Πολύπλευρη αναφορά στο «Δρούτσουλα Ικαρίας, αφετηρία και προορισμός» από τον συγγραφέα Στέλιο Ιω. Σιμάκη
Ένα εξαίρετο βιβλίο, από απόψεως συγγραφής, περιεχομένου και εμφάνισης, εφάμιλλο επώνυμων εκδόσεων, αλλά εκδοθέν στην μακρινή Ικαρία κυκλοφορεί από το 2019 και αποσπά τον θαυμασμό, καθώς ήρθε για να αποδείξει πως στην επαρχία ''φύονται'' εκδόσεις που μπορούν να καταταχθούν επαξίως ανάμεσα στα ευπώλητα βιβλία.
Πρόκειται για το βιβλίο του Ικαριώτη Στέλιου Σιμάκη, με καταγωγή από τον Δρούτσουλα και με ντοκουμενταρισμένη αναφορά υπό τον τίτλο «Δρούτσουλας Ικαρίας, αφετηρία και προορισμός». Πρόκειται για ένα οδοιπορικό στο χώρο και στο χρόνο για την περιοχή του Δρούτσουλα, όπου παρουσιάζεται η μελέτη του Ικαριώτη συγγραφέα για την προέλευση του ανθρώπινου δυναμικού της περιοχής που συμπληρώνει πάνω από δύο αιώνες από την εγκατάστασή του σε υψόμετρο 400 μ. για την αποφυγή πειρατικών επιδρομών, που αφθονούσαν στο Αιγαίο μέχρι την μέση του 18ου αιώνα.
Ο Στέλιος Σιμάκης, ηλικίας 52 χρόνων σήμερα, διατηρεί ένα όμορφο παραδοσιακό βιβλιοπωλείο στον Αρμενιστή Ικαρίας και είναι απόφοιτος του Οικονομικού Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Ασχολείται με έρευνες που αφορούν την ιδιαίτερη πατρίδα του, ενώ το προαναφερόμενο βιβλίο είναι το τρίτο που κυκλοφορεί , μετά το «Ικαρία, οι ανέμου μύλοι» έκδοση του 2018 και το «Εκατό χρόνια ικαριακής εξωτερικής μετανάστευσης» έκδοσης 2015.
Όπως γίνεται αντιληπτό πρόκειται για ενδιαφέροντα βιβλία που συμπληρώνουν την γενική Ιστορία με την Μικρο-Ιστορία του τόπου του συγγραφέα.
Στην σελίδα των ευχαριστιών του συγγραφέα διαβάζουμε αναφορά για τον πατέρα του Γιάννη Σιμάκη, του οποίου αποτύπωσε τις προφορικές μαρτυρίες για το χωριό του, μιλά για το δημοτικό διαμέρισμα Εύδηλου , που του άνοιξε τον δρόμο της έρευνας στα... κιτάπια του, όπου διακρίνονται οι χρονολογίες γέννησης, και η εξέλιξη των γεναιαλογικών δένδρων του Δρούτσουλα και των γύρω από αυτόν οικισμών, Ξερέδων, Ακαμάτρας, Γλύνης, αναφέρεται στον παππού του, που φύλασσε στο μπαούλο πολύτιμα, παλίμψηστα έγγραφα εποχής και άλλα πολλά.
Όπως για παράδειγμα η πληθυσμιακή μείωση του Δρούτσουλα από το 1920, που άνθρωποί του, για λόγους επισιτιστικούς, μετανάστευσαν στο εξωτερικό ή στο εσωτερικό της χώρας και καταγράφηκε από την Στατιστική με 96 άτομα, ενώ μειούμενος ο πληθυσμός μέχρι το 2001, έφθασε τα 24 άτομα και σήμερα είναι ζήτημα εάν οι μόνιμοι κάτοικοι του Δρούτσουλα μετρούνται στα δάκτυλα των δύο χεριών, ενώ μικρή αύξηση παρατηρείται το καλοκαίρι, με την προσωρινή επίσκεψη κατοίκων που ζουν εκτός Δρούτσουλα
Πατρινοί εξόριστοι μαζί με χωριανούς του Δρούτσουλα, το 1947, σε αναμηστικό στιγμιότυπο, προ του καμπαναριού των Αγ. Πάντων του χωριού. (Φωτογραφία από το βιβλίο του Στέλιου Σιμάκη). |
Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά στην φιλοξενία που παρείχαν οι Δρουτσουλιώτες στους Πατρινούς εξορίστους, που το 1947 έστειλε στο νησί η εμφυλιοπολεμική κυβέρνηση με απόφαση του Υπ. Εσωτερικών Ναπολέων Ζέρβα! Μία φωτογραφία εξορίστων τον Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου, μπροστά στο λιθόχτιστο με ξερολιθιά και προστατευόμενο από την Εφορία Νεωτέρων Μνημείων, καμπαναριό των Αγ. Πάντων του χωριού, μαρτυρά πως οι εξόριστοι εκεί ξεπερνούσαν το ένα τρίτο των χωρικών, οι οποίοι κατά την απογραφή του 1940 έφθαναν μόλις του 93 ανθρώπους. 54 άνδρες και 39 γυναίκες. Κι όμως δεν έδειξαν φειδώ στην παροχή κατοικίας και τροφής στους εξορίστους της Πάτρας και άλλους από την Πελοπόννησο, από την λίγη τροφή που παρήγαγε αυτός ο ορεινός τόπος, ενώ λίγο μετά η κυβέρνηση Σοφούλη μετέφερε τους εξορίστους στον παραθαλάσσιο Εύδηλο για να τους ελέγχει, υπό τον φόβο της δραπέτευσής τους, στα ορεινά του Αθαίρα, όπου δρούσαν οι μαχητές του ΔΣ Ικαρίας
Ο συγγραφέας Στέλιος Σιμάκης όμως, καταγράφει στιγμιότυπα από την εποχή της τρομοκρατίας:
«Ο Ηλίας Ξηρός γεννημένος το 1921, πυροβολήθηκε πισώπλατα και σκοτώθηκε τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο του 1947, από χωροφύλακα σε ενέδρα στο Δρούτσουλα (ενώ οι εξόριστοι διαβιούν στο χωριό). Ο Ηλίας δεν υπήρξε ποτέ αντάρτης του Δημοκρατικού Στρατού, παρά μόνον απέφευγε την στρατιωτική κατάταξή του. Η δικαιολογία του δολοφόνου του ήταν ότι καθώς τον είδε ψηλό και αδύνατο, τον θεώρησε ως τον, αναλόγων χαρακτηριστικών, επικηρυγμένο αντάρτη Χρήστο Μαυρογιώργη ή ''Σούτσο'' από τον Κάμπο. Ο πατέρας του Χαράλαμπος μην μπορώντας να αντέξει την απώλεια, γκρέμισε το σπίτι που ετοίμαζε ο γιος του και το οποίο είχε αγοράσει από τον επίσης αδικοχαμένο ανιψιό του, θεωρώντας το καταραμένο».
Κι ακόμη:
«Ο Νίκος Μοσχοβάκης, γεννημένος το 1936, από πολύ μικρός βρέθηκε στο μπάρκο, που φυγάδευσε τους τελευταίους αντάρτες της Ικαρίας στην Αλβανία. Καπετάνιος και ιδιοκτήτης σε κείνο το καΐκι ήταν ο Γιώργος Μεγαλοοικονόμος ή ''Καστόρης'', μετέπειτα πεθερός του. Από κει πέρασαν στη Ρουμανία, όπου ο Νίκος έμεινε πολλά χρόνια πριν αποδεχθεί πρόσκληση της αδελφής του, Φιλιούς, κατά δύο χρόνια μεγαλύτερής του και μεταναστεύσει εκ νέου, αυτή τη φορά στις ΗΠΑ».
Η Φιλιώ είχε παντρευτεί κάποιον με το επώνυμο Ανδριώτης, από τον κοντινό Εύδηλο και μετανάστευσαν μαζί στις ΗΠΑ, όπου κάλεσε και τον αδελφό της.
Στην συνέχεια κοινωνικών αναφορών από τον συγγραφέα. μαθαίνουμε πως η Κυριακούλα Φράγκου, γεννημένη το 1899, εργαζόμενη κατά καιρούς στην Αίγυπτο, παντρεύτηκε δύο φορές, αλλά τελικά επέλεξε να γίνει καλόγρηα στην μονή Ευαγγελισμού της Λευκάδας Ικαρίας.
Ο συνοικισμός Ξερέδων του Δρούτσουλα, με παράδοση αιώνων κτισμένος σε απόκρυμνη περιοχή για την προστασία από τις πειρατικές επιδρομές, είναι εγκαταλελειμμένος τώρα στο έλεος του χρόνου. |
Κι επίσης ο Κωνσταντής Παπαμιχάλης, γεννημένος το 1876, υπήρξε ένας από τους χρονικά τελευταίους βρακοφόρους, που μετακόμισε στην Ακαμάτρα, συνοικισμός του Δρούτσουλα, και φορούσε την παραδοσιακή μαύρη ενδυμασία με βράκα και σκούφο, -μαζί με τους γιους του Ιω. Ξηρού ή ''Κουτσούλη'' από το Ξερέδων- της περιοχής του.
Το βιβλίο του Στυλιανού Σιμάκη «Δρούτσουλας Ικαρίας, αφετηρία και προορισμός» αποτελεί πραγματικό ιστορικό θησαυρό γνώσεων για έναν τόπο που είχα την χαρά να γνωρίσω, καθώς πριν λίγα χρόνια, αναζητώντας τον τόπο εξορίας του πατέρα μου, Μήτσου Μόσχου, τον ανακάλυψα με οδηγό μία φωτογραφία εξορίστων του 1947, φυλαγμένη σε ένα παλιό μεταλλικό κουτί Καλμαλίνης, που με χαρά μου, την είδα να φιλοξενείται στις σελίδες αυτού του αξιόλογου βιβλίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου