Εγκαταλειμμένο στο χρόνο το κτίριο του στρατοπέδου ομήρων κινδυνεύει άμεσα από κατάρρευση - Κι όμως από κει, πάνω από δύο εκατοντάδες αγωνιστών στάλθηκαν από τους
ναζί για εκτέλεση
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΔΗΜ. ΜΟΣΧΟΥ
Χαραγμένα στο χρόνο! |
Εβδομήντα δύο χρόνια συμπληρώνονται στις 4 Οκτώβρη του 2016, από
την ημέρα της απελευθέρωσης της Πάτρας εκ μέρους των ενωμένων συμμαχικών
δυνάμεων του ΕΛΑΣ και των βρετανών, από τις δυνάμεις των ναζί.
Ωστόσο τόποι-μνημεία, φωτεινά σημάδια της Ιστορίας
της πόλης, εκεί που την έγραψαν αυτοί που πέρασαν αφήνοντας το αποτύπωμά τους
παραμένουν στην αφάνεια, πλην κάποιων στιγμών έξαρσης ενοχής από φορείς της,
που ενώ έχουν την ευθύνη ανάδειξής τους, επί χρόνια σιωπούν βροντερά!
Περνώντας το κατώφλι, αριστερά στο λαμπά της,
ονόματα χαραγμένα σου προκαλούν την προσοχή και σου ανάβουν τους αισθητήρες
σου. Αυτές που σου κληροδότησε η συνωμοτικότητα της δίωξης εκ μέρους των
οργάνων «διά την τήρησιν της τάξεως».
Κι όταν κάτι τέτοιες στιγμές βρίσκεσαι μπροστά σε
σημάδια της Ιστορίας μας, δεν μπορείς να μην σκύψεις, να εξακριβώσεις, να
πειστείς, σε καιρό πλαστογραφίας ηθών, πολιτικών και πρακτικών.
«Ανδρέας, Πέτρος, Χρήστος, Γιώργος, ήταν εδώ».
Ώπα, εδώ κάτι σημαίνει. Σε τόπο φυλάκισης ομήρων, μελλοθανάτων βρίσκεσαι. Δεν
έχει σημασία εάν απέχεις 72 χρόνια από τότε. Εδώ τα πάντα μιλούν. Και η αναζήτηση
έστω και του παραμικρού στοιχείου που θα σε συνδέσει άμεσα με τα τεκταινόμενα
της εποχής, είναι το ζητούμενο.
Διαστέλλονται οι κόρες των ματιών για να δεις την δυσδιάκριτη
συνέχεια: «Και επιβίωσαν».
Όποιος περνούσε αυτή την πόρτα δύσκολα ή και καθόλου δεν έβλεπε ζωή. |
Γεμάτοι οι τοίχοι από επιγραφές, αυτών που έδωσαν παρών, ως περαστικοί.
Στην εποχή επικράτησης των τηλεοπτικών σόου και
των ριάλιτι, οι νέοι επηρεαζόμενοι αισθάνονται ήρωες, μέσα στην πλαστή
τηλεοπτική πραγματικότητα και την επαναλαμβάνουν στην κοινωνία.
Αν δεν το έχετε καταλάβει βρισκόμαστε προ της
εισόδου ενός κτιρίου φορτωμένες με μνήμες. Που στέγασε τις ψυχές των
μελλοθανάτων, ως στρατοπέδου Ομήρων. Είναι αυτό του Λυμπερόπουλου. Το μοναδικό εκτός
Αθηνών και Θεσσαλονίκης στρατόπεδο ομήρων, όπως αναφέρει ο κρατούμενος Θεόφ.
Αναγνώστου, ένας από τους λίγους επιβιώσαντες!
Το Istologio G. Mosxou εισήλθε στα άδυτα του κτιρίου για να
αρχίσει μία αναδίφηση στο πέρασμα του χρόνου από πάνω του. Σκεπή που
κυριολεκτικά χάσκει από την εγκατάλειψη, ενώ και τα πατώματα του δώματος και
του ισογείου μόλις που συγκρατούνται, καθώς στο μέσον έχουν καταρρεύσει. Η σαλιγκαρωτή
σκάλα που κάποτε ένωνε τους ορόφους με
το υπόγειο, κυριολεκτικά κρέμεται στον αέρα. Τ μπροστινό δωμάτιο που στέγασε τη
δραστηριότητα του Αυστριακού διοικητή
είναι πηγμένο στην σκόνη με τους σοφάδες
έτοιμους να εγκαταλείψουν τους τοίχους.
Η κατάρρευση είναι εμφανής. |
Το πέτρινο κτίριο του τέλους του 19ου αιώνα,
ιδιοκτησίας του ιδρύματος Άρτος Ζωής, κράζει από την σκόπιμη εγκατάλειψη , καθώς
οι προοπτικές των ιθυνόντων του ήταν να το γκρεμίσουν και να αναγείρουν πολυκατοικία.
Τα όνειρα τους χάλασε η δημοτική αρχή Καράβολα, που το χαρακτήρισε Πάρκο
Εθνικής Αντίστασης, τον Ιούλιο του 1990.
Έκτοτε ουδεμία άλλη ενέργεια έγινε, από κανέναν
δήμαρχο που πέρασε από την πόλη. Λες και δεν τους ενδιέφερε ποτέ η Ιστορία της.
Κι όμως στα δεκατέσσερα δωμάτια αυτού κτιρίου
καθημερινά στα χρόνια 1943-1944 κρατούνταν φυλακισμένοι πάνω από εκατόν
αγωνιστές καθημερινά. Κι όταν εκτελούνταν οι πρώτοι έρχοντα οι δεύτεροι να πάρουν
την θέση τους.
Από κει έπαιρναν οι ναζί για εκτέλεση στο κτήμα
Μουρτζούχου. Από από εκεί πέρασαν πάνω από διακόσιοι που εκτελέστηκαν και
τάφησαν στους ομαδικούς τάφους, πίσω από το ΚΕΤχ.
Στο βιβλίο, των εκδόσεων Γιάννη Πικραμένου, «Η Πάτρα
στην Κατοχή και στην Αντίσταση» ο κρατούμενος Γ. Πορευόπουλος, καταθέτει την
συγκλονιστική μαρτυρία του για ένα από τα πολλά συμβάντα εντός του στρατοπέδου
Λυμπερόπουλου:
Το καντήλι έπεσε θύμα στη φθορά του χρόνου. |
Φωνάζει ο ένας: «Σαν να άκουσα μέσα στο
γραφείο αλυσίδες». «Σε λίγο θα βγει ο ήλιος» λέει ένας άλλος. Ανοίγει επιτέλους
η πόρτα και μπαίνουν στην αρχή του θαλάμου ένας αξιωματικός των Ες-Ες, δύο
Γερμανοί, ο Λοχίας και ένας διερμηνέας, ο οποίος λέει: «Όποιος ακούσει το όνομά
του να περάσει μέσα στο γραφείο». Αρχίζουν, απ’ ό,τι θυμάμαι, Γιώργος Μαντέλης,
Νίκος Πολυμερόπουλος, Δημήτριος Πολυδωρόπουλος, Χρήστος Πολυδωρόπουλος (πρώτα
ξαδέλφια). Μέσα στο γραφείο τρεις-τρεις τους έβαζαν στα χέρια τις αλυσίδες. Ενας
στη μέση και από δεξιά κι αριστερά τους έδεναν και τους έβαζαν στα φορτηγά με
τέντες. Εκείνη την ημέρα έφεραν από τα κρατητήρια, τα κεντρικά της Γκεστάπο,
έναν ακόμα, τον Κώστα Γαμβέτα, γενικό γραμματέα Πελοποννήσου, μέλος της
Κεντρικής Επιτροπής, γλωσσομαθής, ανωτέρας μόρφωσης. Δεν εκτελέσθηκε όμως ως
Κώστας Γαμβέτας, είχε πλαστή ταυτότητα, Δημήτρης Χαφαθέας. Έφυγαν λοιπόν τα
φορτηγά, αυτό ήταν. Δεν παίρνουν άλλους. Μπας και ξανάρθουν;
Από ένα μικρό παράθυρο φαινόταν ο τόπος της
εκτελέσεως. Είχαν ανοίξει μια τάφρο μεγάλη. Τους οδήγησαν εκεί και ένας
αξιωματικός τους λέει διαβάζοντας, ότι «εμείς ήλθαμε σαν φίλοι, εσείς
καθημερινά μας σκοτώνετε. Αυτή η απόφαση δεν είναι σημερινή, είναι παλιά.
Είχαμε στείλει τα ονόματά σας για αμνηστία στην Μεραρχία. Δυστυχώς δεν έγινε
τίποτα, λυπούμαστε αλλά εσείς οι 30 θα εκτελεστείτε. Έχετε να πείτε τίποτα;»
Και τότε αρχίζει ο Γαμβέτας να τραγουδάει
δυνατά, «σε γνωρίζω από την κόψη…». Τον ακούγαμε βουβά. Απόλυτη, νεκρική σιγή.
Το ταβάνι πάνω από την κεντρική πόρτα χάσκει. |
Απότομα θόρυβος, ανοίγει η πόρτα και
σπρώχνουν μέσα τον Δημήτρη Πολυδωρόπουλο, μπρούμυτα. Όλοι επάνω του. «Τι έγινε
ρε Μήτσο; Πες μας». «Παιδιά, αδέλφια μου, λίγο νερό, πνίγομαι. Αχ τι είδανε τα
μάτια μου». Και μας έλεγε αυτά που σας λέγω εγώ. Άξαφνα ξανανοίγει η πόρτα, μπαίνουν
οι Γερμανοί. Είχανε κάνει λάθος στο μέτρημα γιατί διάβασαν δυο φορές
Πολυδωρόπουλος. Μπερδεύτηκαν, ήταν ξαδέλφια. Τον ξαναπήραν, τον πήγαν στον τόπο
και για δεύτερη φορά εκτελέστηκε. Εάν δεν είχε γίνει το λάθος δεν θα ξέραμε
αυτές τις λεπτομέρειες της τραγικής αυτής εκτέλεσης. Πού βρέθηκε αυτή η ψυχή;
Όλοι σκυμμένοι όταν άκουγαν το όνομά τους έλεγαν, «μην πεις στη μάνα μου ότι
εκτελέστηκα» άλλος στην αδελφή, άλλος στη γυναίκα του, τα παιδιά. Όλοι αυτό
έλεγαν «μην πείτε τίποτα, πέστε ότι μας πήραν ομήρους εργάτες στη Γερμανία».
Και ξαφνικά, όταν έφτασαν μπροστά στο μεγάλο τάφο αλυσοδεμένοι, φούντωσε μέσα
τους αυτό που λέγεται ιδέα, πατρίδα. Όχι ορέ, δεν σας φοβόμαστε, είμαστε
πατριώτες πολεμιστές για την πατρίδα μας. Ζήτω η Ελλάδα, «σε γνωρίζω από την κόψη
του σπαθιού την τρομερή».
Η πρωτοβουλία του
Κρητικού ταξιάρχου ΚΕΤχ τότε, Γιάννη Σπανάκη στις 2 Μαρτίου 2012 και η συμβολή
του Μητροπολίτη Πατρών Χρυσοστόμου και του Δήμου Πατρέων, επί Δημαρά, αναθέρμαναν
το κλίμα που εμφανίστηκε για την ανέγερση μνημείου υπέρ των εκτελεσμένων κρατουμένων του Λυμπερόπουλου και άλλων τόπων
στην Πάτρα.
Παράλληλα το
αίτημα της ΕΣΔΙΑ για μετατροπή του κτιρίου σε Μουσείο Αντίστασης με κειμήλια ,
ενθυμήματα και φωτογραφίες αγωνιστών
ήρθε στην επικαιρότητα.
Όμως επελθούσης
της αλλαγής σκυτάλης στο Δήμο Πατρέων, έπαψε κάθε συζήτηση. Αγνοήθηκε ακόμη και
η ανέγερση μνημείου, ενώ μετά τον δεύτερο εορτασμό, φέτος στις εκδηλώσεις για
την απελευθέρωση της πόλης, ουδεμία
αναφορά γίνεται στο πρόγραμμα για του Λυμπερόπουλου. Οι νεκροί ζητούν ανάπαυση.
Ποιος θα τους ακούσει, αν όχι εμείς; Σήμερα με κυβέρνηση και Δημοτική Αρχή Πατρέων που εξελέγη με τις ψήφους της
Αριστεράς, που συνέβαλε αποφασιστικά στο αντιφασιστικό κίνημα;
Κι όμως χαρακτηριστική είναι
επιστολή που έστειλε στο Δήμαρχο Πατρέων και κοινοποίησε προς την ΕΣΔΙΑ ν.
Αχαΐας, στις 10-1-2009, ο 88χρονος αγωνιστής Θεόφ. Αναγνώστου, πρώην ΕΠΟΝίτης
Πάτρας, που σε ηλικία 23 ετών το 1994, πέρασε εκατό μέρες στο στρατόπεδο
Λυμπερόπουλου υπό την σκιά του τρόμου ενδεχόμενης εκτέλεσής του. Σε αυτήν
μεταξύ άλλων τονίζει:
«…Οι λαοί των κατεχόμενων χωρών, αναζήτησαν και αναζητούν
ακόμα με δίψα να ανακαλύψουν και το παραμικρό στοιχείο, στη βάση του οποίου θα
τιμήσουν την μνήμη των νεκρών τους εκείνων, που άδολα και με πίστη στην ελευθερία του ανθρώπου, δώσανε
ό,τι πολυτιμότερο τους χάρισε η φύση. Σίγουρα πρέπει να απορούμε που η δική μας
Πολιτεία υστέρησε τόσο στο χρέος της αυτό και τώρα πρέπει να σπεύσει και να
επισπεύσει να εκπληρώσει την δεδομένη αυτή υποχρέωσή της… Το στρατόπεδο
Λυμπερόπουλου για την πόλη μας, πρέπει να γίνει το ανάλογο μνημείο του Νταχάου,
του Μπούχενβαλντ, του Ματχάουζεν και τόσων άλλων που κοσμούνε πολλές πολιτείες
των χωρών της Ευρώπης, με την απαραίτητη λεζάντα ’’ποτέ πια πόλεμος’’. Όποια
και εάν είναι τα νομικά και τα οικονομικά εμπόδια κύριε Δήμαρχε, πρέπει να τα
ξεπεράσετε…».
Το Istologio G. Mosxou μπήκε στα υπόγεια δωμάτια και σε αυτά του ισογείου -στο δώμα
ήταν αδύνατος λόγω κατάρρευσης της σκάλας- τράβηξε φωτογραφικό υλικό και σας
παραθέτει ένα μέρος του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου