Σε συσσίτια για χιλιάδες Αθηναίους μετατράπηκε το έθιμο, η εορταστική
προσφορά, προχθές Τσικνοπέμπτη, ψωμιού, κρασιού και κρεάτων από τους
επαγγελματίες της κεντρικής αγοράς Αθηνών.
Δεν είναι η πρώτη φορά, στα χρόνια του Μνημονίου, που σχηματίζονται ουρές πολιτών για να προμηθευτούν δωρεάν τρόφιμα. Χθες, όμως, υπήρξαν εικόνες που ξεπερνούν τη συνηθισμένη πραγματικότητα της μνημονιακής εποχής. Όχι μόνο γιατί το πλήθος ήταν μεγάλο, αλλά, κυρίως, διότι οι προστρέξαντες συμπολίτες μας δεν ανήκουν στην κατηγορία του κοινωνικού περιθωρίου. Δεν ήταν μόνο άστεγοι, ούτε μόνο εξαθλιωμένοι χρήστες ναρκωτικών. Δεν ήταν μόνο μετανάστες. Δεν ήταν το συνηθισμένο κοινό της Ομόνοιας των τελευταίων ετών.
Ήταν λαϊκοί άνθρωποι, συνταξιούχοι και άνεργοι, νέα παιδιά, οικογενειάρχες και νοικοκυρές, οι οποίοι βγήκαν από τα σπίτια τους, κατέβηκαν στην Ομόνοια συμπιεσμένοι από τη φτώχεια και την καταφρόνια, ξεπερνώντας δισταγμούς ότι η δημόσια έκθεσή τους στις ουρές της πείνας θα καταρρακώσει την αξιοπρέπειά τους. Είναι ένα μέρος από τη μακρά στρατιά των θυμάτων της ακραίας λιτότητας, αυτοί που η απόγνωσή τους δεν έχει, ακόμη, μετατραπεί σε οργή. Αυτοί που πίσω από τη φτώχεια συνειδητοποιούν ότι έχουν πέσει στην έσχατη βαθμίδα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Δεν θα ξεγελάσουν την πείνα τους, δεν θα μοιραστούν εορταστικό κλίμα από τα συσσίτια, δεν θα γυρίσουν αισιόδοξοι μέσα στην καταθλιπτική σιωπή τους. Δεν θα υπερηφανεύονται το βράδυ, όταν στα δελτία ειδήσεων θα παίζεται το θέμα τους και θα "κερδίζουν" μερικά δευτερόλεπτα δημοσιότητας. Δεν θα αποκτήσουν εύκολα εμπιστοσύνη για το μέλλον τους όταν πολλοί από αυτούς ζουν τρέχοντας από συσσίτιο σε συσσίτιο, από την εκκλησιαστική φιλανθρωπία στα δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, οι χιλιάδες της Βαρβακείου πλατείας χθες, η εμπροσθοφυλακή των περίπου 3,2 εκατ. πολιτών που, με διάφορες διαβαθμίσεις, ζουν στις ζώνες της φτώχειας, η στρατιά των νεόπτωχων, αρκετοί από τους οποίους μέχρι πρότινος ζούσαν μέσα στην ψευδαίσθηση της μικροαστικής καταναλωτικής μακαριότητας, όλοι αυτοί βγήκαν χθες, μέρα μεσημέρι, στον δημόσιο χώρο. Κι αυτό μπορεί να σηματοδοτήσει την επιστροφή τους, με όρους αξιοπρέπειας και αλληλεγγύης, στη συλλογική δράση.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν χωράνε στις μακέτες για την "αναβάθμιση της Πανεπιστημίου και του κέντρου της Αθήνας". Στο ιλουστρασιόν, που φιλοτεχνούν οι νεόπλουτοι ως μηχανή προεκλογικής εκστρατείας των μνημονιακών υποψηφίων δημάρχων, δεν υπάρχει ούτε ένα παγκάκι για να ξαποστάσουν οι περιφερόμενοι φτωχοί της Αθήνας. Είναι πλήρης η ανεπικοινωνία, είναι τεράστιο το χάσμα ανάμεσα στους νεόπλουτους και τους νεόπτωχους της πόλης.
Χθες κατέβηκαν στο κέντρο της Αθήνας οι Αθηναίοι των γειτονιών, του κέντρου και της περιφέρειας. Η άλλη Αθήνα, που βασανίζεται, αλλά δεν συγχωρεί. Οι πολλοί οι οποίοι συνειδητοποιούν τη δύναμή τους.
Δεν είναι η πρώτη φορά, στα χρόνια του Μνημονίου, που σχηματίζονται ουρές πολιτών για να προμηθευτούν δωρεάν τρόφιμα. Χθες, όμως, υπήρξαν εικόνες που ξεπερνούν τη συνηθισμένη πραγματικότητα της μνημονιακής εποχής. Όχι μόνο γιατί το πλήθος ήταν μεγάλο, αλλά, κυρίως, διότι οι προστρέξαντες συμπολίτες μας δεν ανήκουν στην κατηγορία του κοινωνικού περιθωρίου. Δεν ήταν μόνο άστεγοι, ούτε μόνο εξαθλιωμένοι χρήστες ναρκωτικών. Δεν ήταν μόνο μετανάστες. Δεν ήταν το συνηθισμένο κοινό της Ομόνοιας των τελευταίων ετών.
Ήταν λαϊκοί άνθρωποι, συνταξιούχοι και άνεργοι, νέα παιδιά, οικογενειάρχες και νοικοκυρές, οι οποίοι βγήκαν από τα σπίτια τους, κατέβηκαν στην Ομόνοια συμπιεσμένοι από τη φτώχεια και την καταφρόνια, ξεπερνώντας δισταγμούς ότι η δημόσια έκθεσή τους στις ουρές της πείνας θα καταρρακώσει την αξιοπρέπειά τους. Είναι ένα μέρος από τη μακρά στρατιά των θυμάτων της ακραίας λιτότητας, αυτοί που η απόγνωσή τους δεν έχει, ακόμη, μετατραπεί σε οργή. Αυτοί που πίσω από τη φτώχεια συνειδητοποιούν ότι έχουν πέσει στην έσχατη βαθμίδα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Δεν θα ξεγελάσουν την πείνα τους, δεν θα μοιραστούν εορταστικό κλίμα από τα συσσίτια, δεν θα γυρίσουν αισιόδοξοι μέσα στην καταθλιπτική σιωπή τους. Δεν θα υπερηφανεύονται το βράδυ, όταν στα δελτία ειδήσεων θα παίζεται το θέμα τους και θα "κερδίζουν" μερικά δευτερόλεπτα δημοσιότητας. Δεν θα αποκτήσουν εύκολα εμπιστοσύνη για το μέλλον τους όταν πολλοί από αυτούς ζουν τρέχοντας από συσσίτιο σε συσσίτιο, από την εκκλησιαστική φιλανθρωπία στα δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, οι χιλιάδες της Βαρβακείου πλατείας χθες, η εμπροσθοφυλακή των περίπου 3,2 εκατ. πολιτών που, με διάφορες διαβαθμίσεις, ζουν στις ζώνες της φτώχειας, η στρατιά των νεόπτωχων, αρκετοί από τους οποίους μέχρι πρότινος ζούσαν μέσα στην ψευδαίσθηση της μικροαστικής καταναλωτικής μακαριότητας, όλοι αυτοί βγήκαν χθες, μέρα μεσημέρι, στον δημόσιο χώρο. Κι αυτό μπορεί να σηματοδοτήσει την επιστροφή τους, με όρους αξιοπρέπειας και αλληλεγγύης, στη συλλογική δράση.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν χωράνε στις μακέτες για την "αναβάθμιση της Πανεπιστημίου και του κέντρου της Αθήνας". Στο ιλουστρασιόν, που φιλοτεχνούν οι νεόπλουτοι ως μηχανή προεκλογικής εκστρατείας των μνημονιακών υποψηφίων δημάρχων, δεν υπάρχει ούτε ένα παγκάκι για να ξαποστάσουν οι περιφερόμενοι φτωχοί της Αθήνας. Είναι πλήρης η ανεπικοινωνία, είναι τεράστιο το χάσμα ανάμεσα στους νεόπλουτους και τους νεόπτωχους της πόλης.
Χθες κατέβηκαν στο κέντρο της Αθήνας οι Αθηναίοι των γειτονιών, του κέντρου και της περιφέρειας. Η άλλη Αθήνα, που βασανίζεται, αλλά δεν συγχωρεί. Οι πολλοί οι οποίοι συνειδητοποιούν τη δύναμή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου