Του ΟΜΗΡΟΥ ΤΑΧΜΑΖΙΔΗ
Η
πρόθεση: Σε «φιλοσοφική
νυκτηγορία» ασχολήθηκα, μεταξύ άλλων, και με τον προβληματικό χαρακτήρα της
δημοσιότητας στη χώρα μας και τον ρόλο της στην εμφανή δυσλειτουργία του πολιτεύματος:
σε ερώτηση αναφορικά με τους λόγους που δημιουργούν επιπλοκές στο σύστημα
πληροφόρησης απάντησα εσκεμμένα με προκλητικό τρόπο- ο προβληματικός χαρακτήρας
της ελληνικής δημοσιογραφίας οφείλεται στην οκνηρία των δημοσιογράφων. Είναι
φανερό ότι με αυτόν τον τρόπο απέκλεια μια δέσμη από άλλους λόγους και αιτίες
πολύ πιο σημαντικούς για την τραγική κατάσταση στην οποία ευρίσκεται το
δημοσιογραφικό καθεστώς της χώρας: ως μέρος του ευρύτερου πολιτικοκοινωνικού
καθεστώτος.
Επικεντρώθηκα στους περιβόητους gatekeepers – πυλοφύλακες των
ειδήσεων και στο ρόλο τους στο ελληνικό σύστημα ενημέρωσης: απλώς επειδή ήθελα
να αναδείξω την ευθύνη του κάθε ατόμου απέναντι στο κοινωνικό συνόλου - και τη
συμβολή του ή όχι σε μια ανοικτή δημοκρατική κοινωνία. Ο μεμονωμένος
δημοσιογράφος και οι ευθύνες του σε ένα διάτρητο από κάθε άποψη σύστημα
πληροφόρησης, στο οποίο έχει «τρυπώσει» και έχει «βολευτεί» και ο ίδιος: με
αυτόν τον τρόπο ήθελα να αποκλείσω τις γενικολογίες, τα γνωστά κοινότοπα περί
διαπλοκής κλπ., που τα μηρυκάζει ο καθένας σε αυτή τη χώρα και τα οποία
λειτουργούν, τις περισσότερες φορές, ως άλλοθι για την «ανήθικη» και αντιεπαγγελματική
στάση των δημοσιογράφων.
Αποκλείοντας όλη τη δέσμη των αιτιολογιών για τη
χωλαίνουσα ελληνική δημοσιότητα, απέμενε προς εξέταση ο επαγγελματικός ρόλος
του Έλληνα δημοσιογράφου, της Ελληνίδας δημοσιογράφου.
Και περιόρισα τους λόγους της έντονης ανηθικότητας στο
καθεστώς της (ελληνικής) ενημέρωσης στην οκνηρία των δημοσιογράφων: στην πράξη
η διάχυτη κατάσταση οκνηρίας σημαίνει ελάχιστο δυνατό κόστος και μέγιστα δυνατά
κέρδη για τη βιομηχανία πληροφόρησης– στο χώρο του (νεοελληνικού) συστήματος
πληροφόρησης η μείωση του κόστους επιτυγχάνεται με την καταστρατήγηση των
οποίων κανόνων στην άσκηση του επαγγέλματος. Έχουμε ένα ασύδοτο σύστημα
ενημέρωσης το οποίο λειτουργεί με την όσο το δυνατόν λιγότερη προσπάθεια -
εργασία: στο χώρο της τηλοψίας η κατάσταση έχει πάρει εκτρωματικές διαστάσεις –
τα μακρόσυρτα «ανεπεξέργαστα» και «απληροφόρητα» δελτία ειδήσεων αποτελούν όνειδος
για την ελληνική δημοκρατία και τον υπ΄ αριθμόν ένα κίνδυνο για την
αποτελεσματική λειτουργία της.
Οι δημοσιογράφοι έχουν «τρυπώσει», έχουν «βολευτεί» και
αναπαράγουν εξαιτίας της ανεπάρκειάς τους, της οκνηρίας τους και των
μικροσυμφερόντων τους ένα σαθρό καθεστώς «ειδησεογραφίας»: ο σύνδεσμος «παρά»
έχει και εδώ την τιμητική του – παραδημοσιογραφία.
Έλλειψη
εργασιακού ήθους: Ο εύκολος δρόμος του παραφθαρμένου δελτίου
ειδήσεων, της παραφθαρμένης ειδησεογραφίας βασίζεται στην επαγγελματική
ανεπάρκεια και οκνηρία του σύγχρονου Έλληνα δημοσιογράφου: εκείνοι που μπορούν
να εργαστούν πράγματι με βάση τους σταθερούς κανόνες του επαγγέλματος και της
ειδησεογραφίας έχουν «βολευτεί» αφού έχουν «τρυπώσει» στο ερμάρι με το μέλι του
προβληματικού συστήματος πληροφόρησης, εκείνοι που θα ήθελαν να εργαστούν περιφέρονται
στις παρυφές του συστήματος χωρίς να έχουν τη δυνατότητα παρέμβασης και παροχής
υπεύθυνης και σοβαρής εργασίας – τελικώς η υπόθεση της ελληνικής δημοσιογραφίας
είναι πρωτίστως ζήτημα εργασιακού ήθους,
δημοκρατικής παιδείας και ηθικής υπόστασης του κάθε ατόμου. Όσοι παραβαίνουν
τους κανόνες – δημοσιογράφοι, αρχισυντάκτες κλπ. – δεν είναι ανεπαρκείς και
ανεπάγγελτοι, αλλά οκνηροί, άθλιοι και ανήθικοι.
Η
διάκριση: Ένας βασικός κανόνας στην ειδησεογραφία είναι η διάκριση
της «είδησης» από τη «γνώμη»: οι ειδήσεις συγκροτούνται και διατυπώνονται με
συγκεκριμένους τρόπους, άρα υπάρχει ένα «αντικειμενικό» σύστημα γραφής τους και
κατά συνέπεια ελέγχου τους, οι απόψεις και οι γνώμες είναι απεριόριστες και δεν
ελέγχονται από κανενός είδους «λογοκρισία» – σε καμία όμως περίπτωση η «είδηση»
δε συγχέεται με την άποψη και δεν παρουσιάζεται η «γνώμη», «άποψη» ως είδηση σε
ένα ειδησεογραφικό κείμενο.
Στην ελληνική περίπτωση της «οκνηρής δημοσιογραφίας» η σύγχυση
αυτού του είδους είναι ο κανόνας: αρχίζοντας από τις «έγκριτες» και
καταλήγοντας σε «μη-έγκριτες» εφημερίδες.
Η καχυποψία του αναγνώστη/αναγνώστριας –
ακροατή/ακροάτριας τροφοδοτείται από αυτού του είδους τη σύγχυση: το ελληνικό
δημοσιογραφικό υβρίδιο της «ειδησεογνώμης» δηλητηριάζει τη δημοσιότητα και
δυναμιτίζει με αυτόν τον τρόπο το δημοκρατικό πολίτευμα – με χειραγωγούμενη
«θυμική» δημοσιότητα δε μπορεί να λειτουργήσει ένα δημοκρατικό πολίτευμα.
Αλλά το θυμικό, υπό τη μορφή της καταγγελίας, της
αγανάκτησης, της ειρωνείας κλπ., δεν είναι είδηση, είναι «σχόλιο», «γνώμη»,
«άποψη», «θέση»: όλα αυτά έχουν σχέση χειραγώγησης με την είδηση και
υποσκάπτουν την εγκυρότητά της.
Η
οκνηρία και δημοσιογραφική έρευνα: Σταχυολογήσαμε από τη δημοσιογραφική
ναυαρχίδα της ελληνικής συντήρησης, την εφημερίδα «Καθημερινή», ένα
χαρακτηριστικό «ρεπορτάζ» της παραδημοσιογραφικής οκνηρίας: αφορά τη
δημοσιογραφική αντιμετώπιση της «Χρυσής
Αυγής» και τα … καμώματα κάποιου
στελέχους των νάτσηδων – το κείμενο είναι της δημοσιογράφου Μαρίλης Μαργωμένου και φέρει τον τίτλο
«Η «πάμπτωχη» Θέμις Σκορδέλη και η
κατάνα της». Ήδη ο τίτλος του «ρεπορτάζ» προϊδεάζει για δημοσιογραφική
λαθροχειρία: από μόνος του είναι μια «κρίση», ένα «σχόλιο» στο δημοσίευμα.
Το περιεχόμενο του δημοσιεύματος είναι ένας καταιγισμός
στο «θυμικό» του αναγνώστη και σε καμία περίπτωση δεν έχει ειδησεογραφικό
πληροφοριακό χαρακτήρα: οι ειδήσεις/πληροφορίες χάνονται πίσω από λεκτικά
σχήματα, κρίσεις και σχολιασμούς που αποσκοπούν στην πλήρη χειραγώγηση του
αναγνώστη - δεν πρόκειται για δημοσιογραφική έρευνα, αλλά πρόχειρη και άκοπη «δημοσιογραφία» του ποδιού. Το
φαινόμενο είναι σχετικά περιορισμένο στις σελίδες της «Καθημερινής», αλλά η
παρουσία του σε ένα από τα λεγόμενα «έγκριτα» φύλλα, καταδεικνύει ότι η παραδημοσιογραφία και η επαγγελματική
προχειρότητα και οκνηρία αποικίζουν όλο το φάσμα της ελληνικής εφημεριδογραφίας:
έχουν ήδη υπερχειλίσει και τα τελευταία αναχώματα για διατήρηση του αυτονόητου
κανονιστικού πλαισίου στη συγγραφή των ειδήσεων.
Το
θέμα:
Ένα μέλος της «Χρυσής Αυγής» γνωστή
από τον ακτιβιστικό της ρόλο και από την παρουσία της στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης
κατηγορείται για παράνομη κατοχή προϊόντων του παρεμπορίου: η δημοσιογράφος
περιγράφει «δημοσιογραφικά» το γεγονός - «βλέπετε, η Θέμις Σκορδέλη διέπραξε το
ίδιο αδίκημα με τους νεαρούς Σενεγαλέζους της Ερμού που αν δεν προλάβουν να
τρέξουν, τους πιάνει ο αστυνομικός. Οι τσάντες μαϊμού Louis Vouitton που βρέθηκαν σπίτι της, οι
ντάνες με τα πειρατικά CD και τα κλεψίτυπα DVD, την κατατάσσουν πλέον ανεπίσημα στην
κατηγορία «ένα μικρό κλεφτοπόλεμο», όπως θα έλεγε και ο αρχηγός της, ο Ν.
Μιχαλολιάκος». (εφημ. «Καθημερινή»,
Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013)
Η προσπάθεια εκδαιμόνισης του αντιπάλου, χαρακτηρίζει όλο
το «ειδησεογραφικό» κείμενο της δημοσιογράφου της “Καθημερινότητας»: «Αλλά η
ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις. Τον πρώτο καιρό που στον Άγιο Παντελεήμονα οι
κάτοικοι την έβλεπαν να δίνει με την ντουντούκα συνθήματα στους χρυσαυγίτες, οι
τηλεθεατές την παρακολουθούσαν στο πάνελ των εκπομπών του Κ. Χαρδαβέλα να κάνει
την «αγανακτισμένη κάτοικο». Ο αληθινός ρόλος της φάνηκε μόνο όταν το τσούρμο
των χρυσαυγιτών όρμησε με τα γιαούρτια εναντίον του Αλ. Αλαβάνου και η Θ.
Σκορδέλη πιάστηκε στην κάμερα να πετάει ντομάτες. Αργότερα, χρειάστηκε να
συλληφθεί η μισή Χ.Α. για να πληροφορηθούμε από έναν προστατευόμενο μάρτυρα πως
πέραν όλων των άλλων, η Θ. Σκορδέλη είναι και επίλεκτη κοπτοραπτού στο μαγαζί
του Η. Παναγιώταρου. Φροντίζει να κόβονται οι ετικέτες «made in Pakistan» απ΄ τα μπλουζάκια, ώστε να δειγματίζει με
εθνικοφροσύνη ο βουλευτής τη θερινή κολεξιόν του χρυσαυγίτη». (Εφημ. «Η Καθημερινή», Πέμπτη 10/10/2013] – προφανώς το κείμενο αυτό δεν είναι
«ειδησεογραφικό ρεπορτάζ», αλλά κείμενο για κακόγουστη θεατρική επιθεώρηση.
Όλο το «ρεπορτάζ» είναι παρόμοιου ύφους: αποτελεί δείγμα
της οκνηρής παραδημοσιογραφίας – η δημοσιογράφος αντιδεοντολογικά και πέρα από
κάθε κανονιστικό πλαίσιο συρράπτει διάφορες προσωπικές γνώμες και κρίσεις με
παλιά γνωστά αδούλευτα στοιχεία και τα σερβίρει στο κοινό με ξεκάθαρα
μεροληπτικό τρόπο – ο πλήρης βιασμός της είδησης.
Οι «ειδήσεις», που έχουν πολτοποιηθεί μέσα στις κρίσεις
και τις γνώμες της δημοσιογράφου είναι οι εξής: α) το συγκεκριμένο πρόσωπο
παίρνει συνεχώς αναβολές στα δικαστήρια – «με τη βοήθεια του χρυσαυγίτη-ψυχιάτρου»
ισχυρίζεται η δημοσιογράφος και δεν προσθέτει τίποτε άλλο, αφήνοντας την είδηση
μετέωρη (περαιτέρω έρευνα για την ολοκλήρωση της είδησης απαιτεί εργασία). β) η
κατηγορούμενη κατείχε παράνομο υλικό του παρεμπορίου, συμμετείχε στις επιθέσεις
εναντίον του Αλέκου Αλαβάνου, διετέλεσε μέλος της ΔΑΚΕ (συνδικαλιστικής
παράταξης της Νέας Δημοκρατίας), βρέθηκε σημειωματάριό της στα χέρια πρώην
διευθυντή της αστυνομίας στη περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα και τέλος ότι η
«χρυσαυγίτισα» ήταν κάτοχος ενός βιβλιαρίου με σημαντικές καταθέσεις.
Αντί για την «ξερή» παράθεση των ειδήσεων η δημοσιογράφος
πλέκει τη δική της κατάφορτη από κρίσεις και γνώμες ιστορία και δε διστάζει να
διαγνώσει ακόμη και «δυσαρέσκεια» της δικαιοσύνης απέναντι στην κατηγορουμένη: «…
όλα δείχνουν πως και εκείνη και η κατάνα της, είναι ήδη πολύ αγανακτισμένη μαζί
της».
Εύκολη, εύπεπτη παραδημοσιογραφία στον καιρό του Διαδικτύου
και της εύκολης πρόσβασης στα «δεδομένα»: εδώ υποσκάπτεται με απροκάλυπτο τρόπο
η επιβίωση και το μέλλον των εφημερίδων - αυτού του είδους η παραδημοσιογραφία
διαβρώνει την πληροφόρηση, οδηγεί σε εντόσθια σήψη την αξιοπιστία του ιδίου του
κειμένου.
Σημείωση: Την Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013 στις 20.15 θα
πραγματοποιηθεί η τρίτη φιλοσοφική
νυκτηγορία (β΄ περίοδος) με τον Όμηρο
Ταχμαζίδη στο καφέ ΓΑΖΙΑ (Καρόλου
Ντηλ 22 – Θεσσαλονίκη) με θέμα:
«Σοφία και φιλοσοφία – ίχνη στην καθημερινότητα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου