Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2024

Ένα μνημείο για τους «αζήτητους» του Σωτηρία

 1352446F1.jpg  

Το ντοκιμαντέρ «Αζήτητοι» της Μαριάννας Οικονόμου, που προβάλλεται στους κινηματογράφους της Αθήνας, δίνει φωνή στις ζωές ασθενών που νοσηλεύτηκαν με φυματίωση στο Νοσοκομείο Σωτηρία, στη μεταπολεμική Ελλάδα. Οι σοροί τους και τα προσωπικά τους αντικείμενα παρέμειναν για δεκαετίες στα αζήτητα. Η φτώχεια και το κοινωνικό στίγμα τούς έριξαν σε μαζικό τάφο κάπου στον αύλειο χώρο του νοσοκομείου χωρίς να μιλά κανείς γι’ αυτό, ακόμη και σήμερα. Όμως οι νεκροί αυτοί έχουν ονοματεπώνυμο, έσπασαν τη σιωπή τους μέσα από τα προσωπικά τους αντικείμενα που βρέθηκαν κρυμμένα και παραπεταμένα σε μια αποθήκη. Η σκηνοθέτης, που έδωσε φωνή στους «αζήτητους», ζητά την ανέγερση ενός μνημείου στο νοσοκομείο, έστω και χωρίς εκταφή.


Είναι οι εκατοντάδες ασθενείς που νοσηλεύτηκαν στο Νοσοκομείο Σωτηρία από το 1945 έως το 1975, οι οποίοι πέθαναν στο νοσοκομείο και δεν αναζήτησε κανείς ούτε τα υπάρχοντά τους ούτε τις σορούς τους. Κρυμμένα και ξεχασμένα μέχρι το 2015 τα ελάχιστα πράγματά τους πίσω από έναν τοίχο που χτίστηκε σε αποθήκη του νοσοκομείου χωρίς να γνωρίζουμε πότε. Αποκαλύφθηκαν τυχαία, όταν από διαρροή νερού χρειάστηκε να γκρεμιστεί ένας τοίχος. Μέχρι τότε κανείς δεν είχε μιλήσει για τα κρυμμένα. Εκείνα τα χρόνια όταν πέθαινε ένας ασθενής, η προϊσταμένη του θαλάμου ή η νοσηλεύτρια μάζευε τα υπάρχοντά του που ήταν στο κομοδίνο. Επειδή ήταν άποροι, τι ήταν τα υπάρχοντά τους;

Η αλληλογραφία με την οικογένειά τους, φωτογραφίες, μια κορνίζα, τα γυαλιά τους, διοικητικά έγγραφα, η ταυτότητά τους και ελάχιστα ρούχα φορεμένα. Μας είπαν ότι τα ρούχα λόγω της τρομακτικής φτώχειας ανακυκλώνονταν μετά τον θάνατο. Τα δίναν σε άλλους ασθενείς. Αυτή η νοσηλεύτρια, όπως μαρτυρούν τα πακέτα, δεν είχε χαρτί για να τα πακετάρει: μια αθλητική εφημερίδα, τα χαρτιά από το χειρουργείο, ό,τι σπάγκο είχε και στο πίσω μέρος του πακέτου από τα τσιγάρα έγραφε το όνομα του νεκρού, την ημερομηνία του θανάτου του και ενίοτε την κλινική που νοσηλευόταν. Αυτά γίνονταν πακέτο και τα στοίβαζαν μέσα στις βαλίτσες που ήταν για χρόνια κρυμμένες σε μια αποθήκη.

Εσείς πώς ανακαλύψατε την κρυμμένη ιστορία και τη φέρατε στο φως;

Μου τη διηγήθηκε το 2020, μέσα στην πανδημία, ο Φώτης Βλαστός, γιατρός του Σωτηρία και μέλος της επιτροπής για τη δημιουργία μουσείου στο νοσοκομείο. Το 2015 όταν έγινε η διαρροή του νερού σε μια αποθήκη, οι εργάτες, γκρεμίζοντας έναν τοίχο, αντίκρισαν δεκάδες κλειστές βαλίτσες. Άρχισαν να τις ρίχνουν μέσα σε έναν μεγάλο οικοδομικό κάδο γιατί νόμιζαν ότι είναι σαβούρα, σκουπίδια και άχρηστα του νοσοκομείου. Όμως οι ράφτρες του νοσοκομείου που βρίσκονται στο ίδιο κτήριο, ακούγοντας τον θόρυβο, βγαίνουν στο μπαλκόνι και βλέπουν διάσπαρτους φακέλους, φωτογραφίες και επιστολές έξω από τις βαλίτσες. Είχαν την ευαισθησία αυτές οι δύο μοδίστρες να τρέξουν στον κάδο, να σταματήσουν το απορριμματοφόρο, να ενημερώσουν τον Βλαστό και τα άλλα μέλη της επιτροπής. Έσπευσαν όλοι και μάζεψαν τον θησαυρό. Τον μετέφεραν σε μια αποθήκη του υπό κατασκευή μουσείου: 350 πακέτα, όλα με ονοματεπώνυμο. Βρίσκουν τότε χρηματοδότηση, προσλαμβάνουν μια μουσειολόγο, συντηρούνται κάποια από αυτά και ξανακλειδώνονται στην αποθήκη.

Όταν μαθαίνω το 2020 την ιστορία, συγκλονίζομαι. Όταν είδα τα δέματα, σκέφτηκα ότι πρέπει να δώσω φωνή σε αυτούς τους νεκρούς, που είναι εξαφανισμένοι, που δεν έχουν τάφο με ονοματεπώνυμο. Όλοι αυτοί βρίσκονται σε ομαδικό τάφο κάπου στον αύλειο χώρο του νοσοκομείου. Ακόμη και τώρα τα στόματα παραμένουν κλειστά.

Γιατί έμειναν στα αζήτητα ακόμη και οι σοροί τους;

Καταρχήν, λόγω φτώχειας. Δεν είχαν τα χρήματα οι συγγενείς για να τους μεταφέρουν στα χωριά τους για να ταφούν, ο φόβος της μεταδοτικότητας της αρρώστιας και το κοινωνικό στίγμα. Να μην μαθευτεί.

Και πώς μαθεύτηκε πού θάφτηκαν όλοι αυτοί;

Από δημόσιες δηλώσεις γιατρών αλλά και άλλων νοσηλευτών που δούλεψαν χρόνια στο Σωτηρία. Μάλιστα υποπτεύονται σε ποιο σημείο του αύλειου χώρου του νοσοκομείου υπάρχουν οι μαζικοί τάφοι. Όμως η διοίκηση του νοσοκομείου το αρνείται γιατί το θεωρεί δυσφήμηση. Το μουσείο, επίσης, δεν θέλει να ασχοληθεί με το θέμα αυτό. Υπάρχουν μια μυστικότητα και σιωπή. Νομίζω πως οφείλουν η Πολιτεία και το νοσοκομείο τουλάχιστον να στήσουν ένα μνημείο με τα ονοματεπώνυμα αυτών των νεκρών. Έστω και χωρίς εκταφή. Ξέρετε πόσοι, μετά την προβολή του ντοκιμαντέρ στους κινηματογράφους, με αναζητούν και ρωτούν αν βρήκα το όνομα κάποιου νεκρού συγγενή τους; Τους παραπέμπω στο μουσείο. Θέλω να γίνει γνωστή αυτή η ιστορία, όσο οδυνηρή και να είναι. Η λήθη είναι επικίνδυνη. Εδώ «εξαφανίστηκαν» πολλές ψυχές. Ας τους τιμήσουμε έστω και τώρα. Ελπίζω να χρηματοδοτηθεί η έρευνα όλων αυτών των φακέλων που ήρθαν στο φως. Να συντηρηθούν, να ψηφιοποιηθούν, να καταγραφούν, να μελετηθούν από κοινωνιολόγους, οικονομολόγους, ανθρωπολόγους, γιατρούς, λαογράφους και μετά να εκτεθούν στο μουσείο για να αναζητηθούν από τους συγγενείς τους. Όταν βρίσκομαι στο Σωτηρία, νιώθω κάτι απόκοσμο, νιώθω να κυκλοφορούν οι ψυχές όλων αυτών που έμειναν στα αζήτητα.

Συναντήσατε εμπόδια στην απόφασή σας να βγει στην επιφάνεια η κρυμμένη ιστορία;

Δυστυχώς υπήρχαν άρνηση και καχυποψία τόσο από τη διοίκηση του νοσοκομείου αλλά και από τα μέλη της επιτροπής του μουσείου, πλην του Φώτη Βλαστού και της Μίνας Γκάγκα που με εμπιστεύτηκαν. Όμως ήμουν αποφασισμένη και διεκδικούσα επίμονα επί έξι μήνες το αυτονόητο, να έχω πρόσβαση στο αρχείο. Μου επέτρεψαν, τελικά, να δω και να κάνω γυρίσματα στο αρχείο μόνο για δέκα ημέρες παρουσία της μουσειολόγου Ασημίνας Γρηγορίου. Με την ερευνήτρια, τη Νίκη Τσιλιγκίρογλου, ανοίγαμε πακέτα και μαγνητοσκοπούσαμε ώρες ατελείωτες για να προλάβουμε να καταγράψουμε το υλικό. Πώς να προλάβεις να διαβάσεις 50 γράμματα που ήταν σε ένα πακέτο, να τα αξιολογήσεις και να τα διαλέξεις; Προλάβαμε να ανοίξουμε 32 φακέλους από τους 350. Τυχαία η επιλογή. Μόνο είχαμε την αγωνία να είναι φάκελοι από τις δεκαετίες του ’40, του ’50, του ’60 και του ’70. Επίσης, επιλέγαμε όσα πακέτα ήταν πιο χοντρά, άρα είχαν περισσότερο υλικό. Οι περισσότεροι ήταν άνδρες.

Η αντίδρασή σας στο άνοιγμα ενός φακέλου;

Συγκινητική και συγκλονιστική η στιγμή που ανοίγαμε κάθε φάκελο. Σαν ανασκαφή και προσπάθεια ανάπλασης της ζωής του νεκρού ασθενούς. Να χτίσουμε την ταυτότητά του: από πού είναι, πόσων χρόνων, παντρεμένος, πατέρας, παιδί, ποιες ήταν οι συνθήκες νοσηλείας, ποια ήταν η ζωή του. Οι πληροφορίες που πήραμε μέσα από τα γράμματα ήταν πολλές: η ζωή στην επαρχία στη μεταπολεμική Ελλάδα, άποροι οι περισσότεροι από την ελληνική επαρχία. Όλοι μιλούν για τη φτώχεια. Περιγράφουν οι συγγενείς την καθημερινότητά τους στα χωριά, τις προσωπικές σχέσεις. Κάποιοι από τους ασθενείς δεν πρόλαβαν να στείλουν τα γράμματα που είχαν γράψει… Έτσι βρίσκουμε πληροφορίες για τη ζωή τους στο σανατόριο. Κάποιοι δεν είχαν χρήματα για γραμματόσημο, άλλοι δεν πρόλαβαν λόγω θανάτου, άλλοι είχαν ερωτικές επιστολές που τελικά δεν τις έστειλαν.

Το θέμα του στιγματισμού της φυματίωσης καταγράφεται στις επιστολές;

Η λέξη φυματίωση δεν αναφέρεται πουθενά στα γράμματα. Υπάρχουν επιστολές όπου η αρρώστια αγνοείται. Ρωτάνε οι δικοί τους: «Μα καλά, τι έχεις, γιατί ακόμη βήχεις;». Σε κάποιες μια μάνα που το παιδί της νοσηλεύεται απαντά στο ερώτημά του αν μπορεί να γράφει ελεύθερα: «Όχι, δεν μπορείς να γράφεις ελεύθερα, γιατί στο χωριό δεν γνωρίζουν για την αρρώστια σου». Επίσης, τους λένε οι συγγενείς να μην γράφουν στο γράμμα τη λέξη Σωτηρία, να μην αποκαλυφθεί ο τόπος που βρίσκονται. Μας είπαν πως οι συγγενείς καίγανε τα γράμματα αφού τα διάβαζαν. Για να μην μολυνθούν από τη μεταδοτική αρρώστια, να μην μαθευτεί η αρρώστια. Έτσι λέγανε ψέματα, ότι ο άνδρας έλειπε για δουλειά στην Αθήνα, πήγε στη Γερμανία μετανάστης, πέθανε από καρδιά. Αυτό επιβεβαιώθηκε όταν συναντήσαμε απογόνους τους. Δεν ξέραν την αλήθεια. Υπάρχει ένα σπαρακτικό γράμμα ενός πατέρα που γράφει στην άρρωστη κόρη του, που νοσηλεύεται ήδη εφτά χρόνια στο Σωτηρία από τα δεκατέσσερά της χρόνια: «Μην έρθεις πίσω στο χωριό, γιατί πρέπει να παντρέψουμε τον αδελφό σου». Ο φόβος του στίγματος και της κοινωνικής περιθωριοποίησης…

Φυματικοί χωρίς χρήματα για φάρμακο…

Απόγνωση. Όταν βγήκε το φάρμακο μέσα στον πόλεμο, ήταν μόνο για τον αμερικανικό στρατό. Το ελληνικό κράτος δεν παρείχε το φάρμακο δωρεάν. Βρήκαμε επιστολές ασθενών προς τον αρχιεπίσκοπο, σε συγγενείς στην Αμερική και στην Ευρώπη, στο Παλάτι, που παρακαλούν για δυο φιαλίδια φαρμάκου. Περιγράφουν στα γράμματα την κούρασή τους, τη μοναξιά τους, την έλλειψη φαγητού, την απόγνωση. Επίσης, όλοι οι συγγενείς λένε στους ασθενείς τους να κάνουν κουράγιο και τους προτρέπουν: «Όχι, μην γυρίσεις πίσω, αν είσαι ακόμη άρρωστος».

Η αναζήτηση και ο εντοπισμός συγγενών των αζήτητων νεκρών είναι εύκολη διαδικασία;

Καθόλου, γιατί πολλά τοπωνύμια έχουν αλλάξει από τη δεκαετία του ’40, τα μητρώα είναι ελλιπή, οι γυναίκες δεν καταγράφονταν εκείνη την εποχή, οι υπάλληλοι είναι διστακτικοί, δύσπιστοι για την αξιοποίηση προσωπικών δεδομένων. «Φάγαμε πολλή πόρτα». Κάποιοι επιλέγουν τη λήθη. Βρήκαμε την οικογένεια ενός παιδιού που είχε νοσηλευτεί στο Σωτηρία. Όμως η αδελφή του νεκρού παιδιού κουβαλούσε τόσο πόνο από την απώλεια, δεν ήξερε τι απέγινε ο αδελφός της, που προτίμησε να μην μάθει, να μην παραλάβει το πακέτο που βρέθηκε. Ανθρώπινο το τραύμα...

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πάσα άποψη εκφράζεται ελευθέρως από το ISTOLOGIO giorgou MOSXOU, αρκεί να μην περιέχει αήθεις χαρακτηρισμούς