Τον "αέρα ανανέωσης" του πολιτικού σκηνικού που επιχειρεί να φέρει "το
Ποτάμι" διαλύει ο πρώην Γενικός Συντονιστής Μελών και Εθελοντών του
κόμματος, Δημήτρης Δημητριάδης, με επιστολή του, με τίτλο "Το Ποτάμι που
θα μάθει να ακούει".
Το στέλεχος του Ποταμιού, δημοσιεύει κείμενο, κατάσπαρτο από "μπηχτές" στο κόμμα, κριτική για τις προσωπικές φιλοδοξίες των στελεχών του, τον πραγμαμτικό αριθμό των μελών του, ενώ υποστηρίζει ότι υπάρχει έλλειψη ουσιαστικής δημοκρατίας εντός του κόμματος, παρά την επίκληση στην "ανοικτότητά" του.
"Για τα ψάρια γνωρίζω τρία πράγματα: Έχουν βραχεία μνήμη. Στόμα έχουν και μιλιά δεν έχουν. Υπάρχουν ψάρια σαρκοβόρα. Κολυμπώντας στο δικό μας ποτάμι, ομολογώ ότι συνάντησα και τα τρία είδη" αναφέρει χαρακτηριστικά στο κείμενό του.
Παρατίθεται ολόκληρη η επιστολή του Δημήτρη Δημητριάδη:
"Με τρία ενθουσιώδη άρθρα μου1, 2, 3 υποστήριξα την ανάγκη για το Ποτάμι, ως νέας πολιτικής πρότασης, πριν γίνω μέρος του. Προσκλήθηκα να συμμετέχω, κατόπιν συστάσεων, περίπου αμέσως μετά την ανακοίνωση της κίνησης και μου ανατέθηκε αρχικά η επιμέλεια της σύνταξης του πρώτου καταστατικού μας – στο οποίο συνυπέγραψα ως ιδρυτικό μέλος – και στη συνέχεια η οργάνωση των εθελοντών της κοινής μας προσπάθειας, από τη θέση του Γενικού Συντονιστή Μελών και Εθελοντών στην επικράτεια.
Ανταποκρίθηκα σε αυτά τα καθήκοντα με ενθουσιασμό. Ταξίδεψα σε αρκετές μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, με δικό μου κόστος, και αφιέρωσα πολύ χρόνο σε βάρος της ευαίσθητης εργασίας μου ως ελεύθερου επαγγελματία ιατρού.
Όπως ο Σταύρος Θεοδωράκης, έβαλα και ο ίδιος σε παύση την υπόλοιπη ζωή μου για 3 μήνες. Όσοι με βοήθησαν, ένας προς έναν, να χτίσουμε τη βάση του κόμματος από το μηδέν (δηλαδή οι περίπου 3000 εθελοντές σε όλη την επικράτεια, αλλά και έξω από αυτήν), μοιράζονται κοινές ανησυχίες και κατέβαλαν τον ίδιο ακριβώς κόπο με εμένα, με τα άλλα κεντρικά στελέχη και με το έμμισθο προσωπικό. Αρκετοί, μάλιστα, από αυτούς με περιορισμένες δυνατότητες, ως κομμάτι της στατιστικής των ατελείωτων ανέργων παραγωγικής ηλικίας.
Όλοι τους άφησαν τις ζωές τους για να στήσουν σκηνές, να μοιράσουν φυλλάδια, να οργανώσουν εκδηλώσεις, να τρέξουν στα εκλογικά κέντρα και να εκτεθούν στις τοπικές τους κοινωνίες. Άνθρωποι χωρίς προηγούμενη ενασχόληση με οργανωμένα κόμματα, όπως εγώ, μέσα σε μια εποχή στην οποία η κοινωνία νιώθει δυσπιστία, αν όχι αποστροφή, για το πολιτικό σύστημα.
Για τα ψάρια γνωρίζω τρία πράγματα: Έχουν βραχεία μνήμη. Στόμα έχουν και μιλιά δεν έχουν. Υπάρχουν ψάρια σαρκοβόρα. Κολυμπώντας στο δικό μας ποτάμι, ομολογώ ότι συνάντησα και τα τρία είδη.
Εξηγούμαι. Στη διάρκεια της προεκλογικής προετοιμασίας ο ενθουσιασμός μας συγκρούστηκε, δυστυχώς, όχι μόνο με τη δύναμη της αδράνειας, αλλά πολύ περισσότερο με τις προσωπικές φιλοδοξίες στελεχών και μη, που για όλους εμάς τους μην έχοντες σχέση με το πως γίνεται "πολιτική" στην όμορφη χώρα μας, αποτελούσαν φαινόμενα ολότελα πρωτόγνωρα και ολότελα απεχθή.
Η αλήθεια είναι ότι μέχρι σήμερα, ελάχιστοι εκ των πραγματικά ωφελημένων από αυτόν τον τεράστιο κόπο, έχουν νιώσει την ανάγκη μετά τις εκλογές να αναζητήσουν τους εθελοντές και να εκφράσουν κάποια ευγνωμοσύνη για την ανιδιοτελή συνεισφορά τους. Πάντα έτσι γίνεται, θα μου πείτε. Μα εδώ δεν είναι ο πολιτικός χώρος που θέλουμε τα πράγματα να γίνονται αλλιώς; Ωστόσο, ήταν πολλοί περισσότεροι εκείνοι που τους χρησιμοποίησαν ως προεκλογικό βοήθημα και υπομόχλιο. Ένας, μάλιστα, εξ αυτών, - ένας επαΐων υποψήφιος -, καταγγέλλεται ότι απευθύνθηκε ακόμη και απειλητικά σε ορισμένους εθελοντές, κατηγορώντας ότι δεν είχε την προσωπική στήριξη που ανέμενε [μετ: σε σταυρούς]. (Ίσες ευκαιρίες;).
Σε αυτό το σημείο επιτρέψτε μου, ως γνωστού ακτιβιστή στην πιάτσα, να απολογηθώ για την τολμηρή και μάλλον έντονη τοποθέτησή μου, ομολογώντας ταυτόχρονα ότι δεν συνηθίζω να μασάω τα λόγια μου, ούτε να λογαριάζω "δασκάλους" που μου κουνάνε το δάχτυλο. Με σπούδασε με ιδρώτα η οικογένειά μου για να γράφω ελεύθερα και έτσι συνεχίζω.
Από την πρώτη στιγμή, όταν έσφιγγα το πρώτο χέρι του πρώτου συνεργάτη μας, διατύπωνα τη σαφή πρόθεση του κόμματος ότι θα είμαστε, όλοι, ισότιμοι συνεργάτες. Αυτή την άποψη την επαναλάμβανα με κάθε ευκαιρία. Έχοντας ολοκληρώσει το έργο που μου ανατέθηκε στο επίπεδο του ανθρώπινου δικτύου, αποχώρησα την επομένη των εκλογών, με τη θέλησή μου, από τον συντονιστικό ρόλο μου, προκειμένου να επιστρέψω στην εργασία μου και πολύ περισσότερο γιατί δεν ένιωθα άνετα να απασχολώ μια θέση ως κεντρικά προσδιορισμένος, από τη στιγμή που η επάρκεια του δικτύου μας τη δικαιολογεί πλέον και με το παραπάνω ως αιρετή.
Ζήτησα, επίσης, τη συμμετοχή μου στις προσεχείς συνεδριακές διαδικασίες ως εκλεγμένος συνέδρος, από τη βάση χωρίς ειδική μεταχείριση, μολονότι μου προσφέρθηκε η επιλογή να προσδιοριστώ κεντρικά, αριστίνδην.
Το παραπάνω περιαυτολόγημα, τα προηγούμενα ξεκάθαρα άρθρα μου και η απόλυτη πεποίθησή μου πως έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μου, μου δικαιολογούν να μπορώ σήμερα – μετεκλογικά -, να διατυπώνω δημόσια την άποψή μου και ασφαλώς με συνέπεια προς το άρθρο 7.1, περί δεοντολογίας, του ισχύοντος και κατατεθειμένου στον Άρειο Πάγο, καταστατικού μας.
Έχει, εξάλλου, προηγηθεί ανοικτή επιστολή μου στον Πρόεδρο και στους 42 π. υποψήφιους Ευρωβουλευτές την περασμένη εβδομάδα, με την οποία έχω επιστήσει την προσοχή στον κίνδυνο να αποτελέσει το Ιδρυτικό Συνέδριό μας μια πανηγυρική διαδικασία άνευ ουσίας. Απάντηση δεν έχω λάβει (ούτε και άλλοι εθελοντές που έχουν εκφράσει παρόμοιες αγωνίες έχουν λάβει σαφείς απαντήσεις), επομένως μοιράζομαι εδώ τις σκέψεις μου με κάθε άλλο ενδιαφερόμενο:
Πώς προήλθαν οι αναλογίες για την εκλογή εκλεκτόρων σε σχέση με το ισχύον και κατατεθειμένο καταστατικό, στο οποίο έχουμε υπογράψει τα ιδρυτικά μέλη;
Γιατί ενώ είχε ανακοινωθεί η 20η Μαΐου ως καταληκτική ημερομηνία εγγραφής μελών, ενόψει του Ιδρυτικού Συνεδρίου μας, δόθηκε δεκαήμερη παράταση την τελευταία στιγμή;
Πώς υπερδιπλασιάστηκαν σε 6800 τα μέλη μας (σύμφωνα με πρόσφατη δημόσια ανακοίνωση), από 3000 (διαχειριζόμουν προσωπικά τις λίστες μέχρι τις εκλογές) πριν τη δεκαήμερη παράταση;
Πώς εξασφαλίζονται οι ίσες ευκαιρίες συμμετοχής στο συνέδριο μέσα από την επιλογή μιας απομακρυσμένης τοποθεσίας, με υψηλό κόστος οδοιπορικών στο οποίο το κόμμα έχει ανακοινώσει ότι δεν θα συμβάλει;
Ποιές ακριβώς αρμοδιότητες θα έχει η 30μελής συντονιστική (κεντρική) επιτροπή που θα εκλέξουν οι σύνεδροι, ως το μοναδικό δημοκρατικά εκλεγμένο όργανο του κόμματος;
Γιατί επιλέγεται η μέθοδος συλλογής ατομικών προτάσεων από τα μέλη μέσω μιας ηλεκτρονικής φόρμας, ενώ είχε προταθεί και υπήρχε η δυνατότητα διαβούλευσης για τις πολιτικές θέσεις ενωρίτερα, εντός του πλαισίου των πολυάριθμων τοπικών εκδηλώσεων που πραγματοποιούσαν τα μέλη μας σε όλη την Ελλάδα;
Πώς αναμένεται να συζητηθούν οι πολιτικές προτάσεις των 6500 μελών σε 48 ώρες;
Με ποια διαδικασία διαβούλευσης θα συμμετέχουν τα μέλη μας στην προπαρασκευή προτάσεων από κεντρικότερες επιτροπές – ως έχει ανακοινωθεί -, στις οποίες συμμετέχουν οι πρώην υποψήφιοι ευρωβουλευτές και άλλοι (προσωπικά συμμετέχω στην ομάδα για την Υγεία – δεν έχω λάβει ακόμη καμία ειδοποίηση);
Πόσοι μη εκλεγμένοι σύνεδροι θα έχουν δικαίωμα ψήφου στο Συνέδριο και με ποια κριτήρια αυτοί επιλέγονται; (Σύμφωνα με δημόσια ανακοίνωση υπάρχει και λίστα προσωπικοτήτων που ενημερώνεται καθημερινά με νέα πρόσωπα. Συνεργάτης μου επισημαίνει ότι αποτελούσε πρακτική του ΠΑΣΟΚ).
Τι απαντάμε στους 1000+ ανθρώπους που μόχθησαν επί 3 μήνες για όλα τα παραπάνω και οι οποίοι μειοψηφούν, πλέον, εδώ και δέκα ημέρες;
Παρόλα αυτά, αισθανόμενος ότι εκφράζω αρκετούς ισότιμους συνεργάτες μας, θα δώσω κι εγώ το παρόν στη Θράκη – είτε ως εκλεγμένος εκλέκτορας, είτε ως παρατηρητής, υπογραμμίζοντας, όμως, ότι η τελική επιλογή κομματικού μοντέλου θα πρέπει να περιέχει όση το δυνατόν περισσότερη ενδοκομματική δημοκρατία γίνεται. Και αυτό γιατί η χώρα έχει υποδείξει σαφώς μέσω των πρόσφατων εκλογών, ότι χρειάζεται πολυσυλλεκτικές πρωτοβουλίες και ότι δεν αντέχει άλλες προσωποκεντρικές ελίτ και αποφάσεις πίσω από κλειστές πόρτες. Τα φαινόμενα, δηλαδή, που την έφτασαν στη μεγαλύτερη ύφεση που γνώρισε μετά τον πόλεμο.
Δεν πρέπει να υπάρχει καμία παρεξήγηση εδώ: είμαστε ισότιμοι συνεργάτες, δεν είμαστε παρέα. Δεν τίθεται θέμα συμπάθειας και θαυμασμού (οπαδοί υπάρχουν πια μόνο στα γήπεδα και πιθανώς σε κόμματα που δεν μας αφορούν), αλλά έχουμε μπροστά μας σκληρή δουλειά από κοινού. Εξάλλου, την ιστορία δεν τη γράφουν οι παρέες, όπως έχει επικρατήσει να λέγεται με ελαφρότητα, αλλά τα σύνολα των άξιων ανθρώπων. Εκείνων, δηλαδή, που απέκτησαν τις δεξιότητες, αλλά και τη θέση τους στην κοινωνία, με κόπο και αξιοκρατία.
Προσωπικά, αδιαφορώ τόσο για τις αυθεντίες και τους τυχόν επιδραστικούς, επώνυμους, συνέδρους, όσο αδιαφορώ και για τα συνθήματα περί ανοικτών κομμάτων, όταν δεν έχουν αντίκρισμα στην πράξη. Αδιαφορώ ακόμη και για τον διάλογο, όταν δεν συνοδεύεται από δημοκρατικές διαδικασίες ίσης ευκαιρίας και συμμετοχής σε όλα, μα όλα, τα επίπεδα, την επόμενη ημέρα.
Είμαι βέβαιος, ότι ο Σταύρος Θεοδωράκης θα πράξει το σωστό, στο πλαίσιο των δικών του αρμοδιοτήτων, διαβουλευόμενος με τα μέλη και ότι αρκετοί παρεξηγούμε – τούτη τη στιγμή – τις αμελείς προσυνεδριακές ανακοινώσεις, που στην πραγματικότητα πρέπει να πάσχουν από κάποια μεθεόρτια οργανωτική ραστώνη. Eξάλλου, στην τελική, όπως γράφει ο Πάουλο Κοέλο ισχύει πάντα ότι "πνίγεσαι όχι αν πέσεις στο ποτάμι, αλλά αν παραμείνεις βυθισμένος σ' αυτό".
ΥΓ: Για εμάς τους γιατρούς, η πρόληψη έχει τη μεγαλύτερη αξία".
Το στέλεχος του Ποταμιού, δημοσιεύει κείμενο, κατάσπαρτο από "μπηχτές" στο κόμμα, κριτική για τις προσωπικές φιλοδοξίες των στελεχών του, τον πραγμαμτικό αριθμό των μελών του, ενώ υποστηρίζει ότι υπάρχει έλλειψη ουσιαστικής δημοκρατίας εντός του κόμματος, παρά την επίκληση στην "ανοικτότητά" του.
"Για τα ψάρια γνωρίζω τρία πράγματα: Έχουν βραχεία μνήμη. Στόμα έχουν και μιλιά δεν έχουν. Υπάρχουν ψάρια σαρκοβόρα. Κολυμπώντας στο δικό μας ποτάμι, ομολογώ ότι συνάντησα και τα τρία είδη" αναφέρει χαρακτηριστικά στο κείμενό του.
Παρατίθεται ολόκληρη η επιστολή του Δημήτρη Δημητριάδη:
"Με τρία ενθουσιώδη άρθρα μου1, 2, 3 υποστήριξα την ανάγκη για το Ποτάμι, ως νέας πολιτικής πρότασης, πριν γίνω μέρος του. Προσκλήθηκα να συμμετέχω, κατόπιν συστάσεων, περίπου αμέσως μετά την ανακοίνωση της κίνησης και μου ανατέθηκε αρχικά η επιμέλεια της σύνταξης του πρώτου καταστατικού μας – στο οποίο συνυπέγραψα ως ιδρυτικό μέλος – και στη συνέχεια η οργάνωση των εθελοντών της κοινής μας προσπάθειας, από τη θέση του Γενικού Συντονιστή Μελών και Εθελοντών στην επικράτεια.
Ανταποκρίθηκα σε αυτά τα καθήκοντα με ενθουσιασμό. Ταξίδεψα σε αρκετές μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, με δικό μου κόστος, και αφιέρωσα πολύ χρόνο σε βάρος της ευαίσθητης εργασίας μου ως ελεύθερου επαγγελματία ιατρού.
Όπως ο Σταύρος Θεοδωράκης, έβαλα και ο ίδιος σε παύση την υπόλοιπη ζωή μου για 3 μήνες. Όσοι με βοήθησαν, ένας προς έναν, να χτίσουμε τη βάση του κόμματος από το μηδέν (δηλαδή οι περίπου 3000 εθελοντές σε όλη την επικράτεια, αλλά και έξω από αυτήν), μοιράζονται κοινές ανησυχίες και κατέβαλαν τον ίδιο ακριβώς κόπο με εμένα, με τα άλλα κεντρικά στελέχη και με το έμμισθο προσωπικό. Αρκετοί, μάλιστα, από αυτούς με περιορισμένες δυνατότητες, ως κομμάτι της στατιστικής των ατελείωτων ανέργων παραγωγικής ηλικίας.
Όλοι τους άφησαν τις ζωές τους για να στήσουν σκηνές, να μοιράσουν φυλλάδια, να οργανώσουν εκδηλώσεις, να τρέξουν στα εκλογικά κέντρα και να εκτεθούν στις τοπικές τους κοινωνίες. Άνθρωποι χωρίς προηγούμενη ενασχόληση με οργανωμένα κόμματα, όπως εγώ, μέσα σε μια εποχή στην οποία η κοινωνία νιώθει δυσπιστία, αν όχι αποστροφή, για το πολιτικό σύστημα.
Για τα ψάρια γνωρίζω τρία πράγματα: Έχουν βραχεία μνήμη. Στόμα έχουν και μιλιά δεν έχουν. Υπάρχουν ψάρια σαρκοβόρα. Κολυμπώντας στο δικό μας ποτάμι, ομολογώ ότι συνάντησα και τα τρία είδη.
Εξηγούμαι. Στη διάρκεια της προεκλογικής προετοιμασίας ο ενθουσιασμός μας συγκρούστηκε, δυστυχώς, όχι μόνο με τη δύναμη της αδράνειας, αλλά πολύ περισσότερο με τις προσωπικές φιλοδοξίες στελεχών και μη, που για όλους εμάς τους μην έχοντες σχέση με το πως γίνεται "πολιτική" στην όμορφη χώρα μας, αποτελούσαν φαινόμενα ολότελα πρωτόγνωρα και ολότελα απεχθή.
Η αλήθεια είναι ότι μέχρι σήμερα, ελάχιστοι εκ των πραγματικά ωφελημένων από αυτόν τον τεράστιο κόπο, έχουν νιώσει την ανάγκη μετά τις εκλογές να αναζητήσουν τους εθελοντές και να εκφράσουν κάποια ευγνωμοσύνη για την ανιδιοτελή συνεισφορά τους. Πάντα έτσι γίνεται, θα μου πείτε. Μα εδώ δεν είναι ο πολιτικός χώρος που θέλουμε τα πράγματα να γίνονται αλλιώς; Ωστόσο, ήταν πολλοί περισσότεροι εκείνοι που τους χρησιμοποίησαν ως προεκλογικό βοήθημα και υπομόχλιο. Ένας, μάλιστα, εξ αυτών, - ένας επαΐων υποψήφιος -, καταγγέλλεται ότι απευθύνθηκε ακόμη και απειλητικά σε ορισμένους εθελοντές, κατηγορώντας ότι δεν είχε την προσωπική στήριξη που ανέμενε [μετ: σε σταυρούς]. (Ίσες ευκαιρίες;).
Σε αυτό το σημείο επιτρέψτε μου, ως γνωστού ακτιβιστή στην πιάτσα, να απολογηθώ για την τολμηρή και μάλλον έντονη τοποθέτησή μου, ομολογώντας ταυτόχρονα ότι δεν συνηθίζω να μασάω τα λόγια μου, ούτε να λογαριάζω "δασκάλους" που μου κουνάνε το δάχτυλο. Με σπούδασε με ιδρώτα η οικογένειά μου για να γράφω ελεύθερα και έτσι συνεχίζω.
Από την πρώτη στιγμή, όταν έσφιγγα το πρώτο χέρι του πρώτου συνεργάτη μας, διατύπωνα τη σαφή πρόθεση του κόμματος ότι θα είμαστε, όλοι, ισότιμοι συνεργάτες. Αυτή την άποψη την επαναλάμβανα με κάθε ευκαιρία. Έχοντας ολοκληρώσει το έργο που μου ανατέθηκε στο επίπεδο του ανθρώπινου δικτύου, αποχώρησα την επομένη των εκλογών, με τη θέλησή μου, από τον συντονιστικό ρόλο μου, προκειμένου να επιστρέψω στην εργασία μου και πολύ περισσότερο γιατί δεν ένιωθα άνετα να απασχολώ μια θέση ως κεντρικά προσδιορισμένος, από τη στιγμή που η επάρκεια του δικτύου μας τη δικαιολογεί πλέον και με το παραπάνω ως αιρετή.
Ζήτησα, επίσης, τη συμμετοχή μου στις προσεχείς συνεδριακές διαδικασίες ως εκλεγμένος συνέδρος, από τη βάση χωρίς ειδική μεταχείριση, μολονότι μου προσφέρθηκε η επιλογή να προσδιοριστώ κεντρικά, αριστίνδην.
Το παραπάνω περιαυτολόγημα, τα προηγούμενα ξεκάθαρα άρθρα μου και η απόλυτη πεποίθησή μου πως έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μου, μου δικαιολογούν να μπορώ σήμερα – μετεκλογικά -, να διατυπώνω δημόσια την άποψή μου και ασφαλώς με συνέπεια προς το άρθρο 7.1, περί δεοντολογίας, του ισχύοντος και κατατεθειμένου στον Άρειο Πάγο, καταστατικού μας.
Έχει, εξάλλου, προηγηθεί ανοικτή επιστολή μου στον Πρόεδρο και στους 42 π. υποψήφιους Ευρωβουλευτές την περασμένη εβδομάδα, με την οποία έχω επιστήσει την προσοχή στον κίνδυνο να αποτελέσει το Ιδρυτικό Συνέδριό μας μια πανηγυρική διαδικασία άνευ ουσίας. Απάντηση δεν έχω λάβει (ούτε και άλλοι εθελοντές που έχουν εκφράσει παρόμοιες αγωνίες έχουν λάβει σαφείς απαντήσεις), επομένως μοιράζομαι εδώ τις σκέψεις μου με κάθε άλλο ενδιαφερόμενο:
Πώς προήλθαν οι αναλογίες για την εκλογή εκλεκτόρων σε σχέση με το ισχύον και κατατεθειμένο καταστατικό, στο οποίο έχουμε υπογράψει τα ιδρυτικά μέλη;
Γιατί ενώ είχε ανακοινωθεί η 20η Μαΐου ως καταληκτική ημερομηνία εγγραφής μελών, ενόψει του Ιδρυτικού Συνεδρίου μας, δόθηκε δεκαήμερη παράταση την τελευταία στιγμή;
Πώς υπερδιπλασιάστηκαν σε 6800 τα μέλη μας (σύμφωνα με πρόσφατη δημόσια ανακοίνωση), από 3000 (διαχειριζόμουν προσωπικά τις λίστες μέχρι τις εκλογές) πριν τη δεκαήμερη παράταση;
Πώς εξασφαλίζονται οι ίσες ευκαιρίες συμμετοχής στο συνέδριο μέσα από την επιλογή μιας απομακρυσμένης τοποθεσίας, με υψηλό κόστος οδοιπορικών στο οποίο το κόμμα έχει ανακοινώσει ότι δεν θα συμβάλει;
Ποιές ακριβώς αρμοδιότητες θα έχει η 30μελής συντονιστική (κεντρική) επιτροπή που θα εκλέξουν οι σύνεδροι, ως το μοναδικό δημοκρατικά εκλεγμένο όργανο του κόμματος;
Γιατί επιλέγεται η μέθοδος συλλογής ατομικών προτάσεων από τα μέλη μέσω μιας ηλεκτρονικής φόρμας, ενώ είχε προταθεί και υπήρχε η δυνατότητα διαβούλευσης για τις πολιτικές θέσεις ενωρίτερα, εντός του πλαισίου των πολυάριθμων τοπικών εκδηλώσεων που πραγματοποιούσαν τα μέλη μας σε όλη την Ελλάδα;
Πώς αναμένεται να συζητηθούν οι πολιτικές προτάσεις των 6500 μελών σε 48 ώρες;
Με ποια διαδικασία διαβούλευσης θα συμμετέχουν τα μέλη μας στην προπαρασκευή προτάσεων από κεντρικότερες επιτροπές – ως έχει ανακοινωθεί -, στις οποίες συμμετέχουν οι πρώην υποψήφιοι ευρωβουλευτές και άλλοι (προσωπικά συμμετέχω στην ομάδα για την Υγεία – δεν έχω λάβει ακόμη καμία ειδοποίηση);
Πόσοι μη εκλεγμένοι σύνεδροι θα έχουν δικαίωμα ψήφου στο Συνέδριο και με ποια κριτήρια αυτοί επιλέγονται; (Σύμφωνα με δημόσια ανακοίνωση υπάρχει και λίστα προσωπικοτήτων που ενημερώνεται καθημερινά με νέα πρόσωπα. Συνεργάτης μου επισημαίνει ότι αποτελούσε πρακτική του ΠΑΣΟΚ).
Τι απαντάμε στους 1000+ ανθρώπους που μόχθησαν επί 3 μήνες για όλα τα παραπάνω και οι οποίοι μειοψηφούν, πλέον, εδώ και δέκα ημέρες;
Παρόλα αυτά, αισθανόμενος ότι εκφράζω αρκετούς ισότιμους συνεργάτες μας, θα δώσω κι εγώ το παρόν στη Θράκη – είτε ως εκλεγμένος εκλέκτορας, είτε ως παρατηρητής, υπογραμμίζοντας, όμως, ότι η τελική επιλογή κομματικού μοντέλου θα πρέπει να περιέχει όση το δυνατόν περισσότερη ενδοκομματική δημοκρατία γίνεται. Και αυτό γιατί η χώρα έχει υποδείξει σαφώς μέσω των πρόσφατων εκλογών, ότι χρειάζεται πολυσυλλεκτικές πρωτοβουλίες και ότι δεν αντέχει άλλες προσωποκεντρικές ελίτ και αποφάσεις πίσω από κλειστές πόρτες. Τα φαινόμενα, δηλαδή, που την έφτασαν στη μεγαλύτερη ύφεση που γνώρισε μετά τον πόλεμο.
Δεν πρέπει να υπάρχει καμία παρεξήγηση εδώ: είμαστε ισότιμοι συνεργάτες, δεν είμαστε παρέα. Δεν τίθεται θέμα συμπάθειας και θαυμασμού (οπαδοί υπάρχουν πια μόνο στα γήπεδα και πιθανώς σε κόμματα που δεν μας αφορούν), αλλά έχουμε μπροστά μας σκληρή δουλειά από κοινού. Εξάλλου, την ιστορία δεν τη γράφουν οι παρέες, όπως έχει επικρατήσει να λέγεται με ελαφρότητα, αλλά τα σύνολα των άξιων ανθρώπων. Εκείνων, δηλαδή, που απέκτησαν τις δεξιότητες, αλλά και τη θέση τους στην κοινωνία, με κόπο και αξιοκρατία.
Προσωπικά, αδιαφορώ τόσο για τις αυθεντίες και τους τυχόν επιδραστικούς, επώνυμους, συνέδρους, όσο αδιαφορώ και για τα συνθήματα περί ανοικτών κομμάτων, όταν δεν έχουν αντίκρισμα στην πράξη. Αδιαφορώ ακόμη και για τον διάλογο, όταν δεν συνοδεύεται από δημοκρατικές διαδικασίες ίσης ευκαιρίας και συμμετοχής σε όλα, μα όλα, τα επίπεδα, την επόμενη ημέρα.
Είμαι βέβαιος, ότι ο Σταύρος Θεοδωράκης θα πράξει το σωστό, στο πλαίσιο των δικών του αρμοδιοτήτων, διαβουλευόμενος με τα μέλη και ότι αρκετοί παρεξηγούμε – τούτη τη στιγμή – τις αμελείς προσυνεδριακές ανακοινώσεις, που στην πραγματικότητα πρέπει να πάσχουν από κάποια μεθεόρτια οργανωτική ραστώνη. Eξάλλου, στην τελική, όπως γράφει ο Πάουλο Κοέλο ισχύει πάντα ότι "πνίγεσαι όχι αν πέσεις στο ποτάμι, αλλά αν παραμείνεις βυθισμένος σ' αυτό".
ΥΓ: Για εμάς τους γιατρούς, η πρόληψη έχει τη μεγαλύτερη αξία".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου