ΑΛΛΑΓΗ EMAIL

Οι φίλοι αναγνώστες μπορεί να στέλνουν τα μηνύματά τους στο εμέηλ gmosxos1@hotmail.com στο οποίο θα προτιμούσε ο διαχειριστής να τα λαμβάνει. Παράλληλα άνοιξε και ισχύει πάλι το εμέηλ gmosxos23.6.1946@gmail.com το οποίο μπορείτε να χρησιμοποιείτε σε περίπτωση που αδυνατείτε να κάνετε χρήση του hotmail.com
ΤΗΛ. ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 6938.315.657 & 2610.273.901

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2021

Ανήμερα της 28ης Οκτωβρίου 1940 σκοτώθηκε ο ''Θεός''

Ιωαννίδης (ή Θεός) Ιωάννης (144/15-1-42) του Γεωργίου και της Ελισσάβετ, ετών 62, κάτοικος εν ζωή Πατρών εκ Κυπαρισσίας Μεσσηνίας, πλανόδιος καπνοπώλης, άγαμος, σκοτώθηκε από τους βομβαρδισμούς Ιταλικών αεροπλάνων στις 28/10/1940 επί της συμβολής Ρήγα Φεραίου και Καρόλου, την 10.30 π.μ. Τα παραπάνω αναφέρονται στην ληξιαρχική πράξη θανάτου του Γιάννη ''Θεού''. (Από το αρχείο Γιώργου Μόσχου).

 

Ο Γιάννης Ιωαννίδης, από τα αεροπλάνα των φασιστών Πελαργών, που με την παραδοξολογία του ενέπνευσε συγγραφείς καθώς νόμιζε ότι είναι ο Θεός!

Στις 15 Ιανουαρίου του 1942, δυόμιση μήνες μετά το θάνατό του, ο 54χρονος μηχανικός Πολύβιος Πανουτσόπουλος δηλώνει στον Ληξίαρχο Πατρέων, Δήμαρχο Ιωάννη Βλάχο, τον θάνατο του Γιάννη Ιωαννίδη, γνωστό τύπο στους Πατρινούς, που σκοτώθηκε στις 28 Οκτώβρη από βόμβα  των ιταλικών φασιστικών αεροπλάνων, στις 10.30' το πρωί, στην συμβολή των οδών Ρ. Φεραίου και Καρόλου. (Από το πατραϊκό δημοτικό αρχείο Ληξιαρχείου Θανάτων).

Το επώνυμό του ήταν Γιάννης Ιωαννίδης. Γεννήθηκε στην Κυπαρισσία το 1873. Ο πατέρας του ήταν τσαγκάρης και η μητέρα του νοικοκυρά. Έκαναν δύο παιδιά, τον Γιάννη και τον Αντώνη. Άγνωστο πότε μετακόμισαν στην Πάτρα και έπιασαν ένα σπίτι στην οδό Μαιζώνος, στον αριθμό 8. Στο ισόγειο ήταν το τσαγκάρικο και στο πάνω πάτωμα το σπίτι.

Ο πατέρας έμαθε την τέχνη του στον Αντώνη και ήθελε να σπουδάσει τον Γιάννη, ο οποίος έτσι έφτασε μέχρι τη Γ΄ τάξη του Α'  Γυμνασίου. Ήταν ένας πολύ καλός και ευφυής μαθητής.

Ο νους του σάλεψε στα 15-16 χρόνια του και οι πιθανότητες της εκδήλωσης της τρέλας του συγκλίνουν στην κληρονομική νόσο.

Όλα ξεκίνησαν στο κοτέτσι του σπιτιού του. Η μάνα του η κ. Ελισάβετ άκουσε κακαρίσματα και όταν βγήκε να δει τι γίνεται είδε τον Γιάννη να έχει διώξει τις κότες και να κάθεται πάνω στα αυγά. «Βγάνω τα πουλιά μάνα» της είπε.

Εκείνη έκανε το λάθος να μην κρατήσει μυστική αυτή την κατάσταση. Το ανέφερε σε μια φίλη της και εκείνη το διέδωσε σε όλη τη γειτονιά. Τότε άρχισαν οι μεγάλοι περίπατοι του Γιάννη διαβάζοντας ιπποτικά μυθιστορήματα και ξένες γλώσσες άνευ διδασκάλου. Πότε περπατούσε και διάβαζε σε πολύ μεγάλες αποστάσεις, και πότε έτρεχε σαν κυνηγημένος.

Στη συνέχεια ήρθε η μεγαλομανία και το κόλλημά του με τους Γάλλους. Έλεγε ότι είχε γαλλικό αίμα στις φλέβες του και φωτογραφιζόταν φορώντας τρικαντό στη γνωστή στάση του μεγάλου Ναπολέοντα. Η μητέρα του τον πήγε στην Κεφαλλονιά στον Άγιο Γεράσιμο για να φύγουν τα δαιμόνια αλλά τίποτε δεν έγινε και έτσι ο Γιάννης κατέληξε στο Δρομοκαΐτειο.

Όταν γύρισε στην Πάτρα είχε μπει στο μυαλό του η ιδέα ότι είναι ανώτερο ον, ένας δεύτερος θεός που είχε στόχο να φέρει τους ανθρώπους στον ίσιο δρόμο.

Μιλούσε με ευχέρεια , ήταν ήρεμος και συχνά έδινε πολύ ευφυείς απαντήσεις. Η συμπαθητική μορφή του και η ευγενής παρουσία του τον έκαναν να έρθει σε επαφή με διακεκριμένα πρόσωπα που διασκέδαζαν την παρέα του. Μέσα στις παλαβομάρες που έλεγε κρυβόταν συχνά μια πικρή αλήθεια.

Οι Πατρινοί άκουγαν χωρίς να τον πειράζουν, σε αντίθεση με άλλους γραφικούς τύπους που τους αποτρέλαναν με τη στάση τους. Το παρατσούκλι Θεός του το έδωσαν τα πρώτα χρόνια της τρέλας του όταν διακήρυττε ότι ήταν ο επί της γης θεός.

Οι Πατρινοί τον περιέβαλαν με αγάπη με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια της ζωής του να επικαλείται τη δήθεν θεϊκή του υπόσταση μόνο χάριν αστεϊσμού. Δεν έπαψε να είναι ανισόρροπος, αλλά δεν ενοχλούσε κανέναν.

Στην συνέχεια της ζωής του άσκησε το επάγγελμα του πλανόδιου καπνοπώλη από το οποίο ζούσε στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι όταν τον είδαν για πρώτη φορά νόμισαν ότι πρόκειται για μέλος κάποιας αριστοκρατικής οικογένειας που χρεοκόπησε.

Στις 28 Αυγούστου του 1930 επέστρεψε στην Πάτρα.

Ο Γιάννης ο Θεός είχε και πολλές αθλητικές ικανότητες. Ήταν ένας από τους πρώτους και πιο επιδέξιους ποδηλάτες της Πάτρας, είχε λάβει μέρος στα 34 του στους αγώνες του Παναχαϊκού Γυμναστικού Συλλόγου στα 10.000 μέτρα εις δημοσίας οδούς και έπαιξε και καλό ποδόσφαιρο.

Η εμφάνιση και οι παραδοξολογίες του ενέπνευσαν πολλούς συγγραφείς της εποχής.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στην Πάτρα πουλώντας καπνό με το βαλιτσάκι του ντυμένος όπως πάντα σαν λόρδος. Οι Πατρινοί είχαν συνηθίσει την παρουσία του και δεν τον ενοχλούσαν. 

Ο βομβαρδισμός τον βρήκε στη συμβολή των οδών Ρ. Φεραίου και Καρόλου. Πέρασε σχεδόν μια ώρα μέχρι να τον μεταφέρουν στο Δημοτικό Νοσοκομείο. Η σειρά του να χειρουργηθεί ήρθε όταν ήταν πια αργά. Τις τελευταίες στιγμές του τις πέρασε στον περίβολο του νοσοκομείου εκλιπαρώντας: «Πάρτε με και μένα, άνθρωπος είμαι, δεν είμαι θεός. Έτσι το 'λεγα».

Τρελός ήταν και ο αδελφός του Γιάννη, ο Αντώνης, ο οποίος γινόταν στόχος άγριου ντόρου. Τον κατάβρεχαν και τον πετροβολούσαν. Το καλοκαίρι του 1903 εξαφανίστηκε από το σπίτι του στη οδό Μαιζώνος. Οι εφημερίδες έγραψαν ότι είχε καταστεί μανιακός.

Η κατάληξή του ήταν ο εγκλεισμός στο ψυχιατρείο της Κέρκυρας.

___________

(Με στοιχεία από το βιβλίο του αείμνηστου Νίκου Πολίτη "Οι ωραίοι τρελοί της παλιάς Πάτρας")

Δεν υπάρχουν σχόλια: