«Εκεί κάθε τόσο δούλευε λαμπαδόρος στα γρι γρι του Άννινου για ''να πάρει αέρα ο κώλος του''» εξομολογείται ο Νίκος Ξανθόπουλος για τον πατέρα του Παναγιώτη!
Στους Αχαιούς με την έννοια του όρου κρατούμενοι, οι οποίοι ''φιλοξενήθηκαν'' στο Στρατόπεδο Λυμπερόπουλου, αξίζει να αναφέρουμε και τον με αριστερές καταβολές ηθοποιό Νίκο Ξανθόπουλο, ο οποίος σε ηλικία εννέα χρόνων βρέθηκε στον όροφο του κτιρίου που κρατούνταν γυναίκες, χωρίς να του έχει επιβληθεί ποινή. Και ήταν ο μικρότερος κρατούμενος της φυλακής! Τότε επί Ιταλών, στο ισόγειο κρατούσαν τους άντρες και στον επάνω όροφο τις γυναίκες.
Ο πατέρας του Παναγιώτης, μικρό παιδί και με τους γονείς του εξοντωμένους από τις κακουχίες, ακολούθησε το καραβάνι των προσφύγων το 1922 με την φυγή των πληθυσμών και κατέληξε πάνω από το Νευροκόπι. Πολύ αργότερα έμαθε για κάποιον αδελφό του πατέρα του και κατέβηκε στην Κόρινθο, με αφορμή τους σεισμούς του 1928!
Γνώρισε τη μητέρα του Μαρία, που γεννημένη στο Σοχούμ, είχε έρθει στην Ελλάδα ως πόντια πρόσφυγας και αυτή, το 1922, όταν οι Νεότουρκοι έσφαξαν όλον τον άρρενα πληθυσμό. Ο Παναγιώτης Ξανθόπουλος από την Κερασούντα Μ. Ασίας, εγκαταστάθηκε στην Ιωνία Αττικής, δούλεψε μπαλωματής σε δικό του τσαγκάρικο, παντρεύτηκε τη σύζυγό του Μαρία και έκαναν τρία παιδιά, αλλά η αγάπη του για την θάλασσα, ώθησε τον πατέρα μέχρι την Πάτρα. Εκεί κάθε τόσο δούλευε λαμπαδόρος στα γρι γρι του Άννινου για ''να πάρει αέρα ο κώλος του'' όπως λέει ο ίδιος ο Νίκος Ξανθόπουλος.
Η γυναίκα του, υφάντρια στην Ιωνία, πριν από την Κατοχή, κάποια φορά από τις πολλές, αναζητώντας τον, τόν βρήκε στο παραθαλάσσιο χωριό Δρέπανο Αχαΐας. Εκεί έμειναν για μικρό διάστημα, όπου βάφτισαν και τον Νίκο Ξανθόπουλο.
Στην Κατοχή, το 1942 με τη μεγάλη πείνα, η οικογένεια βρέθηκε πάλι στην Αχαΐα, αυτή τη φορά στα Αραχωβίτικα, όπου είχε παλιές φιλίες και κουμπαριές ο πατέρας. Δούλεψε στου Ράφτη την τράτα. Και με την ανάπτυξη του αντάρτικου, πέρασε απέναντι στην Ναυπακτία, όπου εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ με την Άρη, με σκοπό αργότερα, να πάρει και την οικογένειά του κοντά του.
Αυτό έφτασε στα αυτιά των Ιταλών και τον Δεκέμβρη του 1942 συνέλαβαν την μητέρα και το γιο της Νίκο Ξανθόπουλο, εννέα χρόνων τότε, ενώ στο μεταξύ είχαν πεθάνει οι δύο αδελφές του.
Βασάνισαν την μητέρα, ενώ σε διπλανό δωμάτιο ο μικρός γιος της Νίκος άκουγε τα σκουμάρια της και τις φωνές των βασανιστών, που ζητούσαν να αποκαλύψει που βρίσκονταν ο άντρας της. Τους μετέφεραν στου Λυμπερόπουλου, όπου η μητέρα ζήτησε και πήρε μαζί της τον γιο της, αφού δεν είχε που να τον αφήσει.
«Ο καημός μας ήταν που δεν είχαμε κανέναν να μας επισκεφθεί. Και από το χωριό φοβόντουσαν να έρθουν και να μας δούνε» λέει όταν ερωτάται!
Τους κράτησαν οκτώ μήνες, μέχρι την συνθηκολόγηση της Ιταλίας, στις 8 Σεπτέμβρη 1943, όταν ανέλαβε την Διοίκηση των δυνάμεων της Πάτρας, ο Γερμανός Περιφερειακός Διοικητής Νοϊμάιστερ, ο οποίος θέλοντας να επιδείξει καλή θέληση, ελευθέρωσε αρκετούς ιταλοκρατούμενος στην πόλη.
Τον Μάρτιο του 2015, με αφορμή δημοσίευμα-αφιέρωμα στο στρατόπεδο Λυμπερόπουλου από το πατραϊκό σάιτ thebest.gr, που έθετε την ανάγκη να διατηρηθεί η ιστορική μνήμη με την συντήρηση του κτιρίου, ήρθαμε σε επικοινωνία. Με ερώτησε ευθαρσώς: ''Πως μπορώ να βοηθήσω γι αυτόν τον χώρο που ήμουνα κρατούμενος μικρό παιδί;''. Οι παιδικές μνήμες, στην ηλικία των 81 χρόνων, τού διατηρούν άσβηστο το καντήλι της μνήμης από την κράτησή του εκεί.
Αυτά και πολλά άλλα αναφέρει και στην αυτοβιογραφία του, που εκδόθηκε το 2005 στην Αθήνα και έχει κάνει πολλές επανεκδόσεις. Σήμερα ζει στην Παιανία Αττικής και ασχολείται με το αμπελάκι του και την κηπουρική[1].
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου