Σήμερα είναι η παγκόσμια ημέρα ποίησης. Στις συνθήκες που ζούμε, στη δίνη ενός φρικτού πολέμου που απειλεί την ύπαρξή μας, φαντάζει μία πολυτέλεια. Και όμως. Θα πρέπει να τη σκεφτούμε διαφορετικά. Η ποίηση είναι η επίμονη υπόμνηση της δυνατότητας των ανθρώπων να οργανώνουν τις λέξεις, να συνθέτουν τους στίχους, να οραματίζονται την υπέρβαση του ασφυκτικού παρόντος.
Η ποίηση δεν είναι καταφύγιο.
Είναι η ατομική και συλλογική αφετηρία μας.
Είναι ο δικός μας κόσμος.
Η Άννα Αχμάτοβα γεννήθηκε στην Οδησσό της Ουκρανίας το 1889 και πέθανε στη Μόσχα το 1966.
Διαλέγω σήμερα, για λόγους προφανείς, τις δικές της λέξεις.
Η πόλη χάθηκε
Η πόλη χάθηκε. Στο
τελευταίο σπίτι
ένα παράθυρο σαν ζωντανό κοιτούσε…
Τελείως άγνωστος είναι αυτός ο τόπος,
φωτιά μυρίζει, ο κάμπος είναι σκοτεινός.
Μα όταν το πέπλο ξαφνικά
της καταιγίδας
στα δυο αβέβαιη το έσκισε η σελήνη
είδαμε στο βουνό και προς το δάσος
που ερχόταν ένας άνθρωπος κουτσός.
Ήταν παράξενο πώς πέρασε
της τρόικας
τ’ άλογα -δυνατά, καλοθρεμμένα-,
στάθηκε λίγο και ξανάρχισε κουτσαίνοντας
να κουβαλάει το φορτίο του το βαρύ.
Σχεδόν που δεν μπορέσαμε
να δούμε
πώς ξαφνικά φάνηκε δίπλα στην καλύβα.
Σαν άστρα έλαμπαν τα γαλανά του μάτια
φωτίζοντας την κουρασμένη του μορφή.
Έτεινα προς εκείνον το
παιδί,
το χέρι σήκωσε ψηλά το ροζιασμένο
κι ευλόγησε με δυνατή φωνή:
«Να ζήσει ο γιος σου χίλια χρόνια ευτυχισμένος!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου