Να καλύψει την ανεπάρκεια της κυβέρνησης αναφορικά με την θωράκιση της χώρας απέναντι στις πλημμύρες, επιχειρεί ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης, με μια μακροσκελή δήλωση για τον αντιπλημμυρικό σχεδιασμό.
Στην δήλωσή του, ο υπουργός της ΝΔ ισχυρίζεται ότι είναι «πεπερασμένη» η ένδειξη των χαρτών κινδύνων πλημμύρας, βρίσκει «αδυναμίες» στα σχέδια διαχείρισης και ακολουθώντας το κυβερνητικό αφήγημα, «τα ρίχνει» στην κλιματική αλλαγή.
Υπενθυμίζεται ότι για την Θεσσαλία, οι χάρτες κινδύνου πλημμύρας ήταν αναρτημένοι ήδη από το 2018. Σύμφωνα με το WWF σχεδόν όλη η πόλη είναι στα κόκκινα. O Βόλος ήταν γνωστό ότι κινδυνεύει (όπως και η Νέα Αγχίαλος και η πεδιάδα Λάρισας και Καρδίτσας). Η κυβέρνηση δεν έχει επικαιροποιήσει ακόμα τα σχέδια, παρά το γεγονός ότι η προθεσμία έληξε το 2020 και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ξεκινήσει νομική διαδικασία.
Όπως ανέφερε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ Πέτη Πέρκα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με ημερομηνία 28.8.2023, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ΕΕ, μαζί με την Κύπρο, που όχι μόνο δεν έχει επικαιροποιήσει ως όφειλε τους χάρτες και τα σχέδια διαχείρισης κινδύνων πλημμυρών μέχρι τις 31.12.2021, αλλά δεν έχει ξεκινήσει καν η δημόσια διαβούλευση για την επικαιροποίησή τους.
«Κατά την πλημμύρα «Daniel» με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, 8 δισ. τόνοι νερό έπεσαν στη Θεσσαλία. Στο ακραίο σενάριο των υφιστάμενων σχεδίων διαχείρισης κινδύνου πλημμύρας, που θα συνέβαινε μια φορά στα 1.000 χρόνια, η βροχόπτωση θα έφτανε περίπου τα 6-8 δισ. τόνους (οι αντίστοιχοι χάρτες έχουν σχεδιαστεί με το μέσο σενάριο που προβλέπει περίπου 6 δισ. τόνους)» αναφέρει ο υπουργός προσθέτοντας ότι τα αντιπλημμυρικά έργα στην Ελλάδα «είναι σχεδιασμένα για πλημμύρες που συμβαίνουν μία φορά στα 50 έτη. Στην πλημμύρα «Daniel» το νερό ήταν 3 φορές περισσότερο από μία πλημμύρα 50 ετών. Συνεπώς, αντικειμενικά (άσχετα με τις οποιεσδήποτε επιμέρους αδυναμίες, τοπικές ή εθνικές, οι οποίες προφανώς πρέπει ενδελεχώς να εξεταστούν) δεν υπήρχε περίπτωση αντιπλημμυρικά έργα σχεδιασμού για πλημμύρα των 50 ετών, να συγκρατήσουν πλημμύρα 1.000 ετών».
Και προσθέτει μεταξύ άλλων ότι ο «αντιπλημμυρικός σχεδιασμός που έχει η χώρα στηρίζεται στα πλέον πρόσφατα (από το 2018) Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ) περιλαμβανομένων των Χαρτών Επικινδυνότητας και Χαρτών Κινδύνων Πλημμύρας, που δίνουν μία ένδειξη μόνο για το που θα γίνουν οι πλημμύρες. Η ένδειξη είναι μεν χρήσιμη, αλλά αυτή η χρησιμότητά της είναι πεπερασμένη, καθώς οι χάρτες στηρίζονται στη μη ρεαλιστική υπόθεση ότι το νερό πέφτει ομοιόμορφα σε όλες τις περιοχές και με σταθερό ρυθμό καθ΄ όλη τη διάρκεια της ημέρας, ενώ επίσης δεν περιλαμβάνει την εξαιρετικά σημαντική διάσταση των φερτών υλικών.
Οι στατικοί αυτοί χάρτες αντί για δυναμικά μοντέλα πρόβλεψης, η έλλειψη μέτρων πρόληψης για ανθεκτικότητα παραγωγικών δραστηριοτήτων έναντι μεγάλων πλημμυρικών φαινομένων και η έλλειψη συνεκτικότητας, ώστε το δίκτυο αντιπλημμυρικών έργων να λειτουργεί ως ενιαίο σύνολο, ήταν οι αντικειμενικές αδυναμίες των σχεδίων εκείνων».
Ο Σκυλακάκης όχι μόνο δεν μπαίνει στη διαδικασία να ασκήσει αυτοκριτική για τα όσα δεν έγιναν, αλλά αντίθετα, αμφισβητώντας τα υφιστάμενα σχέδια, κάνει λόγο για ανάγκη συνολικής αναθεώρησης του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού. Εκτός από την κλιματική αλλαγή, τα «ρίχνει» και στην «πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων και φορέων που επιμελούνται την υλοποίηση του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού», που -όπως αναφέρει- είναι «μία δομική αδυναμία του ελληνικού αντιπλημμυρικού σχεδιασμού».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου