Ο δικτάτορας Μεταξάς εν μέσω του δημιουργήματός του, της ΕΟΝ. |
Το βράδυ της 4ης Αυγούστου 1936 ο
Ι. Μεταξάς καλεί το Υπουργικό Συμβούλιο της μεταβατικής κυβέρνησης που έχει
συγκροτήσει για να τους ανακοινώσει τα έκτακτα μέτρα. Μόνοι γνώστες του τι
περιλαμβάνουν αυτά τα μέτρα είναι ο υφυπ. Εσωτερικών Στυλακάκης και ο υφυπ.
Στρατιωτικών Παπαδήμας. Άνθρωποι του στενού περιβάλλοντος του Μεταξά.
Οι άλλοι μαθαίνουν όταν φθάνουν στο Υπ.
Εξωτερικών, όπου έχει ορισθεί ως τόπος για την συνάντηση. Εκεί βλέπουν τα
έκτακτα μέτρα προφύλαξης κλπ και μπαίνοντας ο Μεταξάς τους ανακοινώνει ότι έχει
κηρύξει δικτατορία, με την έγκριση του Βασιλιά Γεώργιου. Κλείσιμο της Βουλής,
αναστολή πολιτικών δικαιωμάτων, κατάργηση συνδικαλιστικών δράσεων,
στρατοκρατία.
Από αυτούς μόνον δύο αρνούνται να υπογράψουν
τα σχετικά διατάγματα για την κατάργηση του Συντάγματος και το ρίξιμο των
Ελλήνων στο… γύψο! Πρόκειται για τους υπουργ. Προνοίας Ελευθεριάδη και τον
υφυπ. Οικονομικών Βαλαωρίτη, οι οποίοι και παραιτούνται. Ο υπουργ. Οικονομικών
Μαντζαβίνος ζητάει να τον απαλλάξει ο Μεταξάς από τα καθήκοντά του και αποδέχεται
να βοηθήσει στη δικτατορία, αλλά από άλλη θέση!
Αιφνιδιάστηκαν απόλυτα τα πολιτικά κόμματα
και τα συνδικάτα, καθώς ο Στρατός μετά το κίνημα του 1935 είχε εκκαθαριστεί από
τα φιλελεύθερα και δημοκρατικά στελέχη,
η Αστυνομία συμμετείχε χωρίς άρνηση και ο Μεταξάς είχε προωθήσει σε θέσεις
κλειδιά από το Μάρτη του 1936, που έγινε υπουργός Στρατιωτικών, δικούς του
ανθρώπους και περισσότερους από τον Απρίλη του 1936 μετά τον θάνατο του πρωθυπουργού
Δεμερτζή, οι οποίοι προέρχονταν από το κίνημα του 1923 (1).
(1) Ηταν η "αντεπανάσταση" του 1923 που δεν είχε
ιδεολογικά κίνητρα και σαφή προσανατολισμό, οι πρωταγωνιστές της δεν είχαν την
ίδια τοποθέτηση και πολιτική αφετηρία και πολύ γρήγορα κατεστάλη.
Οι ηγέτες του κινήματος αυτού, οι βενιζελικοί στρατηγοί Λεοναρδόπουλος και Γαργαλίδης νικήθηκαν από την αποφασιστικότητα που έδειξε ο Πλαστήρας και οι υπόλοιποι στρατιωτικοί ηγέτες της "επανάστασης του 22" και ταυτόχρονα άρχισαν οι διεργασίες για την έξωση του βασιλιά Γεωργίου.
Το κίνημα της 21ης-22ας Οκτωβρίου έμοιαζε κάπως στην πολυσυλλεκτικότητα των συμμετεχόντων με αυτό του 1909 που χαρακτηρίστηκε ως "προνουνσιαμέντο". Οι ιστορικοί το καταγράφουν ως το κίνημα που έγινε από -ασυνήθιστες για τα ελληνικά πραξικοπήματα συμμαχίες- ένα μείγμα αντιβενιζελικών και βενιζελικών που βρίσκονταν σε δυσμένεια, βασιλοφρόνων που φοβόταν την επιβολή της αβασίλευτης δημοκρατίας, με ηγέτες τους στρατηγούς Γαργαλίδη και Λεοναρδόπουλο οι οποίοι είχαν δεσμούς με το βενιζελικό κόμμα, ενώ ταυτόχρονα μαζί τους ήταν ένα από τα «αστέρια» των βασιλικών , ο περιβόητος συνταγματάρχης Ζήρας. Η καταστολή του έγινε τόσο γρήγορα που σχεδόν η κοινή γνώμη δεν αντελήφθη τίποτε. Ωστόσο, οι παρενέργειες που άφησε ήταν αντιστρόφως ανάλογες. Και ενίσχυσε το γόητρο εκείνων των αξιωματικών που ήταν στην εξουσία και στάθηκε η αφορμή για να εκδιωχθεί λίγο αργότερα ο Γεώργιος που θεωρήθηκε από τους δημοκρατικούς αξιωματικούς ότι ήταν ο ηθικός αυτουργός.
Οι ηγέτες του κινήματος αυτού, οι βενιζελικοί στρατηγοί Λεοναρδόπουλος και Γαργαλίδης νικήθηκαν από την αποφασιστικότητα που έδειξε ο Πλαστήρας και οι υπόλοιποι στρατιωτικοί ηγέτες της "επανάστασης του 22" και ταυτόχρονα άρχισαν οι διεργασίες για την έξωση του βασιλιά Γεωργίου.
Το κίνημα της 21ης-22ας Οκτωβρίου έμοιαζε κάπως στην πολυσυλλεκτικότητα των συμμετεχόντων με αυτό του 1909 που χαρακτηρίστηκε ως "προνουνσιαμέντο". Οι ιστορικοί το καταγράφουν ως το κίνημα που έγινε από -ασυνήθιστες για τα ελληνικά πραξικοπήματα συμμαχίες- ένα μείγμα αντιβενιζελικών και βενιζελικών που βρίσκονταν σε δυσμένεια, βασιλοφρόνων που φοβόταν την επιβολή της αβασίλευτης δημοκρατίας, με ηγέτες τους στρατηγούς Γαργαλίδη και Λεοναρδόπουλο οι οποίοι είχαν δεσμούς με το βενιζελικό κόμμα, ενώ ταυτόχρονα μαζί τους ήταν ένα από τα «αστέρια» των βασιλικών , ο περιβόητος συνταγματάρχης Ζήρας. Η καταστολή του έγινε τόσο γρήγορα που σχεδόν η κοινή γνώμη δεν αντελήφθη τίποτε. Ωστόσο, οι παρενέργειες που άφησε ήταν αντιστρόφως ανάλογες. Και ενίσχυσε το γόητρο εκείνων των αξιωματικών που ήταν στην εξουσία και στάθηκε η αφορμή για να εκδιωχθεί λίγο αργότερα ο Γεώργιος που θεωρήθηκε από τους δημοκρατικούς αξιωματικούς ότι ήταν ο ηθικός αυτουργός.
Το
ιστορικό του κινήματος Γαργαλίδη-Λεοναρδόπουλου.
Από το τέλος του 1922 και ενώ είχε εδραιωθεί
μετά την Μικρασιατική Καταστροφή η «επανάσταση», το θέμα των εκλογών είχε γίνει
το αντικείμενο διαμάχης στους κόλπους του στρατιωτικού και του πολιτικού
κόσμου. Οι στρατιωτικοί που υποστήριζαν το αβασίλευτο καθεστώς προτιμούσαν την
επ' αόριστον παράταση του στρατιωτικού καθεστώτος και την άμεση έξωση της
μοναρχίας.
Από την άλλη η διαλλακτική μερίδα ,υπό την ηγεσία του Γονατά και του Πλαστήρα, ευθυγραμμιζόταν προς την πολιτική του Βενιζέλου για επιστροφή στην κοινοβουλευτική νομιμότητα αμέσως μετά το διακανονισμό της Λωζάνης (καλοκαίρι του 1923).
Από την άλλη η διαλλακτική μερίδα ,υπό την ηγεσία του Γονατά και του Πλαστήρα, ευθυγραμμιζόταν προς την πολιτική του Βενιζέλου για επιστροφή στην κοινοβουλευτική νομιμότητα αμέσως μετά το διακανονισμό της Λωζάνης (καλοκαίρι του 1923).
Ο Στυλ. Γονατάς ήταν Πατρινός πολιτικός που
μαζί με τους Θ. Πάγκαλο και Βασ. Ντερντιλή έφτιαξαν τα γερμανοντυμένα τάγματα
Ασφαλείας στην κατοχή. Ο γιος του Β. Ντερντιλή, Νικ. Ντερντιλής ήταν αυτός που
με το πιστόλη στο χέρι δίπλα στο άρμα κατηύθυνε την επέμβαση στο Πολυτεχνείο το
βράδυ της 17-11-1973.
Κατά μία ιστορική εκδοχή η πρόθεση αυτών των τελευταίων που διατηρούσαν και τον έλεγχο του κράτους ήταν να εξασφαλισθεί με κατάλληλα μέτρα η μεταβίβαση της εξουσίας σε ένα κοινοβούλιο φιλικό προς την Επανάσταση.
Τα σχέδια αυτά υιοθετούσαν ακόμα και κάποιοι πολιτικοί της βενιζελικής παράταξης. Στην αντιβενιζελική μερίδα, ο μόνος υπολογίσιμος αντίπαλος των Φιλελευθέρων, μετά την εκτέλεση των ηγετικών στελεχών του ‘22, ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς, ο μετέπειτα δικτάτορας.
Τελικώς στις 18 Οκτωβρίου του 1923 δημοσιεύτηκε το διάταγμα της προκήρυξης των εκλογών της Δ’ Εθνικής των Ελλήνων Συνέλευσης, που όριζε ημέρα ψηφοφορίας τη 2η Δεκεμβρίου, ενώ στις 19 Οκτωβρίου έγινε η άρση του στρατιωτικού νόμου και της λογοκρισίας. Στις 21 του ίδιου μήνα ξέσπασε κίνημα κατά της κυβέρνησης, το οποίο χαρακτηρίστηκε ως "αντεπανάσταση".
Σε αυτή την στρατιωτική ενέργεια πήραν μέρος τα πιο ετερόκλητα στοιχεία του στρατεύματος. Αντιβενιζελικοί, ουδέτεροι, βασιλικοί , ακόμη και βενιζελικοί που αισθάνονταν παραγκωνισμένοι από του ανθρώπους του Κονδύλη και του Χατζηκυριακου που είχαν το πάνω χέρι στην κυβέρνηση.
Ο στρατηγός Λεοναρδόπουλος για παράδειγμα ήταν ένας από τους πιο συγκρατημένους αξιωματικούς, για πολλά χρόνια δίδασκε το μάθημα της αρχιτεκτονικής στη Σχολή Ευελπίδων. Είχε δε πάρει μέρος στην «Άμυνα», μαζί με τον Βενιζέλο το 1916, του οποίου υπήρξε στενός φίλος. Κι ενώ ήταν 10 χρόνια αρχαιότερος του ίδιου του Πάγκαλου εκείνος τον αντικατέστησε με δικό του συμμαθητή στο Δ’ Σώμα Στρατού!.
Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον στρατηγό Γαργαλίδη(προερχόταν από τη σχολή υπαξιωματικών) ο οποίος δεν γλίτωσε την αντικατάσταση, αυτή τη φορά από τον Οθώνειο, έναν από τους ανθρώπους του καθεστώτος(δίκασε τους «έξι», έγινε και πρωθυπουργός για λίγο αργότερα)
Οι βασιλόφρονες ειδικά αξιωματικοί ήταν στην μεσαία ιεραρχία, οι περισσότεροι στον βαθμό του ταγματάρχη, μεταξύ αυτών οι Σκυλακάκης, Μανιαδάκης, Παναγάκος που αργότερα έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στις δικτατορικές κυβερνήσεις του Μεταξά(1936).
Βασιλικός ήταν, όπως προανέφερα και ο συνταγματάρχης Ζήρας, που είχε πάντως φήμη καλού αξιωματικού, ιδιαίτερα την εποχή που υπηρέτησε στην Μικρά Ασία.
Αιτήματά των κινηματιών υπήρξαν η διάλυση του κινήματος του Πλαστήρα το 1922 το οποίο και είχε προηγηθεί , καθώς και ο διορισμός νέας κυβέρνησης για τη διενέργεια εκλογών.
Το κίνημα αυτό κατεστάλη σχεδόν αμέσως, όμως επηρέασε σημαντικά τα πολιτικά δεδομένα της χώρας, καθώς οι στρατιωτικοί ιθύνοντες πίεσαν για την έξωση του Γεωργίου και την ανακήρυξη του αβασίλευτου πολιτεύματος.
Οι κινηματίες του Πλαστήρα το 1922 προχώρησαν σε εκκαθάριση του στρατεύματος από 1.284 αντιβενιζελικούς αξιωματούχους τους οποίους κατηγόρησαν για συμμετοχή στο κίνημα του 1923.
Πίεσαν και τελικά πέτυχαν την έξωση του βασιλιά Γεωργίου Β’ από την Ελλάδα στις 18 Δεκεμβρίου(τον “έδειξαν” ως ένοχο αφού δύο υπασπιστές του συμμετείχαν στο κίνημα). Ταυτόχρονα προέβαλαν το θέμα της εγκαθίδρυσης της Αβασίλευτης Δημοκρατίας.
Κατά μία ιστορική εκδοχή η πρόθεση αυτών των τελευταίων που διατηρούσαν και τον έλεγχο του κράτους ήταν να εξασφαλισθεί με κατάλληλα μέτρα η μεταβίβαση της εξουσίας σε ένα κοινοβούλιο φιλικό προς την Επανάσταση.
Τα σχέδια αυτά υιοθετούσαν ακόμα και κάποιοι πολιτικοί της βενιζελικής παράταξης. Στην αντιβενιζελική μερίδα, ο μόνος υπολογίσιμος αντίπαλος των Φιλελευθέρων, μετά την εκτέλεση των ηγετικών στελεχών του ‘22, ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς, ο μετέπειτα δικτάτορας.
Τελικώς στις 18 Οκτωβρίου του 1923 δημοσιεύτηκε το διάταγμα της προκήρυξης των εκλογών της Δ’ Εθνικής των Ελλήνων Συνέλευσης, που όριζε ημέρα ψηφοφορίας τη 2η Δεκεμβρίου, ενώ στις 19 Οκτωβρίου έγινε η άρση του στρατιωτικού νόμου και της λογοκρισίας. Στις 21 του ίδιου μήνα ξέσπασε κίνημα κατά της κυβέρνησης, το οποίο χαρακτηρίστηκε ως "αντεπανάσταση".
Σε αυτή την στρατιωτική ενέργεια πήραν μέρος τα πιο ετερόκλητα στοιχεία του στρατεύματος. Αντιβενιζελικοί, ουδέτεροι, βασιλικοί , ακόμη και βενιζελικοί που αισθάνονταν παραγκωνισμένοι από του ανθρώπους του Κονδύλη και του Χατζηκυριακου που είχαν το πάνω χέρι στην κυβέρνηση.
Ο στρατηγός Λεοναρδόπουλος για παράδειγμα ήταν ένας από τους πιο συγκρατημένους αξιωματικούς, για πολλά χρόνια δίδασκε το μάθημα της αρχιτεκτονικής στη Σχολή Ευελπίδων. Είχε δε πάρει μέρος στην «Άμυνα», μαζί με τον Βενιζέλο το 1916, του οποίου υπήρξε στενός φίλος. Κι ενώ ήταν 10 χρόνια αρχαιότερος του ίδιου του Πάγκαλου εκείνος τον αντικατέστησε με δικό του συμμαθητή στο Δ’ Σώμα Στρατού!.
Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον στρατηγό Γαργαλίδη(προερχόταν από τη σχολή υπαξιωματικών) ο οποίος δεν γλίτωσε την αντικατάσταση, αυτή τη φορά από τον Οθώνειο, έναν από τους ανθρώπους του καθεστώτος(δίκασε τους «έξι», έγινε και πρωθυπουργός για λίγο αργότερα)
Οι βασιλόφρονες ειδικά αξιωματικοί ήταν στην μεσαία ιεραρχία, οι περισσότεροι στον βαθμό του ταγματάρχη, μεταξύ αυτών οι Σκυλακάκης, Μανιαδάκης, Παναγάκος που αργότερα έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στις δικτατορικές κυβερνήσεις του Μεταξά(1936).
Βασιλικός ήταν, όπως προανέφερα και ο συνταγματάρχης Ζήρας, που είχε πάντως φήμη καλού αξιωματικού, ιδιαίτερα την εποχή που υπηρέτησε στην Μικρά Ασία.
Αιτήματά των κινηματιών υπήρξαν η διάλυση του κινήματος του Πλαστήρα το 1922 το οποίο και είχε προηγηθεί , καθώς και ο διορισμός νέας κυβέρνησης για τη διενέργεια εκλογών.
Το κίνημα αυτό κατεστάλη σχεδόν αμέσως, όμως επηρέασε σημαντικά τα πολιτικά δεδομένα της χώρας, καθώς οι στρατιωτικοί ιθύνοντες πίεσαν για την έξωση του Γεωργίου και την ανακήρυξη του αβασίλευτου πολιτεύματος.
Οι κινηματίες του Πλαστήρα το 1922 προχώρησαν σε εκκαθάριση του στρατεύματος από 1.284 αντιβενιζελικούς αξιωματούχους τους οποίους κατηγόρησαν για συμμετοχή στο κίνημα του 1923.
Πίεσαν και τελικά πέτυχαν την έξωση του βασιλιά Γεωργίου Β’ από την Ελλάδα στις 18 Δεκεμβρίου(τον “έδειξαν” ως ένοχο αφού δύο υπασπιστές του συμμετείχαν στο κίνημα). Ταυτόχρονα προέβαλαν το θέμα της εγκαθίδρυσης της Αβασίλευτης Δημοκρατίας.
(Κ. Μπογδανίδης, ΠΑΤΡΙΣ, καθημερινή
Πρωινή εφημερίδα της Κρήτης, 21-10-2003)
Ο πολιτικός κόσμος, Βενιζελικοί και
αντιβενιζελικοί, μετά την αιματηρή κατάπνιξη του κινήματος της 10 Οκτωβρίου
1935 βρίσκονταν σε αδυναμία να συνεργαστεί (2).
(2)
Στις 10 Οκτωβρίου 1935
εκδηλώθηκε φιλοβασιλικό στρατιωτικό κίνημα, οργανωμένο από τον Γεώργιο Κονδύλη
που επικράτησε αμέσως αναίμακτα. Συγκεκριμένα, οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων,
υποστράτηγοσ Αλ. Παπάγος πτέραρχος
Γ. Ρέππας και υποναύαρχος Δ. Οικονόμου, αξίωσαν τηλεσιγραφικά από
τον πρωθυπουργό Παναγή Τσαλδάρη
να παραιτηθεί, πράγμα που ο τελευταίος υποχρεώθηκε να κάνει, γιατί δεν είχε καμιά
δυνατότητα να ενεργήσει διαφορετικά.
Αμέσως σχηματίστηκε κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Γ. Κονδύλη και υπουργό Στρατιωτικών τον Αλ. Παπάγο και την ίδια μέρα παρουσιάστηκε στη συνεδρίαση της Βουλής (Ε΄ Συντακτική Εθνοσυνέλευση), που ήταν η εναρκτήρια μετά τις θερινές διακοπές, και ορκίστηκε. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την κατάληψη της εξουσίας, ο Τσαλδάρης και οι 165 βουλευτές του κόμματός του αποχώρησαν από τη συνεδρίαση. Οι 82 βουλευτές που έμειναν ενέκριναν Ψήφισμα της Κυβέρνησης Κονδύλη, σύμφωνα με το οποίο καταργήθηκε το πολίτευμα της αβασίλευτης δημοκρατίας, επαναφέρθηκε προσωρινά σε ισχύ το Σύνταγμα του 1911 και ορίστηκε η διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τις 3 Νοεμβρίου Ο Κονδύλης έγινε αντιβασιλιάς, διατηρώντας ταυτόχρονα το αξίωμα του πρωθυπουργού, ενώ ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αλ. Ζαΐμης υποχρεώθηκε να παραιτηθεί.
Με το κίνημα της 10ης Οκτωβρίου 1935, η διαδικασία της Παλινόρθωσης της Μοναρχίας μπήκε στην τελική της φάση. Στο δημοψήφισμα της 3 Νοεμβρίου 1935, εγκρίθηκε η αλλαγή του πολιτεύματος, κάτω από τη σκιά του στρατιωτικού νόμου και με αποχή της βενιζελικής παράταξης.
Στις 30 Νοεμβρίου ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄, πέντε μέρες μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ανέθεσε το σχηματισμό κυβέρνησης στον Κ. Δεμερτζή (Βικιπαίδεια για το κίνημα του Ναυτικού)
Νωρίτερα, τον Μάρτη του 1933, με αφορμή το αποτυχημένο Κίνημα του Πλαστήρα, έγινε προσπάθεια να αποδυναμωθούν τα ερείσματα των Φιλελευθέρων στο στρατό. Βασικός στόχος ήταν ο Νικόλαος Πλαστήρας που ήταν και η αιχμή του δόρατος του βενιζελισμού. Οι πιστοί του είχαν φτιάξει μια πολιτικο-στρατιωτική οργάνωση «Δημοκρατική Άμυνα» επικεφαλής της οποίας ήταν ο στρατηγός Αναστάσιος Παπούλας. Άλλοι αξιωματικοί του στρατού είχαν συγκροτήσει την Εθνική Στρατιωτική Οργάνωση (ΕΣΟ) με μέλη της τον συνταγματάρχη Στέφανο Σαράφη και τους αδελφούς Χριστόδουλο και Ιωάννη Τσιγάντες.
Το 1935 μετά από το αποτυχημένο κίνημα του Ναυτικού της 1ης Μαρτίου 1935, στρατιωτικοί τουφεκίστηκαν, αποτάχθηκαν, εξευτελίστηκαν με δημόσια καθαίρεση, την οποία φρόντισε η κυβέρνηση να κινηματογραφίσει.
Στην επικράτηση των βασιλικών συνέβαλαν οι ξένες ευρωπαϊκές δυνάμεις που για λόγους δικών τους συμφερόντων στήριξαν την κυβέρνηση με τα πολεμικά τους πλοία. Το κράτος της Αθήνας επωφελήθηκε από τα διαδοχικά λάθη των επαναστατών και έδρασε με επικεφαλής τον Γεώργιο Κονδύλη . Οι επαναστάτες της Αθήνας υπό τον ναύαρχο Δεμέστιχα μη γνωρίζοντες ότι οι αξιωματικοί της Β. Ελλάδα πίστευαν ότι το Κίνημα στην Αθήνα είχε αναβληθεί, και μην μπορώντας να επικοινωνήσουν με τον ασύρματο, αντί να πάνε να στηρίξουν με τα πλοία τους την Θεσσαλονίκη, όπως τους είχε διαμηνύσει ο Ελευθ. Βενιζέλος, έσπευσαν στην Κρήτη με τον επαναστατημένο στόλο να πάρουν οδηγίες από τον Βενιζέλο.
Έτσι τόσο η Βρετανία όσο και η Γαλλία έδωσαν βοήθεια στην κυβέρνηση των Αθηνών, που την είχε ζητήσει. Στις 6 Μαρτίου κατέπλευσαν στο Φάληρο αγγλικά και γαλλικά πολεμικά πλοία. Η Γιουγκοσλαβία δάνεισε αεροπλάνα στην Αθήνα, ενώ η Ιταλία που ενδιαφερόταν για τον πόλεμο στην Αιθιοπία δέσμευσε τον Πλαστήρα για να μην δυσαρεστήσει την Αγγλία.
Οι κυβερνητικές δυνάμεις βομβάρδισαν αεροπορικώς τις Σέρρες και με όσα πολεμικά πλοία διέθετε η κυβέρνηση την Καβάλα.
Το πρωί της 11ης Μαρτίου ο Καμμένος τηλεγραφεί στον Βενιζέλο ότι τα πάντα χάθηκαν. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας οι κυβερνητικές δυνάμεις είχαν καταλάβει όλες τις επαναστατημένες πόλεις της Βορείου Ελλάδας.
Ο Βενιζέλος που δεν ήθελε να προκαλέσει εμφύλιο το βράδυ της 11ης προς 12η Μαρτίου με το «ΑΒΕΡΩΦ» αναχωρεί από τα Χανιά για την ιταλοκρατούμενη Κάσο.
Στις 18 Μαρτίου ξεκίνησε η δίκη των αξιωματικών της Αθήνας.
Στους κατηγορούμενους προστίθεται και ο απόστρατος συνταγματάρχης Λεωνίδας Σπαής. Ήταν μάρτυρας κατηγορίας στη Δίκη των Έξι. Ευκαιρία λοιπόν να καταδικαστεί σε θάνατο. Ψευδομάρτυρες καταθέτουν ότι ήταν στο Σύνταγμα Ευζώνων. Δεν μπορούν, όμως, να τον αναγνωρίσουν. Δεν έχει σημασία. Ήταν. Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν ισόβια στους Σπαή, Σαράφη, Χριστ. και Ιωαν. Τσιγάντε, Στεφανάκο, Τριανταφυλλίδη και άλλους.
Επιπλέον, στους στρατιωτικούς επεβλήθη η ποινή της καθαίρεσης.
Η καθαίρεση έγινε δημόσια στις 2 Απριλίου 1935. Η ποινή του θανάτου θεωρείτο, για έναν αξιωματικό εκείνης της εποχής, ελαφρότερη από την καθαίρεση. Η κυβέρνηση φρόντισε να κινηματογραφηθούν οι σκηνές.
Στις 3 Απριλίου στρατοδικείο στη Θεσσαλονίκη δίκασε σε θάνατο τον επίλαρχο Στυλιανό Βολάνη ανηψιό του κρητικού μακεδονομάχου. Ο Βολάνης τουφεκίζεται την αυγή της 5ης Απριλίου.
Στις 13 Απριλίου ξεκινά στην Αθήνα η δίκη της «Δημοκρατικής Άμυνας». Κατηγορούμενοι οι Αναστάσιος Παπούλας, Μιλτιάδης Κοιμήσης, Σκανδάλης, Μπιτζάνης κ.α. Η απόφαση ήταν προφανώς προειλημμένη. Ο 78χρονος στρατηγός Αναστάσιος Παπούας έπρεπε να τιμωρηθεί: Εις Θάνατον οι Παπούλας και Κοιμήσης. Τα ξημερώματα της Μεγάλης Τετάρτης 24 Απριλίου οι δύο στρατηγοί που κέρδισαν τα γαλόνια τους στις μάχες, οδηγήθηκαν στο απόσπασμα και τουφεκίστηκαν ζητωκραυγάζοντας υπέρ της Δημοκρατίας.
Συνολικά μέχρι τις 14 Απριλίου του 1935, σε όλη την χώρα, είχαν παραπεμφθεί και δικαστεί 1.130 στρατιωτικοί και πολίτες. Από αυτούς 60 καταδικάστηκαν σε θάνατο.
Οι εκκαθαρίσεις στο στράτευμα και την Αστυνομία-Χωροφυλακή υπήρξαν σαρωτικές. Σε σύνολο 5.000 αξιωματικών των τριών όπλων οι 1.500 περίπου που ήταν Φιλελεύθεροι αποτάχθηκαν ή αποστρατεύθηκαν.
Οι εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936 διεξήχθησαν από την κυβέρνηση του Κωνστ. Δεμερτζής με το σύστημα της απλής αναλογικής. Στις εκλογές συμμετείχαν 1.278.085 ψηφοφόροι που αντιπροσώπευαν το 20,86% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων (6.127.593).
Ήταν οι τελευταίες ελληνικές εκλογές του μεσοπολέμου. Τα κόμματα αδυνατούσαν να σχηματίσουν κυβέρνηση και έτσι η κυβέρνηση Δεμερτζή παρέμεινε. Μετά τον θάνατο του τελευταίου στις 13 Απριλίου 1936, ανέλαβε την πρωθυπουργία ο Ιω. Μεταξάς με ψήφους και της βενιζελικής παράταξης, εκτός του Γ. Παπανδρέου.
Μετά τις αμφίρροπες εκλογές του Ιανουαρίου
1936, είχε παραδώσει στα χέρια του Μεταξά την χώρα. Οι πολιτικοί αρχηγοί των
“Φιλελευθέρων”, “Προοδευτικών”, “Λαϊκών”, “Εργατο – αγροτικών” κλπ. κομμάτων
δώσανε ψήφο ανοχής στον Μεταξά κι όταν κηρύχτηκε η δικτατορία δεν αντέδρασαν
καθόλου. Κι αυτά παρά το γεγονός πως ήταν γνωστό ότι τον είχε κυριεύσει τον
Μεταξά μία άκρατη φιλοδοξία.
Το πρώτου μέλημα του Μεταξά ήταν να
καθυποτάξει το συνδικαλιστικό κίνημα, χρησιμοποιώντας μεθόδους που αντέγραφε
από το Γ. Ράιχ. Σε αυτά βοήθησαν και κάποια στελέχη του ΚΚΕ που στην συνέχεια
έγιναν απόβλητοι της εργατοϋπαλληλικής τάξης, όπως οι Μανωλέας, Τυρήμος κ.α.,
αλλά και σοσιαλδημοκρατών όπως ο Αριστ. Δημητράτος που έγινε υπουργός Εργασίας.
Ο Ιω. Μεταξάς δημαγώγησε με φιλεργατικά μέτρα, όπως το οκτάωρο και η εμπέδωση
του ΙΚΑ, που όμως είχαν εφαρμοσθεί από το 1922, αλλά οι διατάξεις τους
παραβιάζονταν καθημερινά σε βάρος των εργαζομένων, μέσα στο γενικό κλίμα
πολιτικής αστάθειας και πραξικοπημάτων που την προκαλούσαν.
Λίγα
λόγια για το ποιόν του Μεταξά
Με τις πλάτες του Βασιλιά πάει στην Γερμανία και ολοκληρώνει τις σπουδές του στην Πολεμική Ακαδημία του Βερολίνου.
Η πολιτική του φιλοδοξία τον οδηγεί να φτιάξει το κόμμα των Ελευθεροφρόνων το οποίο όμως δεν μπόρεσε ποτέ να βρει λαϊκά ερείσματα. Στις τελευταίες εκλογές που πήρε μέρος το 1936 έλαβε μόνο 50.137 ψήφους.
Η απελπισία του ήταν μεγάλη βλέποντας τα όνειρα του να γκρεμίζονται. Στο ημερολόγιο του έγραψε:
«Εκλογαί. Από χθες είχα την διαίσθησιν της αποτυχίας. Ερημιά σπιτιού. Κέντρον, χαλαρώτης, μόνον οι πιστοί Κεφαλλήνες. Καμία εκδήλωσις έξω. Σήμερον επίσης, παρ’ όλας τας ελπίδας οικείων και φίλων. Νύκτα εξεδηλώθη πλήρως η αποτυχία. Παντού. Εξαιρέσεις Ηλείας και Μεσσηνίας και εκεί μόνον κάτι. Εις Κεφαλληνίαν η επιτυχία όχι πλήρης. Εις Αθήνας η αποτυχία οικτρά. Συμπέρασμα, ο αντιβενιζελισμός δεν με θέλει, με απέβαλεν εκ του μέσου του. Καλλίτερα».
Ο Βασιλιάς ΓΕΩΡΓΙΟΣ και το ΡΕΤΣΙΝΟΛΑΔΟ του Μεταξά
Όλα έδειχναν ότι η πολιτική σταδιοδρομία του Μεταξά έφτανε στο τέλος της. Ο Βασιλιάς Γεώργιος όμως είχε διαφορετική άποψη. Στις 9 του Μάρτη τον διορίζει υπουργό στρατιωτικών και ο δρόμος για τον Μεταξά να εγκαταστήσει την δικτατορία της 4ης Αυγούστου είχε αρχίσει ήδη.
Αμέσως μετά την επικράτηση της δικτατορίας ο Μεταξάς φτιάχνει ένα υφυπουργείο Δημοσίας Ασφάλειας στο υπουργείο Εσωτερικών. Επικεφαλής διορίζει ένα πρόσωπο αφοσιωμένο στην υπόθεση της 4ης Αυγούστου και ιδιαίτερα στον αρχηγό της. Τον Κ. Μανιαδάκη.
Σ’ αυτόν ανατέθηκε να εδραιώσει την δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Με ποιο τρόπο; Μ’ αυτόν που περιγράφει ο Σπύρος Λιναρδάτος στο βιβλίο του «4η Αυγούστου»:
«Τα βασανιστήρια που εφάρμοσαν οι χαφιέδες της αστυνομίας εναντίον των αντιπάλων του καθεστώτος, των κομμουνιστών, σοσιαλιστών, δημοκρατικών, εναντίον των πρωτοπόρων εργατών, φοιτητών, αγροτών και διανοουμένων είναι πολύ δύσκολο να περιγραφούν.
Το ρετσινόλαδο και ο πάγος ήταν από τις κυριότερες μεθόδους βασανισμού για την απόσπαση ομολογιών και δηλώσεως μετανοίας.
Το βασανιστήριο του ρετσινόλαδου εφαρμοζόταν περίπου με τον παρακάτω τρόπο:
Στο τραπέζι του ανακριτή – βασανιστή υπήρχαν τρία ποτήρια, το ένα με 30 δράμια, το άλλο με 75 και το τρίτο με 100 δράμια ρετσινόλαδο. Αν ο ανακρινόμενος δεν ομολογούσε ή δεν υπέγραφε του έδιναν να πιει το πρώτο ποτήρι. Στην περίπτωση που αρνιόταν και έφερνε αντίσταση άρχιζαν το άγριο ξυλοκόπημα, τη φάλαγγα ή χρησιμοποιούσαν άλλες μεθόδους βασανισμού. Ύστερα από μισή ώρα, εφόσον ο αρχιβασανιστής ανακριτής το θεωρούσε σκόπιμο, ακολουθούσε το δεύτερο στάδιο ανάκρισης και ο κρατούμενος έπινε το δεύτερο ποτήρι των 75 δραμίων. Αν η αντίσταση του κρατουμένου ήταν μεγάλη, ύστερα από ένα τετράωρο γινόταν και η τρίτη «ανάκρισις» και τον υποχρέωναν να πιει ένα ποτήρι των 100 δραμίων. Σε αυτό το διάστημα και αρκετές ώρες ύστερα από την επενέργεια του καθαρτικού, ο κρατούμενος ήταν κλεισμένος στο κελί του και δεν του επέτρεπαν να πάει στο αποχωρητήριο. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος και το κελί, στο οποίο τον άφηναν κλεισμένο τέσσερεις, πέντε και περισσότερες μέρες, αληθινός υπόνομος.
Το δεύτερο βασανιστήριο ήταν η στήλη πάγου.
Ανέβαζαν τον κρατούμενο στην ταράτσα της Ασφάλειας και τον υποχρέωναν να καθίσει γυμνός πάνω σε μία στήλη πάγου. Το αποτέλεσμα ήταν ίδιο με του ρετσινόλαδου. Ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος. Πολλές φορές οι βασανιστές τον υποχρέωναν να κάθεται τόση πολλή ώρα πάνω στον πάγο, ώστε ορισμένοι κρατούμενοι πάθαιναν κρυοπαγήματα. Υπάρχει μάλιστα στη ζωή ένας από αυτούς που βασανίστηκαν με τη μέθοδο του πάγου: ο Χρήστος Χριστακάκης, ο οποίος υποφέρει από τις συνέπειες του φοβερού βασανιστηρίου.
Άλλο βασανιστήριο ήταν το τράβηγμα των νυχιών με τσιμπίδες. Σε άλλους έβαζαν σπίρτα στα νύχια και τα άναβαν ή τους έκαιγαν το κορμί με τσιγάρο. Άλλους τους χτυπούσαν με σακκουλάκια άμμο στα πόδια.
Το ξύλο και τα βασανιστήρια γίνονταν συνήθως στην ταράτσα της Γενικής ή Ειδικής Ασφάλειας για να μην ακούγονται οι κραυγές του κρατούμενου. [...] Την εποχή εκείνη “αυτοκτόνησε” σύμφωνα με την εκδοχή της Ασφαλείας, ο χημικός Μαρουκάκης, που είχε συλληφθεί με την κατηγορία ότι ήταν υπεύθυνος του παράνομου Ριζοσπάστη. Στην πραγματικότητα τον Κ. Μαρουκάκη, αφού τον βασάνισαν φρικτά, τον έρριξαν από την ταράτσα και τον σκότωσαν. Με τον ίδιο τρόπο δολοφόνησαν και το γέρο αγωνιστή, στέλεχος της «Εργατικής Βοήθειας», [...] Βαλλιανάτο.
Υπολογίζεται ότι εκτός από τις δεκάδες αγωνιστές που πέθαναν από τις κακουχίες στις φυλακές και τις εξορίες και τις εκατοντάδες που παραδόθηκαν από το ξενοκίνητο καθεστώς της 4ης Αυγούστου στους Γερμανοϊταλούς κατακτητές και εκτελέστηκαν, δώδεκα τουλάχιστον δολοφονήθηκαν στην περίοδο της 4ης Αυγούστου κατά τον ίδιο τρόπο στα διάφορα φασιστικά κάτεργα.
Πάτρα: Οι μεταξικοί περνούν στην υπηρεσία των ναζί
Όλες οι φυλακές των μεγάλων πόλεων, μεταξύ αυτών και της Πάτρας, παραδόθηκαν κλειστές στους γερμανο-ιταλούς.
Γενική αρχή του καθεστώτος ήταν “σακατεύετε αλλά μη σκοτώνετε”. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από το βιβλίο «Η Πάτρα στην Κατοχή και στην Αντίσταση» που αναφέρεται στο βασανισμό, μέσα στα γραφεία των Ες Ες, επί της οδού Κανακάρη, του γραμματέα του πρώτου Συμβουλίου της ΕΠΟΝ Πάτρας Θεόφιλου Αναγνώστου:
«Με παίρνει και με χτυπούσε κατά έναν τρόπο ασυνείδητο… Οι άλλοι χτυπούσαν με οργανωμένο τρόπο. Με χτυπούσαν στον πισινό χαμηλά, λίγο παρακάτω λίγο παραπάνω. Αυτός άρχισε και χτύπαγε οπουδήποτε. Κεφάλι, σώμα… Εγώ τίποτα. Με πάτησε στο πρόσωπο, μου έσπασε τα δόντια κι έβγαλα αίμα απ’ το στόμα. Και τελικά με άφησε αναίσθητο! Μου έριξαν κουβάδες νερό για να συνέλθω».
Οι αφηνιασμένοι βασανιστές δεν μπορούσαν πάντα να συγκρατήσουν το “ζήλο” τους σε ορισμένα όρια. Έπειτα, πολλές δολοφονίες έγιναν προμελετημένα, γιατί το καθεστώς ήθελε να “ξεπαστρέψει” και μερικούς για να φοβηθούν και να “σπάζουν” ευκολότερα οι άλλοι. Σε πολλές δεκάδες φτάνουν οι πολίτες που τρελάθηκαν, έγιναν φυματικοί ή ανάπηροι ή υπέφεραν για πολλά χρόνια ύστερα από τα βασανιστήρια».
Εδώ να συμπληρώσουμε ότι η δικτατορία του Μεταξά στηρίχτηκε από το σύνολο της αστικής τάξης και τα κόμματα της, πρώτα και καλύτερα από τους Βενιζέλους (Ελευθέριο και Σοφοκλή) και από τον Θεμ. Σοφούλη. Και φυσικά και από το «Λαϊκό Κόμμα» του Π. Τσαλδάρη. Επίσης μετά την Κατοχή της χώρας μας από τα στρατεύματα του άξονα το μεγαλύτερο μέρος των ατόμων που στελέχωναν τον μηχανισμό της κυβέρνησης Μεταξά υπηρέτησαν πιστά τους κατακτητές.
Ένα ακόμη παράδειγμα στην Πάτρα είναι με τον τότε διευθυντή του υδροηλεκτρικού εργοστασίου ’’Γλαύκου’’ τον Τάκη Φραγκόπουλο (3) .
(3)
Ο Τάκης Φραγκόπουλος ήταν
όργανο των Γερμανών κατακτητών, ως πρώην
Υποδιοικητής της ΕΟΝ, της νεολαίας του Μεταξά, που στεγάζονταν στο νεοκλασικό της διασταύρωσης Κορίνθου με
Αράτου. Μάλιστα
οι Γερμανοί πρώτα σε αυτόν απευθύνθηκαν μόλις κατέλαβαν την Πάτρα, για να
λάβουν πληροφορίες για τους κομμουνιστές της πόλης. Είχε ιδιαίτερες σχέσεις με
τα Ες Ες και υποδείκνυε αντιφασίστες πολίτες της Πάτρας για να τους συλλάβουν.
Ο γιος του υπήρξε ανακριτής-βασανιστής και η κόρη του ταγματάρχης γερμανικού
γυναικείου εθελοντικού σώματος. Αυτά κατατέθηκαν στη δίκη Φραγκόπουλου που
έγινε μετά την απελευθέρωση στο δικαστήριο δωσιλόγων της Πάτρας. (Σημερινή,
φύλλο 20-4-45, Ο υπεργκέμπελς των Πατρών, που δικάζεται σήμερα ερήμην).
Στεγασμένη στην οδό Όθωνος-Αμαλίας, είχε στήσει τον κατάλληλο μηχανισμό και από κει ότι πληροφορίες μάζευε τις μεταβίβαζε στους καταχτητές. Έπαιρνε μέρος στην παρακολούθηση αντιστασιακών, έκανε βασανισμούς για να αποσπάσει ομολογίες, μα και συλλήψεις και δεν δίσταζε αυτές να τις κάνει μαζί με τους Γερμανούς.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Δεκέμβρη του 1943, όταν στην Πάτρα έδωσε το μεγάλο χτύπημα κατά των οργανώσεων του ΕΑΜ και του ΚΚΕ με την σύλληψη μεγάλων στελεχών, τον βασανισμό τους από τα Ες Ες, τον εγκλεισμό τους και την εκτέλεσή τους από του ναζί στις 23 Φεβρουαρίου του 1944. Ανάμεσά τους και ο Κώστας Γαμβέτας περιφερειακός Γραμματέας. Θύμα τους και ο Κ. Μυλωνάς γραμμ. του ΕΑΜ Πάτρας, που τον σκότωσαν κυνηγώντας τον μέσα στην Πάτρα, λίγα λεπτά μετά τον εντοπισμό του.
Στις 27 Οκτωβρίου 1943, στο μπλόκο των Προσφυγικών συμμετέχουν και τσολιάδες, κατασκευάσματα της φιλομεταξικής πτέρυγας του παλαιού πολιτικού κόσμου. Κάνουν συλλήψεις μαζί με τους Γερμανούς.
Τις φιλοφασιστικές αντιλήψεις του καθεστώτος του, ο Μεταξάς τις διοχετεύει στην νεολαία με την δημιουργία της ΕΟΝ, ενδεδυμένη στο πλαίσιο των Μελανοχιτώνων του ιταλικού Φάτσιο. Η συμμετοχή των μαθητών είναι υποχρεωτική επί ποινή αποβολής άπαξ δια παντός από τα σχολεία. Μεγάλα ονόματα αργότερα, της εθνικής αντίστασης, έχουν θητεύσει στην ΕΟΝ, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, που έχει περάσει από την Πάτρα κ.α.
Η εμμονή στην καλλιέργεια προτύπων προερχομένων από τον αρχαιοΕλληνικό πολιτισμό, οδηγεί στην αρχαιοπληξία και αρχαιοεκμετάλλευση. Οι γυμναστικές επιδείξεις των μαθητών συντελούντος του αρχαιοπρεπούς ντεκόρ οδηγούν στη γελοιοποίηση.
Στην επικράτηση του Μεταξά συνέβαλε και η έκδοση του μαϊμού φιλομεταξικού «Ριζοσπάστη» κάτι που έφερε σύγχυση στους αριστερούς που δεν μπορούσαν να διακρίνουν τον κομμουνιστικό «Ριζοσπάστη» από τον μεταξικό. Αυτό κυριολεκτικά συνέβαλε στην αποδιοργάνωση του ΚΚΕ.
Τις συνέπειες του μεταξικού καθεστώτος δεν έζησε η ελληνική κοινωνία μόνον στην εποχή της γερμανο-ιταλικής Κατοχής. Αυτές οι συνέπειες και οι πρακτικές του καθεστώτος ακολούθησαν τον πολιτικό βίο μέχρι την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών τις επόμενες τρεις δεκαετίες.
Αμβλήθηκαν με την κατάρρευση του καθεστώτος των επίορκων αξιωματικών, υπέβοσκαν στο περιθώριο της ελληνικής κοινωνίας, που απαξίωνε τους εκφραστές της φασιστικής αντίληψης με ποσοστά που ούτε καν καταγράφονταν, όντας της τάξης του 0,30%. Κι ενισχύθηκαν σταδιακά, όταν οι εκφραστές πολιτικοί του δικομματισμού ένοιωσαν στην πλάτη τους την ανάσα του αγανακτισμένου λαϊκού κινήματος.
Τότε ήταν που τα καθεστωτικά ΜΜΕ παρουσίαζαν ρεπορτάζ που δήθεν υπό τον μανδύα της ανεξάρτητης ενημέρωσης πλάσαραν τον φασισμό σε πακέτο αστικόδημοκρατικό.
Αλλά όπως είναι γνωστό, αυτοί οι λειτουργοί της ενημέρωσης, που ευαγγελίζονται σε συχνή παρουσία δημοσιογραφικών ενημερωτικών παρουσιών από τα ΜΜΕ την δήθεν ανάγκη για ελεύθερη ενημέρωση, ενώ στην ουσία κατακεραυνώνουν ότι ελεύθερο αναφύεται στην κοινωνία θέλουν να ξεχνούν ότι πολλές φορές οι… θεσμοί της ενημέρωσης έχουν τόσο πολλές και ισχυρές οργανικές σχέσεις και δεσμεύσεις με την εξουσία, η οποία όπως είναι γνωστό ¨φθείρει και διαφθείρει σε υπερμεγεθή βαθμό.
Συμπερασματικά
14/15-8-1909 – Γουδή – Επικεφαλής συνταγματάρχης Νικ. Ζορμπάς – Πρωθυπουργός δοτός Ελ. Βενιζέλος, τον έφεραν οι στρατιωτικοί.
Από το 1908 εμφανίζονται συνωμοτικοί στρατιωτικοί πυρήνες που σε έναν βαθμό εξέφραζαν αντιδυναστικές στάσεις, ενώ ταυτόχρονα χαρακτηρίζονταν από κριτική ως και απόρριψη προς τα πολιτικά κόμματα. Ο πρώτος πυρήνας του Στρατιωτικού Συνδέσμου δημιουργήθηκε τον Οκτώβριο 1908 αποκλειστικά από ανθυπολοχαγούς. Το πρωτόκολλο του Συνδέσμου υπογράφηκε εν τέλει και από δύο υπολοχαγούς και έναν λοχαγό (συνολικά δέκα άτομα), αλλά η ύπαρξη της συγκεκριμένης συνωμοτικής δράσης έγινε γνωστή στην κυβέρνηση τον Ιούνιο 1909. Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Θεοτόκης παραιτήθηκε στις 4 Ιουλίου για να αναλάβει ο Δημήτριος Ράλλης.
Η αποτυχία του νέου πρωθυπουργού να συλλάβει τους συνωμότες οδήγησε στην εκδήλωση του κινήματος τη νύχτα της 14ης προς τη 15η Αυγούστου 1909. Στους στρατώνες στου Γουδή συγκεντρώθηκαν 449 αξιωματικοί και 2.546 οπλίτες μαζί με χωροφύλακες και πολίτες, καλώντας την κυβέρνηση να υιοθετήσει το πρόγραμμα του Συνδέσμου. Οι βασικές θέσεις του αφορούσαν αλλαγές στο στράτευμα, ενώ υπήρχε ένα γενικό ευχολόγιο για τις αλλαγές που έπρεπε να γίνουν στην εκπαίδευση, τη δικαιοσύνη, την οικονομία και τη διοίκηση.
17-8-1916. - Κίνημα της Εθνικής Αμύνης - Η αρχηγία δόθηκε στον ηθικό αυτουργό του κινήματος τον Ελ. Βενιζέλο, ο οποίος όμως για να την αναλάβει έθεσε ως όρο τη συμμετοχή στρατιωτικών μονάδων στο κίνημα, το οποίο επιθυμούσε πανελληνίως και όχι μόνο στη Μακεδονία.
Τον Αύγουστο του 1914, εξερράγη ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Η ελληνική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Ελ. Βενιζέλο προσπάθησε να διαπραγματευθεί την έξοδο της στον πόλεμο ώστε σε περίπτωση νίκης να έχει το μέγιστο δυνατό εδαφικό όφελος. Μετά από συμμαχικές διαδικασίες βρέθηκε η Βόρεια Ελλάδα να απειλείται με παράδοση στους Βουλγάρους κ.α. συμμάχους με την ανοχή της Αντάτ. Τον Απρίλιο του 1916, 120.000 Σερβικού Στρατού μεταφέρθηκαν στο μακεδονικό μέτωπο. Ταυτόχρονα ήρθαν στην Θεσσαλονίκη, ο Σέρβος βασιλιάς και η κυβέρνηση του. Με δεδομένη αυτή την κατάσταση και με ορατό τον κίνδυνο να ανακηρυχθεί η Θεσσαλονίκη από τους Συμμάχους πρωτεύουσα του Σερβικού κράτους, αποφασίσθηκε από την «Επιτροπή Εθνικής Αμύνης» στις 17 Αυγούστου του 1916, η κήρυξη του Κινήματος της «Επιτροπής Εθνικής Αμύνης». Η χώρα χωρίστηκε στα δύο.
Κίνημα
της 11–9-1922, αφορμή ήταν η ήττα στην Μ. Ασία
Στις 11 Σεπτεμβρίου 1922, ξέσπασε Κίνημα του
Στρατού και του Ναυτικού στη Χίο και τη Λέσβο και σχηματίστηκε
Επαναστατική Επιτροπή από τους πρωτεργάτες της, τους Συνταγματάρχες Νικ. Πλαστήρα, ως
εκπρόσωπο του στρατού της Χίου, και του Πατρινού Στυλ. Γονατά ως
εκπρόσωπο του στρατού της Λέσβου, και τον Αντιπλοίαρχο Δη. Φωκά ως
εκπρόσωπο του Ναυτικού. Ζητούν
παραίτηση του Βασιλιά Κωνσταντίνου υπέρ του
υιού διαδόχου Γεωργίου Β΄, διάλυση της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης, πολιτικά νέα
αχρωμάτιστη κυβέρνηση, προσκόλληση στην Αντάτ, ενίσχυση της Θράκης.
Στις 13 Σεπτεμβρίου τα πολεμικά πλοία συνοδεύοντας
εμπορικά με γεμάτα στρατό, από αυτόν που είχε καταφύγει στη Χίο και τη Λέσβο
μετά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, έφτασαν στο Λαύριο. Την επομένη ο Βσιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ παραιτήθηκε
και έφυγε για την Ιταλία. Βασιλιάς ανακηρύχτηκε ο γιος του και Διάδοχος Γεωργιος Β΄. Στις 15 Σεπτεμβρίου τα επαναστατικά
στρατεύματα μπήκαν στην Αθήνα, όπου ματαίωσαν την προσπάθεια του αποστρατευμένου
υποστράτηγου Θόδ. Πάγκαλου να επωφεληθεί από την
επανάσταση και να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, και σύντομα σχηματίστηκε πολιτική κυβέρνηση με πρόεδρο το Σ. Κροκιδά. Την εξουσία όμως είχε ουσιαστικά η Επαναστατική
Επιτροπή (Αρχηγός της ήταν ο Νικ. Παλαστήρας), που ανέθεσε τη διεθνή
εκπροσώπηση της Χώρας στον Ελευθ. Βενιζέλο.
21/22-10-1923. - Κίνημα στρατηγών Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη,
αποτυχημένο
Συμμετέχουν
βενιζελικοί, φιλοβασιλικοί, δυσαρεστημένοι στρατιωτικοί κυρίως ταγματάρχες,
όπως οι Μανιαδάκης, Σκυλακάκης, Παναγάκος που πήραν μέρος και στη δικτατορία
Μεταξά στις 4-8-1936.
1-3-1933, Κίνημα Νικολ. Πλαστήρα,
αποτυχημένο.
1-3-1935, φιλοβενιζελικό Κίνημα του Ναυτικού.
10-10-1935, φιλοβασιλικό Κίνημα από τον Γεώργ.
Κονδύλη.
Συμμετέχουν
οι τρεις αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων. Έριξαν τον δεξιό Παν. Τσαλδάρη.
Έχουν
προηγηθεί επτά κινήματα από το 1909 μέχρι το 1935, αποσταθεροποιώντας την
πολιτική κατάσταση στη χώρα. Η δικτατορία Μεταξά το 1936, ήρθε να συμπληρώσει
το παζλ κινημάτων, χαράσσοντας όμως με τα εμβλήματα του φασισμού τη χώρα.
Και τα
νησιά του Αιγαίου γέμισαν από πολιτικούς κρατουμένους. Θαυμάσια η αναφορά στο άλμπουμ
της ΕΔΙΑ «Αιγαίο τόπος Μαρτυρίου». Συμβολή στην ανάδειξη της φρικαλεότητας αποτελεί
ο θάνατος του μεγάλου Πατρινού πολιτικού των Φιλελευθέρων Ανδρ. Μιχαλακόπουλου που
εξορίστηκε
από την δικτατορία του Μεταξά στην Πάρο,
όπου αρρώστησε και πέθανε στο Νοσοκομείο Ευαγγελισμός, στην Αθήνα στις 7 Μαρτίου 1938.
______________
(*) Το παρόν κείμενο αποτελεί ομιλία του Γ. Μόσχου, που εκφωνήθη ανήμερα της 4 Αυγούστου 2013, στο πλαίσιο αφιερώματος του ελεύθερου σταθμού των εργαζομένων της ΕΡΑ Πάτρας, που τελούσε υπό κατάληψη, μετά το μαύρο των Σαμαροβενιζέλων).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου