Φωτογραφία αρχείου. |
«Το χρονόμετρο σημαίνει έλεγχος»
Του Κίμωνα Αποστολόπουλου(*)
Η σημερινή μας κοινωνία μπορεί να ονομαστεί και κοινωνία του ελέγχου του ανθρώπου η κοινωνια της καχυποψίας , αφού το πανοπτικο της , αυτό δηλαδή που μας παρατηρεί και επιτηρεί ταυτόχρονα ,μπορεί να εκπορευτει από παντού και από όλες τις πλευρές μέσω των κοινωνικών δικτύων οικειοθελώς. Το τηλεοπτικό μάτι σήμερα δεν είναι η αφετηρία ενός απόλυτου , δεσποτικού βλέμματος οπως στο πρόσφατο παρελθόν και η διαφάνεια δεν είναι πια το ιδανικό μέσο του κοινωνικου ελέγχου.
Σε αυτό λοιπόν το νεο κοινωνικό περιβάλλον που αναδύεται στο χώρο των κοινωνικών δικτύων και το οποίο είναι συνέχεια της κοινωνίας της πειθαρχίας δεν μπορεί να αφήσει ανεπηρέαστο και τον τρόπο με τον οποίο τρέχουν και επικοινωνούν μεταξύ τους οι δρομείς.
Στον φετεινο 35ο Κλασσικό Μαραθώνιο της Αθήνας , που θα γίνει στις 12 Νοεμβρίου , θα συμμετάσχουν 18.500 μαραθωνοδρόμοι απο όλο τον κόσμο και θα τρέξουν χωρισμένοι σε μπλοκ δρομέων ανάλογα με τις επιδόσεις τους. Νωρίτερα θα έχουν εφοδιαστεί με τον αριθμό συμμετοχή τους και το τσιπακι που θα μετρήσει το χρόνο τους για να βεβαιωθει ότι οσοι τερματισαν στο Παναθηναικο Σταδιο τρεξανε όλη την διαδρομή των 42.195 μέτρων από την Αφετηρία δηλ τον Μαραθώνα και όχι μόνο τμήμα της διαδρομής όπως έχει συμβεί στο παρελθόν.Αναμφισβήτητα στο πρώτο μπλοκ της διαδρομής θα είναι οι παγκόσμιοι πρωταθλητές κυρίως Κενυάτες με χρόνο που προσεγγίζει τις 2 ώρες και λίγα λεπτά.
Αντιθετα οι πρώτοι Ολυμπιακοί αγώνες στην Ελλάδα του 1896, έγιναν στη κοινωνία της πειθαρχίας και τα χαρακτηριστικά της ήταν ο εξωτερικός καταναγκασμός . Η κοινωνία της πειθαρχίας ήταν ένα απέραντο σωφρονιστικό κατάστημα. Εργοστάσια,φυλακές,τυπικά στοιχεία της κοινωνίας αυτής.
Κύριο ομως χαρακτηριστικό της κοινωνίας αυτής ήταν η εμπιστοσύνη που σημαίνει ότι παρότι δεν γνωρίζεις τον άλλον κτίζεις μια θετική σχέση και για αυτό δεν χρειαζόταν η παρακολούθηση του δρομέα σε όλο την διαδρομή του Μαραθωνίου δρόμου.
Στο κοινωνικό αυτό περιβάλλον έγιναν και οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αθήνα. Η εκκίνηση από τον Μαραθώνα , συμμετείχαν δεκατρείς δρομείς από την Ελλάδα και τέσσερις αθλητές από άλλα έθνη , σύνολο 17 δρομείς μόνο.
Στην αρχή προηγείτο Ο Γάλλος Αλμπέν Λερμιζιό και μετά το 32ο χιλιόμετρο το προβάδισμα ανέλαβε ο Αυστραλός Έντγουϊν Φλακ που δεν ήταν συνηθισμένος στις μεγάλες αποστάσεις, αφήνοντας το τελικό προβάδισμα στον Λούη. Εν τω μεταξύ, στο στάδιο, η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη, ειδικά όταν ένας αγγελιοφόρος με το ποδήλατο είχε βιαστεί να φέρει την είδηση ότι ο Αυστραλός προηγείτο. Ξαφνικά έφτασε και ένας άλλος αγγελιοφόρος που τον είχε στείλει κάποιος αστυνόμος μόλις ο Λούης μπήκε μπροστά στη διαδρομή και ανήγγειλε ότι ένας Έλληνας ήταν πρώτος στον αγώνα δρόμου . Ο Λούης έτρεξε τον μαραθώνιο σε χρόνο 2 ώρες, 58 λεπτά και 50 δεύτερα. Μετά τους Ολυμπιακούς γύρισε στο χωριό του και δεν πήρε μέρος σε κανέναν άλλο αγώνα δρόμου.
Η χρονομέτρηση του δρομέα σημερα σε αντίθεση με το 1896 και σε όλο το μήκος της διαδρομής αντανακλά το ηχηρό μήνυμα της σημερινής κοινωνίας για διαφάνεια παντού, καταδεικνύει ακριβώς ότι όπως και σε άλλους τομείς της οικονομίας και της δημόσιας διοίκησης ,ότι το ηθικό θεμέλιο της κοινωνίας έχει αποσαθρωθει. Ηθικές αξίες όπως η τιμιότητα και η ειλικρίνεια χάνουν όλο και πιο πολύ την σημασία τους.
Την θέση της ραγισμενης αυτής ηθικής παίρνει στον χώρο του λαϊκού Αθλητισμού το μετρο του «χρόνου» σαν διαφάνεια και αθλητικής συμπεριφοράς του δρομέα . Είναι η νέα κοινωνική επιταγή.
Το τσιπακι στο πόδι του κάθε δρομεα για να μετρήσει τον ατομικό του χρόνο προωθεί μεν την διαφάνεια αλλά η διαφάνεια δεν κτίζει εμπιστοσύνη οπως πιστεύεται αλλά αντίθετα γκρεμίζει την εμπιστοσύνη μεταξύ των δρομεων.
Σε μια κοινωνία που υπάρχει εμπιστοσύνη δεν προκύπτει ανάγκη για διαφάνεια. Συνεπώς η κοινωνία της διαφάνειας είναι η κοινωνία της δυσπιστιας και καχυποψίας. Η κοινωνία της διαφάνειας ταυτίζεται με την κοινωνία της επίδοσης και στο χώρο του αθλητισμού στην οποία κυρίαρχο στοιχείο είναι το παραγωμενο αποτελεσμα τερματισμός σε σχέση με το χρόνο, για την κατάταξη σε κατηγορίες.
Ενω στην κοινωνία της πειθαρχίας που έγιναν και οι πρώτοι αγώνες ο δρομεας υπόκειται στον έλεγχο κάθε εξουσιαστικής αρχης ,στην κοινωνία της επίδοσης ο δρομεας μέσω της ατομικής χρονομέτρησης είναι απαλλαγμένος από κάθε εξωτερική εξουσιαστικη αρχή , είναι ομως ταυτόχρονα κύριος και δούλος του εαυτού του.
Η αυτοεπιδοση του δρομέα που συνοδεύεται από την αίσθηση της ελευθερίας και της θετικοτητας » μπορώ να τα κάνω όλα και να βελτιωνομαι συνεχως» υπακούει σε έναν ελεύθερο και αυτογενη εξαναγκασμό.
Ο εσωτερικός εξαναγκασμός για καλύτερη επίδοση δεν είναι μια ηθική επιταγή αλλά κυρίως είναι οικονομική για τον δρομέα των μεγάλων αποστάσεων και ψυχολογικη – κοινωνικη για τον δρομέα μέσων δυνατοτήτων.
Ο δρομέας γίνεται και θύμα του Google, και των των μέσων δικτύωσης. Οι προσωπικές του αναρτήσεις που παρουσιάζονται ως δηθεν χώροι ελευθερίας παίρνουν τελικά πανοπτικες μορφές ελέγχου , είναι ο homo saccer του ψηφιακού πανοπτικου στο χώρο του λαϊκού μαζικού αθλητισμού.
Η φαινομενική ελευθερία του αθλουμενου – δρομέα δεν έχει καμμία αρνητικοτητα που θα μπορούσε να θέσει σε αμφισβήτηση το συστημικό αθλητικό εντός στο χώρο του λαϊκού μαζικου Αθλητισμού όπως αυτό διαμορφώνεται απο Πανοπτικους οργανισμούς στην Αθήνα και οι οποίοι υπηρετούν την κοινωνία του ελέγχου που ζούμε.
Έγκλειστοι οι λαϊκοί δρομείς στο ψηφιακό πανοπτικο είμαστε ταυτόχρονα θύτες και θύματα.
(*) Ο Κίμωνας Αποστολόπουλος είναι οικονομολόγος, πρώην Διευθυντής της Τράπεζας Πειραιώς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου