Κάπως έτσι αρχίζει το ποίημα «Διασπορά ομηλίκων» του Νικόλα Καρανικόλα:
«Τότε ξεκινήσαμε σωστά ή μοιραία μαζί».
Από την εποχή του 3% κάποιοι κι από την συσσωρευμένη οργή που οδήγησε στο 36% οι πολύ περισσότεροι. Με τις αμφιβολίες μας. Για την ετοιμότητά σου, για την καλή προετοιμασία του ανθρώπινου δυναμικού πάνω στο οποίο στηρίχθηκες , για το σωστό ζύγισμα των διεθνών παραμέτρων, των δυνατοτήτων της ομάδας σου, των προθέσεων των συνομιλητών-δανειστών, για τη συνέπεια της διαπραγματευτικής τακτικής, για την γραφικότητα του πολιτικού λόγου ορισμένων τουλάχιστον συνιστωσών, για την δυνατότητα και την ικανότητα που μπορεί να έχει ένα στελεχιακός κομματικός μηχανισμός της τάξεως του 3% να ανταποκριθεί στην εμβέλεια της κοινωνικής επικρότησης του έστω θολού και δυσανάγνωστου μηνύματος που μας έστελνες τόσο καιρό.
Στην διάρκεια του διαπραγματευτικού εξαμήνου, ο χρόνος αναλώθηκε είναι αλήθεια σχεδόν αποκλειστικά στις συζητήσεις με τους δανειστές και τους ισχυρούς του κόσμου τούτου στην διεθνή αρένα. Το σύνολο σχεδόν της κυβερνητικής μηχανής έμοιαζε «να έχει θαμπωθεί» από την διαπραγματευτική διαδικασία. Στο εσωτερικό πεδίο απλώς κυλούσαν οι μέρες και η εικόνα που μένει είναι μια μεγάλη απορία : τι αλήθεια θα μπορούσες εσύ να αλλάξεις στην καθημερινότητα του ταπεινού πολίτη στην διάρκεια μιας τετραετίας απαλλαγμένης από διεθνή μέτωπα κάτι που δεν έκαναν οι άλλοι γιατί πολύ απλά ποτέ τους δεν διανοήθηκαν να ασχοληθούν με την ταπεινή καθημερινότητα. Δίκαια ίσως κάποια ενοχλητικά ΜΜΕ στο υπενθύμιζαν. Κάποιοι άλλοι με μεγάλη τρυφερότητα και αίσθηση χιούμορ στο υπενθύμισαν επίσης, παρομοιάζοντας την εσωτερική διακυβέρνηση του εξαμήνου με τον Πολέτι. Ίσως μάλιστα αυτή η απορία να είναι και το μεγάλο σου ατού.
Ανεξάρτητα από τις διάφορες παλινωδίες στην διαπραγματευτική διαδικασία, τις αλλαγές προσώπων του προσκηνίου και του παρασκηνίου, τις ναρκισσιστικές φωτογραφίσεις και την ναπολεόντεια εκφορά λόγου δημοσίων προσώπων που τύποις ήταν συμπορευτές σου, η εικόνα που κυριαρχεί είναι ότι τουλάχιστον εσύ το πάλεψες. Δεν υποκρίθηκες τον διαπραγματευτή. Είναι αυτό που λένε στην πιάτσα «τα ‘βαλε με τα θηρία μονάχος». Διαπραγματεύθηκες με αξιοπρέπεια για την αξιοπρέπεια και μια χώρα ολάκερη τις μέρες εκείνες του Ιουνίου εν μέσω capital controls στεκόταν πλάι σου και ήλπιζε σε κάτι καλύτερο από τις επιτυχίες των προηγούμενων: την παραδοσιακή αμαχητί παράδοση όπλων. Και ένα μέρος της εικόνας είναι ότι πέτυχες να διαπραγματευθείς με αξιοπρέπεια. Άλλωστε, όταν κατέφυγες σ’ εκείνο το «περίπλοκο» ερμηνευτικά δημοψήφισμα, εκείνο το 62%, ουσιαστικά επικροτούσε τον καπετάνιο ίσως όχι τόσο γιατί συμφωνούσε με αυτή καθαυτή την διαδικασία του δημοψηφίσματος και το ερώτημα όπως τέθηκε, αλλά επειδή ένοιωθε προσβεβλημένο από τον εκτροχιασμό των ΜΜΕ.
Πήγες λοιπόν υπέρβαρος ευθυνών μ’ εκείνο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για την τελική φάση της διαπραγμάτευσης. Γελοιογραφίες των ημερών εκείνων αποτύπωναν το βάρος της ιστορίας που σήκωνες σχεδόν μόνος. Ίσως και να σκέφθηκες κάποια στιγμή να τα βροντήξεις. Αν δεν κάνω λάθος κατά τον άλφα ή βήτα τρόπο το έχεις αφηγηθείς κι εσύ. Έχω την αίσθηση ότι υπερίσχυσε μέσα σου η εισαγωγή από την περίφημη περικοπή του Πρίμο Λέβι: «Στη ζωή όλοι ανακαλύπτουν -αργά ή γρήγορα- ότι η απόλυτη ευτυχία είναι ανέφικτη, αλλά λίγοι θα εμβαθύνουν στον αντίθετο συλλογισμό: ότι ανέφικτη είναι και η απόλυτη δυστυχία. Οι περιστάσεις της ζωής που αποκλείουν την πραγματοποίηση και των δύο αυτών καταστάσεων, απορρέουν απ’ την ανθρώπινη φύση, φύση εχθρική προς την έννοια του απείρου. Τις αποκλείει η σταθερή άγνοια του μέλλοντος που άλλοτε ονομάζεται ελπίδα και άλλοτε αβεβαιότητα για το αύριο. Τις αποκλείει η βεβαιότητα του θανάτου που βάζει τέλος σε κάθε χαρά αλλά και σε κάθε θλίψη. Τις αποκλείουν οι αναπόφευκτες υλικές φροντίδες που όπως δηλητηριάζουν τη διαρκή ευτυχία, με τον ίδιο τρόπο μας αποσπούν αδιάκοπα από τη σκέψη της δυστυχίας που μας απειλεί, καθιστώντας την αποσπασματική και γι’ αυτό υποφερτή.»
Μπροστά στο άμεσο ενδεχόμενο να συμβάλεις στην διαμόρφωση της «απόλυτης δυστυχίας» μέσα από ένα Grexit, υπό το κράτος ασφυκτικών πιέσεων, επέλεξες να επιστρέψεις με μια μουδιασμένη συμφωνία. Μόλις μαθεύτηκε το νέο της επίτευξης της συμφωνίας, μου ήρθε συνειρμικά στο νου ο στίχος του Σαββόπουλου από το «Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο»: «Εκείνος μπήκε στον κόπο των δικαστών του αλλά αυτοί δεν μπήκαν στον δικό του». Κάπως έτσι θα πρέπει να ένοιωσες τις μέρες εκείνες συνομιλώντας με εταίρους και δανειστές.
Αυτή τη βαριά μοναξιά που κουβαλάει τούτο το συναίσθημα δεν θέλησαν να τη μοιραστούν μαζί σου αρκετοί από αυτούς που είτε τον Ιανουάριο στις εθνικές εκλογές είτε τον Ιούνιο στο δημοψήφισμα σε υποστήριξαν και σου πρόσφεραν τα τόσο υψηλά ποσοστά δημοφιλίας. Όταν επέστεψες με εκείνη την μουδιασμένη συμφωνία, επέλεξαν υπονομεύοντας την ορθολογική κυβερνητική λειτουργία να διαχωρίσουν την θέση τους μέσα από ένα φθοροποιό κλεφτοπόλεμο.
Κάπως έτσι συνεχίζει το ποίημα «Διασπορά ομηλίκων» του Νικόλα Καρανικόλα:
«Μας χώρισε ο δρόμος με τις ποικιλίες του
τις μικρολεπτομέρειές του
μας χώρισαν ασήμαντα οδοφράγματα
τυχαία μονοπάτια του ίδιου δρόμου
και κείνοι οι προσωπικοί περισπασμοί
έκαναν να μας διαφύγει τόση τρυφερότητα
τότε που οδεύαμε χέρι με χέρι»
Καθώς αυτοί οι προσωπικοί περισπασμοί πήραν σάρκα και οστά και αρκετοί από τους παλιούς της φουρνιάς του 3% επέλεξαν άλλα τυχαία μονοπάτια του ίδιου δρόμου, εκ των πραγμάτων οδήγησες τη χώρα σε εκλογές ακολουθώντας μια πρωτότυπη είναι αλήθεια κοινοβουλευτικά διαδικασία.
Βρισκόμαστε λίγες μέρες πριν τις εκλογές και τα διλήμματα που μας έχεις βάλει προκειμένου να αποφασίσουμε, μοιάζουν να ακροβατούν πάνω σε μια λεπτή γραμμή γεμάτη από αντιφατικά συναισθήματα που ξεκινούν από την απογοήτευση για όνειρα απραγματοποίητα και καταλήγουν στο κτίσιμο μιας ελπίδας με πιο ξεκάθαρους όρους αυτή τη φορά. Δεν ξέρω πως, αλλά σε τούτες τις εκλογές του 2015 μου έρχονται συνειρμικά διάσπαρτοι στίχοι μέσα από το «Οι Εκλογές Μαντινάδα» του Διονύση Σαββόπουλου για τις εκλογές του 1977, που λίγο ή πολύ φωτογραφίζουν την διαδρομή των αντιφατικών αυτών συναισθημάτων:
Από τα ανείπωτα και τα απραγματοποίητα όνειρα «Τα όνειρα σου μην τα λες γιατί μια μέρα κρύα μπορεί και οι φροϋδιστές να' ρθούν στην εξουσία», μέσα από μια ιδιότυπη αυτοκριτική «Ξυπνώ και βλέπω την ψυχή που εδώ και δέκα χρόνια ενώ την λάτρεψα πολύ της είπα λάθος λόγια», ως την ασάφεια και θολούρα ιδεών, σκέψεων και προτάσεων όπου κανείς δεν αναγνωρίζει ποιος ακριβώς είπε και τι ακριβώς είπε «Μοιάζει να το' πε το Πασόκ ο Σολωμός ή ο Τσάτσος θα πω κι εγώ ένα σιγανό μην μας ακούσει ο μπάτσος».
Κι αν δεν κάνω λάθος, μας καλείς να συναντήσουμε τα όνειρά σου: «Στα όνειρά μου σας καλώ και σας και την κυρά σας κι ελπίζω να καλέσετε κι εμάς απ' τη μεριά σας.»
Να συναντηθούμε, λοιπόν. Αλλά πώς;
Κάπως έτσι τελειώνει το ποίημα «Διασπορά ομηλίκων» του Νικόλα Καρανικόλα:
«Τώρα που κάπου καταλήξαμε ανάγκη
να συστηθούμε πάλι με εξομολογήσεις
να θυμηθούμε τέλος πάντων
αν γνωριστήκαμε ποτέ, γιατί και πότε».
Να συστηθούμε λοιπόν πάλι με εξομολογήσεις, να θυμηθούμε τέλος πάντων αν γνωρισθήκαμε ποτέ, γιατί και πότε.
Αν γνωρισθήκαμε τον Ιανουάριο του 2015 ήταν γιατί μέσα από την συναισθηματική φόρτιση της εποχής για πρώτη φορά μετά από καιρό μετρήθηκαν τα συναισθήματά μας. Τότε η ελπίδα νίκησε κατά κράτος τον μονόδρομο της λιτότητας και τον φόβο της αποπομπής από το ευρώ.
Τώρα, μετά την αυτοκριτική και έχοντας επίγνωση τόσο των λαθών πολιτικής όσο και λανθασμένων επιλογών σε έμψυχο υλικό, η ελπίδα αποκτά σταδιακά μια νέα έκφραση:
Ένα πλαίσιο αρχών και μεταρρυθμιστική θέληση, αλλά προπαντός άνθρωποι αποφασισμένοι, από τις κορυφές ως τη βάση της κοινωνίας. Άνθρωποι μεγαλωμένοι μέσα στο νεωτερικό περιβάλλον των αρχών του 21ου αιώνα, του οποίου όμως τις αντιφάσεις έχουν βιώσει δραματικά στο σχέδιο της ζωής τους, που να δεσμεύονται μέσα σε ένα κοινό, ευρύχωρο σχέδιο και να έχουν μια ριζοσπαστικά διαφορετική εικόνα για το μέλλον. Άνθρωποι νέοι, ταγμένοι να αλλάξουν την καθημερινότητα του ταπεινού πολίτη κάτι που δεν έκαναν οι άλλοι γιατί πολύ απλά ποτέ τους δεν διανοήθηκαν να ασχοληθούν με την ταπεινή καθημερινότητα.
Γιατί στη χώρα αυτή, ισχύει «Κάτι χειρότερο από γερατειά. Η χώρα τούτη κατοικείται από νιάτα αμεταχείριστα».
«Στα όνειρά μου σας καλώ και σας και την κυρά σας κι ελπίζω να καλέσετε κι εμάς απ' τη μεριά σας.»
Αν αυτά είναι τα όνειρά σου - και νομίζω πως ακόμα είναι - θα συναντηθούμε την Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου.
(*) Ο Μιχάλης Κονιόρδος είναι καθηγητής ΤΕΙ Πειραιά
http://www.efsyn.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου