ΣΗΜΕΙΩΣΗ: «Ο
κόκκινος δάσκαλος» του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου προβάλλεται στην
Ταινιοθήκη της Ελλάδος και στον κινηματογράφο Διάνα στο Μαρούσι. Από αύριο
16 Ιανουαρίου θα προβάλλεται και στον κινηματογράφο Στούντιο. |
Στην καινούργια ταινία του «Ο κόκκινος δάσκαλος» ο σκηνοθέτης Στέλιος Χαραλαμπόπουλος στοιχειοθετεί το πορτρέτο ενός από τα πιο λαμπερά μυαλά της Αριστεράς αλλά και του πιο τραγικού ήρωά της. «Παραδείγματα όπως του Πλουμπίδη σπανίζουν στην Ιστορία και οι λαοί δεν πρέπει να τα ξεχνούν» λέει. Βγαλμένη λες από αρχαιοελληνική τραγωδία, η ιστορία του Νίκου Πλουμπίδη μέσα από την ταινία επανέρχεται στο ζοφερό παρόν, σ’ αυτή την περίοδο που πολλοί αναρωτιούνται για τη σωστή πλευρά της Ιστορίας, όχι όμως για την υποχώρηση, ακόμα και την κακοποίηση της ιστορικής μνήμης. Ο γνωστός σκηνοθέτης, διαθέτοντας στις αποσκευές του την εμπειρία μιας σημαντικής διαδρομής τόσο στο ντοκιμαντέρ όσο και στη μυθοπλασία, πολλές διακρίσεις και κυρίως μια τίμια ματιά απέναντι στα πρόσωπα και στα γεγονότα με τα οποία καταπιάνεται, αναγνωρίζει ότι τελειώνοντας τον «Κόκκινο δάσκαλο» εκτίμησε βαθιά τον Νίκο Πλουμπίδη.
Με το αρχειακό υλικό που του ενεχείρισε ο γιος του Νίκου Πλουμπίδη Δημήτρης και ερεύνησε σε θεσμικά αρχεία, με συνεντεύξεις των ιστορικών Βαγγέλη Καραμανωλάκη, Ιωάννας Παπαθανασίου, Τάσου Σακελαρόπουλου και Μενέλαου Χαραλαμπίδη αλλά και τις μαρτυρίες συναγωνιστών, δεσμοφυλάκων και φίλων του Πλουμπίδη στοιχειοθετεί ένα οδοιπορικό σ’ αυτή την τραγική περιπέτεια αλλά και σε μία από τις πιο ταραγμένες περιόδους του ελληνικού 20ού αιώνα, ανα φέρει η δημοσιογράφος Πόλυ Κρημνιώτη στο avgi.gr.
Ακλολουθεί η συνέντευξη με τον Δημήτρη Πλουμπίδη, γιο του εκτελεσμένου τραγικού ήρωα, η οποία φιλοξενείται στο avg.gr
Γιατί ασχολήθηκες με τον Νίκο Πλουμπίδη; Ποιοι ήταν οι λόγοι που σε έφεραν μπροστά σ’ αυτόν τον τραγικό ήρωα;
Η τραγική τύχη αυτού του ανθρώπου ήταν κυρίως το κίνητρο για να ασχοληθώ με τον Νίκο Πλουμπίδη. Για μένα είναι ένας ήρωας που έρχεται κατευθείαν από την αρχαία τραγωδία. Βασικό στοιχείο της τραγωδίας ήταν ο άνθρωπος που εναντιώνεται στην προδιαγραμμένη από τους θεούς μοίρα του, κι εδώ έχουμε τον Πλουμπίδη, ο οποίος τα βάζει με δύο εξουσίες: η μία είναι η κρατική, που τον κατηγορεί σαν προδότη της πατρίδας, και η άλλη είναι η κομματική, που τον κατηγορεί σαν προδότη της ιδεολογίας και του κόμματός του. Βαδίζει προς τον θάνατο με αυταπάρνηση και αυτοθυσία γιατί προτιμάει να μην υπερασπιστεί τον εαυτό του, αλλά την τιμή του κόμματος και της ιδεολογίας του. Προσπερνάει τις κατηγορίες της συκοφαντίας προς το πρόσωπό του λέγοντας: «Να έχετε εμπιστοσύνη στο κόμμα και κάποια στιγμή θα με αποκαταστήσει».
Μεγαλείο ψυχής η στάση του αλλά και απόλυτη αφοσίωση στο κόμμα…
Ναι, και να θυμηθούμε ότι στη δίκη δικαζόταν μαζί του όλη η τότε ηγεσία του ΚΚΕ, ο Ζαχαριάδης, ο Βλαντάς, ερήμην όμως, γιατί βρίσκονταν στο εξωτερικό. Φυσική παρουσία στη δίκη ήταν μόνο αυτή του Πλουμπίδη. Αν σκεφτούμε επίσης ότι όλες αυτές οι δίκες ήταν πολιτικής σκοπιμότητας, επωμίστηκε το καθήκον να υπερασπιστεί μόνος του το κόμμα του και την πολιτική του ΚΚΕ.
Γιατί θεωρείς πως άργησε η αποκατάστασή του;
Αυτή η ιστορία τραυμάτισε βαθιά και δίχασε ένα μεγάλο κομμάτι της Αριστεράς. Πέρα από τα ηγετικά στελέχη, πολύς κόσμος της Αριστεράς για χρόνια πίστευε και εν αγνοία του διέδιδε αυτή τη συκοφαντία, ότι δηλαδή ο Πλουμπίδης ήταν χαφιές, και μάλιστα από την πρώτη στιγμή που εντάχθηκε στο κόμμα, δηλαδή για 27 ολόκληρα χρόνια λειτουργούσε σαν πέμπτη φάλαγγα. Και το τελευταίο και σημαντικότερο που του απέδιδαν ήταν ότι αυτός πρόδωσε τον Μπελογιάννη. Ήταν δύσκολο μετά για όλους αυτούς τους ανθρώπους να δεχτούν ότι άθελά τους είχαν γίνει «συνεργοί» σε μια τόσο ιταμή πράξη. Κάποιοι οργίστηκαν από αυτή την εξαπάτηση, αλλά κάποιοι άλλοι αρνούνταν να δεχτούν την αλήθεια. Κι έτσι, σε συνδυασμό με την άτολμη αποκατάσταση που έκανε το κόμμα, για χρόνια ακόμα πλανιόταν αυτή η σκιά. Το κόμμα αρχικά παίρνει μια απόφαση για την αποκατάσταση των Πλουμπίδη, Σιάντου και Καραγιώργη, κορυφαίων στελεχών του, το 1958, την οποία κοινοποιεί στη σύζυγό του Ιουλία. Αργότερα, το 1961, δημοσιοποιείται σε ένα κομματικό έντυπο περιορισμένης κυκλοφορίας, τον Νέο Κόσμο. Δηλαδή η πράξη της αποκατάστασης σαφώς υπολείπεται σε δημοσιότητα από τον ντόρο που είχε γίνει όταν μετά τη σύλληψή του εκτοξεύτηκε η κατηγορία περί χαφιέ. Συνεχίστηκε αυτή η μεσοβέζικη κατάσταση γιατί βέβαια πολλά ηγετικά στελέχη που διαδραμάτισαν κάποιον ρόλο τότε βρίσκονταν ακόμα εν ζωή.
Σήμερα πώς καταγράφεται στις συνειδήσεις ο Νίκος Πλουμπίδης;
Ενα μεγάλο κομμάτι της Αριστεράς θαυμάζει τη στάση του και, όπως λέει χαρακτηριστικά στην ταινία η ιστορικός Ιωάννα Παπαθανασίου, τον θεωρεί τον «άγιο» της Αριστεράς. Κάποιοι λίγοι επιμένουν ακόμα σε μια διφορούμενη στάση και οι νεότεροι αγνοούν παντελώς αυτή την ιστορία. Μετά την προβολή της ταινίας σε διάφορα φεστιβάλ, ήρθαν και μου μίλησαν νέοι άνθρωποι οι οποίοι ήταν συγκλονισμένοι και συγκινημένοι από τη στάση και το ηθικό μεγαλείο του Πλουμπίδη. Από την άλλη, βέβαια, ήταν και έκπληκτοι από το τι συνέβαινε στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Είχαν απόλυτη άγνοια αυτής της σκληρής περιόδου, που νομίζω πως είναι ένα σύμπτωμα της λήθης της ιστορικής μνήμης, ένα σύμπτωμα διεθνές πια.
Επομένως γιατί να μαθαίνει ένας 17χρονος την Ιστορία;
Δεν ξεχνιέται η φράση του Κ. Μητσοτάκη γιατί δείχνει ότι η εξουσία θέλει ανθρώπους χωρίς ιστορία, χωρίς ρίζες, ανθρώπους που να κινούνται στα τενάγη της ιστορικής αμνησίας. Η στάση του Πλουμπίδη θα λειτουργούσε σαν η παραδειγματική αξία του ήθους στην εποχή μας και καμιά εξουσία δεν το θέλει αυτό. Από την άλλη, βέβαια, η γνώση της Ιστορίας θα βοηθούσε να αποφύγουμε στο μέλλον τα ίδια λάθη…
Εσύ λοιπόν πώς ενεπλάκης με τον Πλουμπίδη; Πώς ο προσωπικός κινηματογραφικός ποιητικός λόγος σου συναντάει αυτόν τον πιο τραγικό ήρωα της Αριστεράς, ενδεχομένως της σύγχρονης Ιστορίας της Ελλάδας;
Εγώ, απ’ όταν άκουσα για πρώτη φορά, μικρό παιδί, την ιστορία του Πλουμπίδη, ένιωσα βαθιά θλίψη αλλά και θαυμασμό γι’ αυτόν τον άνθρωπο. Πάντα ήθελα να κάνω κάτι γι’ αυτή την ιστορία. Έτσι προσπάθησα μ’ αυτή την ταινία να δώσω λόγο στον ίδιο τον Πλουμπίδη αξιοποιώντας σε μεγάλο βαθμό τις επιστολές που έβγαζε παράνομα από τη φυλακή με στόχο τη μελλοντική αποκατάστασή του από το κόμμα. Είναι κείμενα που συνδυάζουν την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου που βαδίζει προς τον θάνατο και ταυτόχρονα κείμενα πολιτικού στοχασμού που αποτυπώνουν με σαφήνεια και τη γενικότερη πολιτική κατάσταση, αλλά μας δείχνουν και πτυχές της δικής του υπόθεσης. Κατά δεύτερο λόγο, σημαντική είναι η αφήγηση του γιου του Δημήτρη. Γύρω απ’ αυτές τις δύο αφηγήσεις, χαρακτηριστικές για την τραγική συμπόρευσή τους, χτίζεται και το ιστορικό περίγραμμα μιας ολόκληρης εποχής. Η μικροϊστορία μέσα στη μεγάλη ιστορία. Φροντίζοντας πάντα η ιστορική πληροφορία να μην στραγγαλίζει την ποιητική διάσταση της ταινίας, να αφήνει χώρο και στο συναίσθημα.
Θεωρείς πως το κατόρθωσες;
Από τις αντιδράσεις όσων έχουν δει την ταινία βλέπω ότι το στοιχείο της συγκίνησης είναι κυρίαρχο.
Πώς ισορρόπησες ανάμεσα στην ιστορική αλήθεια και στο προσωπικό δράμα;
Από μόνη της η ιστορία του Πλουμπίδη φέρει έντονα τα στοιχεία της τραγικότητας. Σαν να μην είναι ιστορικός αυτός που περιγράφει αυτό το δράμα, αλλά ο συγγραφέας μιας τραγωδίας. Εγώ προσπάθησα να φανούν στην ταινία και οι πολιτικοί λόγοι που οδήγησαν σ’ αυτή την τραγωδία αλλά και να αναδυθούν οι δραματικές πτυχές της.
Προσπαθώ να φανταστώ τη μοναξιά αυτού του ανθρώπου, τα λεπτά της πορείας προς τον τόπο της εκτέλεσής του στο Χαϊδάρι…
Υπάρχει μια σκηνή που ο ίδιος γράφει το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας για να το βρει ο γιος του Δημήτρης και να ξέρει τις ρίζες του κι απέξω ακούγεται μια παρέα που περνάει τραγουδώντας «Το τραμ το τελευταίο». Ανοίγει λίγο το τζάμι του κελιού του για ν’ ακούσει καλύτερα, αλλά γρήγορα καταλαμβάνεται από τη μελαγχολία για τη ζωή που τρέχει ερήμην του, κλείνει το τζάμι και επιστρέφει στην πραγματικότητα της φυλακής, στα βήματα του φρουρού που περπατάει έξω από την πόρτα του κελιού του. Εκεί ακούγεται ένα απόσπασμα από την επιστολή του που λέει ότι για μια στιγμή λυγίζει και ζητά συγγνώμη, παραδεχόμενος ότι «άνθρωπος είμαι κι εγώ».
Πόσο εύκολο είναι για έναν σκηνοθέτη να σχοινοβατεί στα τόσο ευαίσθητα σχοινιά της ιστορίας και της ψυχής του ανθρώπου;
Θέλει προσοχή για να μην πέσεις στην παγίδα μιας συγκινησιακής κατάστασης που ο Τζίγκα Βερτόφ, ο μεγάλος Ρώσος ντοκιμαντερίστας, ονόμαζε «πάθος σε τιμή ευκαιρίας». Είναι άλλο η τραγική διάσταση μια ιστορίας κι άλλο η μελοδραματική παρουσίασή της, την οποία για μένα πρέπει κανείς να αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι. Πιστεύω ότι ο κινηματογράφος πρέπει να παράγει ο ίδιος τη συγκίνηση και όχι να φορά ένα έτοιμο ένδυμα αισθηματολογίας. Αυτό που προσπαθώ πάντα στις ταινίες μου είναι να υπάρχουν η ελλειπτικότητα και η αφαίρεση, που είναι ουσιώδη συστατικά της ποίησης και δεν αφήνουν χώρο για συναισθηματικές εκτροπές και πλατειασμούς. Η γραφή πρέπει να είναι καίρια και δωρική, αυτή είναι πάντα η επιδίωξή μου.
Ποιο ήταν το σκεπτικό σου γι’ αυτή την ταινία; Μπορείς να μας περιγράψεις πώς εισέρχεσαι στον κόσμο του Πλουμπίδη;
Η ταινία ξεκινάει με τα λόγια του Πλουμπίδη που αναφέρονται στη δίκη του και στη μοναδική, μόλις τεσσάρων λεπτών, συνάντησή του σ’ αυτή με τον 5χρονο γιο του. Την ίδια στιγμή ο φακός περιδιαβαίνει στους χώρους του σανατόριου «Σωτηρία», μέχρι που ανακαλύπτει σε μια γωνιά τον γιο του Δημήτρη σήμερα, που παίρνει τη σκυτάλη και μας μιλάει για το πώς έχει εντυπωθεί στη δική του μνήμη αυτή η συνάντηση. Στο ίδιο κελί των φυλακών του σανατορίου καταλήγει η ταινία. Είναι αργά τη νύχτα που τον επισκέπτονται οι φύλακες και του ανακοινώνουν ότι ήρθε η ώρα της εκτέλεσης, τον συνοδεύουν στους ψυχρούς διαδρόμους, στην καρότσα του τζιπ και φτάνουν στον χώρο της εκτέλεσης στο Δάσος Χαϊδαρίου, κοντά στο Δαφνί. Η μαρτυρία του Παναγιώτη Νταντή, του φύλακα που τον είχε συνοδεύσει σε όλη αυτή την πορεία, μας έχει αφήσει το χρονικό των τελευταίων στιγμών του. Είπε «Αφήνω ένα τίμιο όνομα στο παιδί μου» και φώναξε τρεις φορές «Ζήτω το ΚΚΕ». Η μαρτυρία του φύλακα μας δείχνει με τι γενναιότητα αντιμετώπισε τον θάνατο, την πίστη στα ιδανικά του - σημειωτέον ότι αρνείται να δεχτεί τη θεία κοινωνία και βαδίζοντας προς τον θάνατο βρίσκει το ψυχικό σθένος να συγχωρήσει τους κατηγόρους του.
Τι σε γοήτευσε πρωτίστως; Ο χαρισματικός άνθρωπος, ο συνεπής κομμουνιστής, το λαμπερό μυαλό, ο δάσκαλος, ο τραγικός ήρωας;
Πολλά στοιχεία της προσωπικότητάς του. Έδειχνε να είναι πάντα λίγο μπροστά από την εποχή του. Για παράδειγμα, το έργο του ως δάσκαλος που αγωνίζεται να πείσει τους γονείς να αφήνουν και τα κορίτσια να πηγαίνουν στο σχολείο, η στάση του στο ζήτημα του Άρη Βελουχιώτη, που ενώ τον έχει αποκηρύξει το κόμμα, ο Πλουμπίδης ζητά την αποκατάστασή του - μάλιστα έγραψε και ένα τραγούδι για τον Άρη. Η στάση του επίσης στο καυτό ζήτημα των δηλωσιών: ο ίδιος πίστευε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ήταν προδότες, απλώς δεν άντεξαν τα βασανιστήρια. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Κούλης Ζαμπαθάς, που έκρυψε και τον Πλουμπίδη και τον Μπελογιάννη, ήταν δηλωσίας. Τον Ζαμπαθά προσέγγισε ο Τάσος Βουρνάς για να τους κρύψει και στιγμή δεν δίστασε, έχοντας κατά νου ότι αν τους έπιαναν, θα πήγαιναν και ο ίδιος και η γυναίκα του στο εκτελεστικό απόσπασμα και θα άφηναν ορφανή τη μικρή τους κόρη.
Με την ολοκλήρωση της ταινίας και έπειτα από όλη αυτή την έρευνα που έκανες, άλλαξε καθόλου η ματιά σου πάνω στον Πλουμπίδη;
Ναι, φυσικά. Γνώρισα καλύτερα κάποιες πτυχές του χαρακτήρα του και πλευρές της δράσης του που κι αυτές δεν μου ήταν γνωστές, κυρίως από την περίοδο που ήταν δάσκαλος στη Βούρμπα Ελασσώνας. Κυρίως όμως γνώρισα τη δράση του την περίοδο της Κατοχής, ελάχιστα γνωστή μέχρι σήμερα. Ως επικεφαλής του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ στην Αθήνα οργανώνει ίσως τη μεγαλύτερη διαδήλωση στην κατεχόμενη Ευρώπη κατά της πολιτικής επιστράτευσης: η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα που δεν έστειλε εργάτες στα γερμανικά εργοστάσια την ώρα που από την κατεχόμενη Ευρώπη πήγαν περίπου 10 εκατομμύρια εργάτες. Επίσης, τη συμβολή του στη μεγάλη διαδήλωση τον Ιούλιο του 1943 ενάντια στην επέκταση της βουλγαρικής κατοχής στη Μακεδονία. Ξεκίνησα αυτή την ταινία μέσα από βαθιά συγκίνηση. Τώρα, που την έχω τελειώσει, η συγκίνηση εξακολουθεί να υπάρχει, υπάρχει όμως και η εκτίμηση γι’ αυτόν τον άνθρωπο. Η αλήθεια είναι ότι παραδείγματα όπως του Πλουμπίδη σπανίζουν στην Ιστορία και οι λαοί δεν πρέπει να τα ξεχνούν.
Γιατί σήμερα, αυτήν ειδικά την εποχή, που η Ιστορία, η ιστορική μνήμη κακοποιείται και ενίοτε παραχαράσσεται, εσύ στρέφεσαι στον Πλουμπίδη;
Η πηγή της κακοδαιμονίας είναι η άγνοια της Ιστορίας. Γι’ αυτό νεκρανασταίνεται ο φασισμός. Οι άνθρωποι ξέχασαν ή δεν γνωρίζουν τα δεινά που υπέφεραν εξαιτίας του και γι’ αυτό πιστεύω ότι ταινίες που αναδεικνύουν τέτοιους ανθρώπους και τέτοιες ιστορίες έχουν νόημα στην εποχή μας.
Στην εποχή μας ευδοκιμούν, θεωρείς, «κόκκινοι δάσκαλοι»;
Θα έλεγα όχι. Στην καθημερινότητά μας υπάρχουν φορές που οι άνθρωποι αναμετρώνται με ηθικά διλήμματα, αλλά σίγουρα η περίπτωση Πλουμπίδη ήταν γέννημα μιας εξαιρετικά ακραίας εποχής που εύχομαι να μην ξανάρθει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου