Ο
προϋπολογισμός αποτυπώνει του 2018 είναι μία “φωτογραφία” της στιγμής. Περιλαμβάνει τις
ταμειακές ροές της χρήσης αναφοράς (2018), το σύνολο των εσόδων δηλαδή και το σύνολο των δαπανών που θα πραγματοποιηθούν μέσα στη χρήση.
Αυτό
που δεν αποτυπώνει, σχετικά με τα έσοδα, είναι το ταμειακό αποτέλεσμα που
διαμορφώνεται στον τομέα αναφοράς (πχ νοσοκομείο) κατά το τέλος της
προηγούμενης χρήσης (2017). Από τα μέχρι τώρα στοιχεία των νοσοκομείων
(23/11/2017) αυτό που με βεβαιότητα προκύπτει είναι ότι το σύνολο των καθαρών
ταμειακών διαθεσίμων τους (αφού δηλαδή αφαιρεθούν οι ανεξόφλητες και οι
ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις τους σε προμηθευτές) θα διαμορφωθεί σε 400 εκ. ευρώ
περίπου. Αυτός είναι ο λόγος που οι επιχορηγήσεις από τον Τ/Π είναι μειωμένες
για το 2018. Πέρα από αυτό, όσες και να είναι οι επιχορηγήσεις , το βασικό στοιχείο που μας δείχνει τη
δυνατότητα του συστήματος υγείας να προμηθεύεται φάρμακα, ιατροτεχνολογικό
υλικό και γενικά να παρέχει επαρκείς και ποιοτικές υπηρεσίες , αποτυπώνεται στο σκέλος των δαπανών και όχι
των εσόδων.
Στο
σκέλος των δαπανών (ή αλλιώς όριο δαπανών/αγορών), όπως φαίνεται από τον πίνακα
3.22 σελ. 106 της εισηγητικής του Προϋπολογισμού, δεν αναμένεται ουσιαστική
μεταβολή σε σχέση με το 2017.
Πιο συγκεκριμένα, οι πραγματικές δαπάνες του 2018
αναμένεται να διαμορφωθούν στα 2.224 δις ευρώ (νοσοκομεία και ΥΠΕ-ΠΕΔΥ). Το
παραπάνω νούμερο προκύπτει ως εξής: Αθροίζω τα έξοδα (2.507+ 190)= 2.697,
αφαιρώ τις εθνικολογιστικές προσαρμογές (είναι ουσιαστικά η μεταβολή των
απλήρωτων υποχρεώσεων) που είναι 208 εκ. ευρώ, αφαιρώ τέλος τα αντικριζόμενα
έξοδα (που δεν είναι δαπάνες των νοσοκομείων και αντικρίζονται με τα αντίστοιχα
«αντικριζόμενα έσοδα») 265 εκ. ευρώ και καταλήγω στο 2.224 δις ευρώ. Το αντίστοιχο ποσό για το 2017 είναι 2.242 δις ευρώ, μειωμένο κατά 18 εκ. ευρώ (λόγω της μνημονιακής δέσμευσης
για ισόποση μείωση του ορίου για το claw back
των νοσοκομειακών φαρμάκων ). Και τα δύο ποσά (2.242 δις ευρώ για το 2017
και 2.224 δις ευρώ για το 2018) είναι πιο αυξημένα από τα ποσά που προέβλεπε το
μεσοπρόθεσμο (ΜΠΔΣ 2018-2021) που ψηφίστηκε τον Μάιο (πίνακας 3.15). Αν
θελήσουμε να συγκρίνουμε τα όρια δαπανών των νοσοκομείων σε σχέση με τα δύο
μεσοπρόθεσμα προγράμματα (ΜΠΔΣ 2015-2018) προκύπτουν συνολικά αυξημένα όρια κατά
700 εκ. ευρώ περίπου - στην τετραετία- σε δημοσιονομική βάση (χωρίς δηλαδή το clawback).
Η ουσία του προβλήματος είναι το όντως χαμηλό όριο δαπανών του Συστήματος Υγείας , είτε αυτό
αφορά τα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας ,είτε
τον ΕΟΠΥΥ και τη φαρμακευτική
δαπάνη. Οι κλειστοί προϋπολογισμοί που μας έχουν επιβληθεί από το Μνημόνιο δεν
επαρκούν για να καλύψουν με πληρότητα τις αυξημένες υγειονομικές ανάγκες της
κοινωνίας στην περίοδο της κρίσης. Παρ’
όλα αυτά, καταφέραμε να στηρίξουμε και
να αναβαθμίσουμε λειτουργικά τις δημόσιες δομές , να προχωρήσουν προσλήψεις μόνιμων και
επικουρικών γιατρών καθώς και λοιπού προσωπικού, να ενισχυθούν οι
προϋπολογισμοί των νοσοκομείων , να αυξηθεί η δυνατότητα του ΕΣΥ να καλύπτει
ανάγκες αξιόπιστης φροντίδας των πολιτών . Στο ίδιο μνημονιακό περιβάλλον λοιπόν
καταφέρνουμε να υλοποιούμε ένα
διαφορετικό πολιτικό σχέδιο που περιλαμβάνει την καθολική και ισότιμη κάλυψη του πληθυσμού , την προτεραιότητα
στη δημόσια περίθαλψη , τη στροφή στην ΠΦΥ και την «ηθικοποίηση» του
Συστήματος .
Ο προϋπολογισμός του 2018 είναι ένας ακόμα προϋπολογισμός δημοσιονομικής
προσαρμογής και στενότητας πόρων χωρίς όμως περαιτέρω δυσμενείς επιπτώσεις στη
λειτουργία του Δημόσιου Συστήματος Υγείας . Όμως , δεν έχουμε μείωση του ορίου
αγορών , δηλαδή των λειτουργικών δαπανών του ΕΣΥ , το οποίο παραμένει σταθερό
στο πλαίσιο του Μεσοπρόθεσμου( ΜΠΔΣ). Αυτό που μειώνεται είναι η κρατική
χρηματοδότηση προς τα νοσοκομεία και τις ΥΠΕ , που όμως αντισταθμίζεται από την
ισοδύναμη αύξηση της μεταβίβασης πόρων του ΕΟΠΥΥ προς το ΕΣΥ και από τα υψηλά
ταμειακά διαθέσιμα των νοσοκομείων. Αυτό που αφορά τους πολίτες και τους
εργαζόμενους στο ΕΣΥ δεν είναι το ύψος των πληρωμών προς τους προμηθευτές ,
αλλά το ύψος της δαπάνης που μπορεί να
πραγματοποιηθεί , δηλαδή το κόστος των φαρμάκων, υλικών και υπηρεσιών που μπορούν να «αγοράσουν» οι δημόσιες δομές για να λειτουργήσουν
εύρυθμα. Οι πολιτικές επιλογές για την
Υγεία φαίνονται στα έξοδα , δηλαδή στις παροχές προς τους ασθενείς. Και τα
έξοδα δεν μειώνονται. Όσον αφορά τα έσοδα, αυτά δεν εξαντλούνται μόνο στις
επιχορηγήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό. Η κοινωνική ασφάλιση συνεισφέρει
πολύ σημαντικά ποσά από το 2016 και μετά , ενώ τα ταμειακά διαθέσιμα των
νοσοκομείων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και αναμένεται να ξεπεράσουν τα 400 εκ.
ευρώ στο τέλος του 2017. Άρα ούτε ελλείμματα στα νοσοκομεία πρόκειται να δημιουργηθούν .
Το κρίσιμο πολιτικό ζήτημα λοιπόν είναι
η «αγοραστική δύναμη» του ΕΣΥ, η
οποία έχει αυξηθεί σε σχέση με το προηγούμενο ΜΠΔΣ 2015-2018 . Ο στόχος της
στήριξης του Συστήματος Υγείας και της λειτουργικής αναβάθμισης των δημόσιων
δομών (Νοσοκομεία, Κέντρα Υγείας, Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, Φορείς
αντιμετώπισης των Εξαρτήσεων κλπ) , με δεδομένους τους δημοσιονομικούς
περιορισμούς , μπορεί να υλοποιηθεί αξιόπιστα με τον προϋπολογισμό του 2018.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου