Το 1945, μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, γέμισε πάλι η φυλακή με αντιστασιακούς. |
Τραγικές στιγμές από την καθημερινή διαβίωση στις φυλακές Μαργαρίτη, στην Κατοχή
(2o)
Η φυλακή Μαργαρίτη κτίστηκε γύρω στο 1900, όταν άρχισε το κλείσιμο των άλλων μεσαιωνικών φυλακών του φρουρίου Ρίου. Αποτελούνταν από το ισόγειο και έναν όροφο, ενώ τα παράθυρα της ήσαν καγκελόφρακτα. Σε απόσταση τριών μέτρων περίπου από τα παράθυρα του ισογείου ο χώρος στην Κατοχή ήταν περιφραγμένος με αγκαθωτό σύρμα, για να μην πλησιάζουν οι απ’ έξω. Η χωρητικότητά της, όπως προανέφερα, ήταν για 180 άτομα, εντούτοις όμως στοιβάζονταν υπεραρκετά άνω του ορίου και τουλάχιστον στην ιταλική κατοχή είχαν φθάσει τον Ιούλιο του 1942 στα 690. (Τάκης Σταθάτος: 20ος Αιώνας, εποποιία, τραγωδία, ελπίδα, Εκδόσεις Δήμου Πατρέων, Πάτρα 1996). Η κύρια είσοδος ήταν από την οδό Λόντου, στα δεξιά της πρόσοψης. Το εμβαδόν της ήταν περίπου μισό στρέμμα. Στο εξωτερικό «Γ» της πρόσοψης υπήρχαν μεγάλα παράθυρα και στην στενή εσωτερική αυλή της ήταν κτισμένο εκκλησάκι για τον εκκλησιασμό κρατουμένων. («Αναμνήσεις» Δημάρχου Μεσολογγίου Χρ. Ευαγγελάτου). Είχε πέντε θαλάμους και το πάτωμά τους ήταν τσιμεντένιο. Σε αυτό ο ύπνος συνήθως γινόταν στο πλευρό, λόγω στενότητας χώρου και πολλών κρατουμένων. Διάδρομος διέσχιζε ισόγειο και άνω όροφο, στον οποίο οδηγούσε εσωτερική σκάλα. Ο 3ος θάλαμος επί ιταλοκρατίας χρησιμοποιούνταν για την φυλάκιση πολιτικών κρατουμένων, ενώ οι άλλοι για τους ποινικούς. Αριστερά της κεντρικής πόρτας, στο ισόγειο, ήταν το διοικητήριο.
Ο προαυλισμός των κρατουμένων γινόταν το πρωί από τις 9 έως τις 11 και το απόγευμα από τις 4 έως τις 6 σε ένα στενό κομμάτι γης, στο οποίο ήταν φυτεμένη μια μουριά, που στην μεγάλη πείνα του 1942 τα φύλλα της το Μάιο και οι άγουροι καρποί της χρησίμευσαν για να ξεγελάσουν τα στομάχια τους οι απισχνασμένοι κρατούμενοι. Άναβαν μικρές φωτιές, με τα ξύλα που χρησίμευαν για το καζάνι που έβραζε το λιγοστό φαΐ και μέσα σε τενεκεδάκια έβραζαν τα φύλλα, που τα έβλεπαν ως έδεσμα, μέχρι να ξεπικρίσουν Το προαύλιο αυτό ήταν περιφραγμένο με υψηλή πέτρινη μάντρα, στην κορυφή της οποίας είχαν τοποθετηθεί πυκνές κουλούρες σύρμα, για την αποφυγή απόδρασης κρατουμένων.
Συγγενείς κρατουμένων έξω από τις φυλακές Μαργαρίτη, ακόμη και μετά την απελευθέρωση |
Και για περισσότερη περιφρούρηση, σε μια γωνιά της μάντρας είχε στηθεί ξύλινο ικρίωμα με σκοπιά στην κορυφή του, όπου καραμπινιέρος καραδοκούσε με πολυβόλο. Κάτω, στο προαύλιο, δυο-τρεις Έλληνες δεσμοφύλακες περιφέρονταν ένοπλοι και με απειλητικές διαθέσεις έναντι οποιουδήποτε κρατουμένου προβάλλει αντίσταση. Φορούσαν πηλίκιο, στολή διακριτική και έφεραν στην μέση γκλοπ, που θα το ανεβοκατέβαζαν στις πλάτες δυστυχισμένων υπάρξεων, ιδιαίτερα αδύναμων τον καιρό της μεγάλης πείνας.
Τηλέφωνο του Διοικητηρίου ήταν συνδεμένο με την Καραμπινιερία της Πάτρας, ώστε να προστρέξουν οι καραμπινιέροι της σε περίπτωση απειλητικών συμβάντων εντός της φυλακής.
Λουτρά για καθαριότητα του σώματος δεν υπήρχαν, με ό,τι αυτό συνεπάγονταν, πράγμα που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο ξέσπασμα επιδημίας εξανθηματικού τύφου τον Ιούλιο του 1942. Τα αφοδευτήρια ήσαν λιγοστά και υπερχειλισμένα από ανθρώπινα περιττώματα. Η ανάγκη της αφόδευσης ικανοποιούνταν σε δημόσια θέα, προφανώς για να εμπεδώσουν το αίσθημα του εξευτελισμού τους οι κρατούμενοι. Παρηγοριά ήσαν οι λιγοστές, τρεις-τέσσερις βρύσες του προαυλίου.
Σε μια άκρη του προαυλίου, και σε δυο μεγάλα καζάνια, που από κάτω τους καίγονταν κούτσουρα που έκοβε η αγγαρεία της φυλακής, έβραζε πλιγούρι από μπομποτάλευρο, ανακατεμένο περισσότερο με νερό και με ελάχιστο και κακής ποιότητας λάδι. Το μαγείρεμα αναλάμβαναν τέσσερις κρατούμενοι, διαφορετικοί κάθε φορά, που όμως ανταμείβονταν με παροχή διπλής μερίδας. Γύρω από τα καζάνια πάντα, ήσαν καθιστοί κρατούμενοι που ξελιγωμένοι από την πείνα περίμεναν να ετοιμαστεί το γεύμα που θα τους ανέσταινε προσωρινά. Κι ως τότε ικανοποιούνταν παίρνοντας ευχάριστες μυρωδιές Και το συσσίτιο τι ήταν; Μόλις μια κουτάλα πλιγούρι, κουρκούτι ή ρεβίθια για το μεσημέρι, ενώ για το βράδυ το σιτηρέσιο περιλάβανε δέκα ελιές ή εφτά ξερά σύκα, πολλές φορές κι αυτά αλλοιωμένα. Κι άντε να χορτάσουν άνθρωποι αποσκελετωμένοι. Και το χειρότερο ακόμη. Από αυτή την ελάχιστη τροφή, όπως προανέφερα, οι φύλακες έκλεβαν μερίδες για τον εαυτό τους. Κι αν τολμούσε να διαμαρτυρηθεί κρατούμενος ότι η τροφή ήταν λειψή, τότε αλίμονο!
Από τα τέλη του 1941 έως και μέσα του 1942 κάθε μήνα πέθαιναν από πείνα οκτώ με δέκα κρατούμενοι, ενώ λόγω στενότητας χώρου και έλλειψης καθαριότητας ενέσκηψε η επιδημία τύφου στην φυλακή, που αποδεκάτισε τον πληθυσμό της. Μόνον όποιος είχε πρόσθετο φαγητό από συγγενείς που επισκέπτονταν την φυλακή, μπορούσε να ζήσει έστω και στοιχειωδώς. Ειδικά από την 1η Ιουνίου έως τις 11 Αυγούστου του 1942 μετρήθηκαν 33 θάνατοι από υποσιτισμό. Κι αυτό παρά την έγγραφη διαμαρτυρία των κρατουμένων προς τον Ιταλό στρατιωτικό διοικητή Πατρών Α. Νάλντι, ο οποίος συνέστησε στον νομάρχη Αχαΐας Κωνστ. Σπήλιο να λάβει ελάχιστα μέτρα προς αντιμετώπιση του ζητήματος.
Το ζήτημα της επιβίωσης οι πολιτικοί κρατούμενοι, ΕΑΜίτες από Πάτρα κι αλλού, το αντιμετώπισαν μεταξύ τους με την αρχή της αλληλεγγύης και της ίσης κατανομής των τροφίμων που έπαιρναν οι κρατούμενοι από τους συγγενείς τους. Κάτι που δεν γίνονταν στους ποινικούς και που όμως ωστόσο είχε προκαλέσει τον θαυμασμό τους. ’’Τα καλάθια με κηπευτικά από το περιβόλι μας έσωσαν πολύ κόσμο’’, λέει σήμερα στον γράφοντα η Ειρήνη Τζούτη που είχε κρατούμενο τον αδελφό της Δημήτρη, μέλος του ΚΚΕ Πάτρας.
Όσοι δεν είχαν βοήθεια απ’ έξω, περίμεναν υπομονετικά να λάβουν τυχόν περίσσευμα, την λεγόμενη ’’μαρμίτα’’, που την διαλαλούσε ο μάγειρας, δηλαδή ένα-δυο πόντους στον πάτο του καζανιού. Και τότε απλώνονταν πολλά τα αδυνατισμένα χέρια που κρατούσαν τενεκεδάκια. Κάποιες φορές ήσαν τόσα πολλά που τελείωναν γρήγορα το περίσσευμα, προς απογοήτευση των πεινασμένων. Το καλοκαίρι του 1942 ο ίσκιος των φύλλων εκείνης της μουριάς δεν πρόλαβε να σκεπάσει κανέναν. Είχαν γίνει συμπλήρωμα της τροφής των κρατουμένων που δεν ελάβαιναν τρόφιμα απ’ έξω.
Άνεργοι νέοι και μεσήλικες, που κατέληγαν να γίνουν κλεφτρόνια για μια οκά σταφίδα, για μια φρατζόλα ψωμί, για λίγες φακές, νεαροί σαλταδόροι που ανέβαιναν στην καρότσα των κινούμενων φορτηγών οχημάτων με σκοπό να κλέψουν ένα λάστιχο για να το πουλήσουν σε όσους χρειάζονταν να το κόψουν για σόλες στα παπούτσια τους, οργανωμένοι νέοι αργότερα στην ΕΠΟΝ και άλλες οργανώσεις που έκαναν εράνους ή σκόρπιζαν στους δρόμους αντικατοχικές προκηρύξεις, ΕΑΜίτες που δούλευαν για την ανατροπή του καταχτητή, κομμουνιστές που λειτουργούσαν τις πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις αυτή είναι η ανθρωπογεωγραφία των φυλακών Μαργαρίτη σε όλη την Κατοχή στην Πάτρα.
Από τον Μάρτιο του 1942, με την μαζική είσοδο ΕΑΜιτών της οργάνωσης που χτυπήθηκε από τους Ιταλούς φασίστες στην Πάτρα, το κλίμα αλλάζει. Αρχίζει η αντίσταση απέναντι στην αποθράσυνση των ανθρωποφυλάκων συνεργατών του καταχτητή.
(Προδημοσίευση από το βιβλίο του Γ. Μόσχου «Η Πάτρα στην Κατοχή και
στην Αντίσταση» που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Γιάννης Σκ. Πικραμένος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου