«Δεν είναι στις προθέσεις μας, ούτε στις προθέσεις του ελληνικού λαού, η κυβέρνηση ειδικού σκοπού» δηλώνει η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη, σε συνέντευξή της στην εφημερίδα "Αγορά".


«Η κυβέρνηση έχει τη λαϊκή εντολή να κυβερνήσει τη χώρα προς όφελος των αδύναμων. Αυτή είναι και η ουσία της πολιτικής ρητορικής της πριν τις εκλογές, αυτή εξακολουθεί να είναι η πολιτική της στόχευση και σήμερα» αναφέρει η κ. Γεροβασίλη, σημειώνοντας πως η κυβέρνηση έχει την ευθύνη να αντιμετωπίσει την ευρωπαϊκή συγκυρία, να ξεπεράσει τον πολιτικό εγκλωβισμό, να διατηρήσει το ιδεολογικό της πρόσημο, να διαμορφώσει νέα πρότυπα διακυβέρνησης και να κάνει τα αναγκαία τακτικά βήματα.

«Δεν θα παραδώσουμε τη λαϊκή εντολή στους εκπροσώπους του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος, που προσπαθεί να μπει ξανά στο προσκήνιο από την πίσω πόρτα», προσθέτει
Στο ερώτημα αν μπορεί να αποτραπεί η διάσπαση στον ΣΥΡΙΖΑ, η κ. Γεροβασίλη απαντά ότι ο χώρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει την ικανότητα να συνθέτει μέσα από τη διαφορετικότητα των απόψεων. «Το μείγμα της πολιτικής μας, η ταυτότητα μας εξαρτά μεγάλο τμήμα της από αυτήν την εσωκομματική λειτουργία» αναφέρει και προσθέτει ότι «το νόμισμα είναι σε όλους γνωστό πως - από μόνο του- δεν αποτελεί ούτε λύση ούτε πολιτικό διακύβευμα». Στο σημείο αυτό η κυβερνητική εκπρόσωπος σημειώνει πως «η έξοδος από την ΕΕ δεν ήταν ποτέ στην πολιτική ατζέντα του ΣΥΡΙΖΑ. Η Ευρώπη των λαών, ως πεδίο πάλης για μετασχηματισμό της προς όφελος της θιγόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας και των εργαζομένων της, ήταν και είναι στο κέντρο της πολιτικής αντίληψης του κόμματός μας».

«Στόχος της κυβέρνησής μας δεν είναι οι εκλογές» αναφέρει η κυβερνητική εκπρόσωπος, σημειώνει, όμως, ότι «η σταθερότητα στη διακυβέρνηση δεν μπορεί να εξαρτάται από πρόσκαιρες τακτικές πολιτικής στήριξης αντίπαλων πολιτικών δυνάμεων, που δοκιμάστηκαν και απέδειξαν την αποτυχία τους στην υποστήριξη των λαϊκών συμφερόντων». «Θα κριθεί αν και πότε θα καταστούν αναγκαίες οι εκλογές, με δεδομένο ότι η ομαλή και στιβαρή διακυβέρνηση της χώρας είναι απαραίτητη προϋπόθεση και για την κοινωνία και για την οικονομία» λέει, προσθέτοντας πως «στη ζυγαριά δημοκρατίας - οικονομίας θα πρέπει να φροντίσουμε να προσθέτουμε ζύγια όχι μόνο στη μεριά της οικονομίας».

Στο ερώτημα αν θα πάμε σε νέα προαπαιτούμενα μέτρα για ένα δεύτερο δάνειο-γέφυρα, στην περίπτωση που δεν προλάβουμε την υπογραφή συμφωνίας ως τις 18 Αυγούστου, η κυβερνητική εκπρόσωπος απαντά πως η απόφαση της 12ης Ιουλίου είναι μια συμφωνία με προκαθορισμένες υποχρεώσεις αμφότερων πλευρών.

«Έχουμε προβεί σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες, ώστε να διευκολυνθεί η σύναψη συμφωνίας μέσα στα προβλεφθέντα χρονικά πλαίσια. Ο στόχος επίτευξης της συμφωνίας και τα προαπαιτούμενα βήματα των δύο πλευρών, χωρίς τις συνήθεις παρελκυστικές πρακτικές από την πλευρά των εταίρων είναι συμφωνημένα, δημοσιοποιημένα και δεσμευτικά για όλους» υπογραμμίζει η κ. Γεροβασίλη, ενώ στο ερώτημα αν η κυβέρνηση φοβάται περισσότερες διαρροές στην ψήφιση της συμφωνίας, δηλώνει πως «η ψήφος κάθε βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια πολυπαραμετρική πολιτική επιλογή, η οποία στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο εμπεριέχει και τη συνειδητοποίηση της ιδιαίτερα κρίσιμης -πρωτίστως για τη χώρα δευτερευόντως για την κυβέρνηση – συγκυρίας».

«Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, άσχετα αν έχουν ψηφίσει έως τώρα 'ναι' ή 'όχι' στα προαπαιτούμενα, διακατέχονται από αίσθημα ευθύνης απέναντι στον ελληνικό λαό, το συμφέρον του οποίου αγωνιούν να αφουγκράζονται και να υπηρετούν» αναφέρει η κυβερνητική εκπρόσωπος και προσθέτει: «Στην πολύ κρίσιμη ψηφοφορία για την υπερψήφιση ή μη συμφωνίας, η κοινοβουλευτική μας ομάδα εκτιμώ πως θα επιδείξει κοινωνικά γειωμένη στάση δύσκολης και υψηλής πολιτικής ευθύνης».

Ερωτηθείσα για το αν ο κ. Βαρουφάκης θα παραμείνει βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και αν κυβέρνηση θα φέρει plan B στη Βουλή, η κυβερνητική εκπρόσωπος απαντά ότι το Μαξίμου δεν παίζει και δεν φιλοδοξεί να παίξει τον ρόλο του τιμητή πολιτικών συμπεριφορών ή και επιλογών οποιουδήποτε μέλους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε, ασφαλώς, να υποκαταστήσει τις συλλογικές λειτουργίες και τις αποφάσεις της ΚΟ και των οργάνων του κόμματος, δημιουργώντας έναν αδιαφανή πόλο εκπόρευσης εσωκομματικής εξουσίας. Πολύ περισσότερο δεν προτίθεται να παρέμβει σε θεσμικές λειτουργίες του ελληνικού κοινοβουλίου.

Εξηγεί, τέλος, ότι αυτό που απασχολεί αποκλειστικά το Μαξίμου είναι οι κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες των πολιτών, πώς θα απελευθερωθεί η χώρα από τα δεσμά της λιτότητας και της ύφεσης, πώς θα δημιουργηθούν συνθήκες σταθεροποίησης και ανάκαμψης της οικονομίας, πώς θα αποκατασταθεί η κοινωνική συνοχή, πώς θα οργανωθεί και θα στηριχθεί το μείγμα υγιούς επιχειρηματικότητας και λειτουργικού δημοσίου, πώς θα επιτευχθεί η παραγωγική ανασυγκρότηση, πώς θα λειτουργήσουν αποτελεσματικά δομές κοινωνικού κράτους και κράτους δικαίου, πώς θα επανεκκινήσει η αναπτυξιακή λειτουργία σε όλα τα επίπεδα της ελληνικής κοινωνίας.