιμετωπίζουν τη γη ως εμπόρευμα και η
εμβάθυνση σε προτάσεις που δίνουν έμφαση σε κοινωνικές ανάγκες και οικολογικές
απαιτήσεις, όπως συμβαίνει στην πρόταση για το Μητροπολιτικό Πάρκο, μπορούν να
δώσουν άλλο πρόσημο στην “ανάπτυξη”, αναβαθμίζοντας συνολικά την ποιότητα ζωής,
αλλά και την ελκυστικότητα της πρωτεύουσας. Να το πούμε απλά: η διασφάλιση της
ποιότητας του αστικού περιβάλλοντος της Αθήνας γενικά, αλλά και ειδικά του
δημόσιου χώρου --με το Ελληνικό να μπορεί να αναδειχθεί σε καταλύτη προς αυτή
την κατεύθυνση-- είναι αυτή καθαυτή ανάπτυξη, και μάλιστα για όλους».
Σε αποφασιστική
καμπή. Ο Λουκάς Αξελός θέτει τέσσερα σημεία για τη στρατηγική της Αριστεράς.
Και καταλήγει: «Η πραγματικότητα ωμά συμπυκνώνει, όπως και 200 χρόνια πριν, τα
αιτήματα του ελληνικού λαού στο τρίπτυχο: Εθνική Ανεξαρτησία-Δημοκρατία-Κοινωνική Δικαιοσύνη.
Έχω κατ’ επανάληψη τονίσει ότι ο αποφασιστικός κρίκος φέρει το όνομα Δημοκρατία.
Η
Ελλάδα χρειάζεται το νέο 1843 της, η Ευρώπη το νέο 1848 της. […] Οι
Άγγλοι μεταλλωρύχοι, παρότι δεν μπόρεσαν να το πραγματώσουν, διατύπωσαν με περισσή
σαφήνεια το τι και το πώς: «Τα μεγάλα
φαντάζουν μεγάλα / γιατί είμαστε στα γόνατα. / Γι’ αυτό σηκωθείτε!».
Πώς έγινε
κομμάτια το ατσάλι. Ο Νίκος
Σαραντάκος, στη μόνιμη στήλη του «Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία»,
γράφει για τον χάλυβα, το ατσάλι και τις χαλυβουργίες: «Ίσως η λέξη του σημερινού σημειώματος να μην
ακούστηκε πάρα πολύ όλον τον προηγούμενο μήνα, παρά μόνο στο τέλος του, αλλά
νομίζω ότι επιβάλλεται να της αφιερώσω το σημερινό άρθρο, αφενός επειδή το
αμέλησα την προηγούμενη φορά που η λέξη ακουγόταν πολύ, τότε με τη μεγάλη
απεργία, και αφετέρου επειδή, έτσι όπως πάνε τα πράγματα, σε λίγο μπορεί να μην
υπάρχει πια χαλυβουργία στην Ελλάδα· οπότε, το σημερινό σημείωμα είναι
αφιερωμένο στη λέξη χάλυβας, τα
συνώνυμά της και τις παραφυάδες τους».
Mια βίαιη
στρατολόγηση. Μήπως και ήταν ο λόρδος Βύρωνας μνημονιακός; Ο Βασίλης Δρουκόπουλος σχολιάζει καυστικά
πρόσφατη συνέντευξη του καθηγητή Ρόντρικ Μπίτον, στην οποία υποστήριζε ότι ο
Βύρωνας, με τα σημερινά δεδομένα, θα ήταν μάλλον… «μνημονιακός»! Και καταλήγει
ο Β. Δρουκόπουλος: «Όταν η σορός Βύρωνα του έφτασε στο Λονδίνο, οι δρόμοι της
πόλης είχαν γεμίσει από εργάτες που πενθούσαν τον λατρεμένο τους ποιητή, σε
αντίθεση που τους ευγενείς έστειλαν άδειες τις άμαξές τους, δηλώνοντας την
περιφρόνησή τους για ένα λόρδο που είχε απαρνηθεί την τάξη του, ενώ ο πρωτοπρεσβύτερος
του Westminster αρνήθηκε την ταφή στο Poets’ Corner
του Αββαείου […]. Παράδοξα συμβάντα, αν δώσει κάποιος απόλυτη πίστη στην
παρατήρηση του Μπίτον με αφορμή τη στάση του Βύρωνα σε σχέση με το επαναστατικό-πατριωτικό
κίνημα των καρμπονάρων στην Ιταλία: “Ο Βύρωνας, ως το τέλος, θα παραμείνει
έντονα αφοσιωμένος στην τάξη του. Το να σηκώσει όπλο ενάντια στην αριστοκρατία
θα ήταν σαν να κάνει πόλεμο ενάντια στον εαυτό του”. Ύστερα από όσα συνολικά προηγήθηκαν
πρέπει τελικά οι “αντιμνημονιακοί” να αντιπαθούν τον Βύρωνα όπως διατείνεται ο
καθηγητής Μπίτον;».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου