Ο Θανάσης Ροδόπουλος είναι ο στρατιώτης που αρνήθηκε να πυροβολήσει, αν και ο λοχαγός του αποσπάσματος τον απείλησε με επί τόπου εκτέλεση!
Στις 30 Μαρτίου του 1952 και ημέρα Κυριακή, στις 02.30 τα ξημερώματα, οι φύλακες στις Φυλακές Καλλιθέας, ξυπνάνε τους Μπελογιάννη, Καλούμενο, Μπάτση, Αργυριάδη (η Παππά δεν εκτελείται λόγω πρόσφατης τεκνοποίησης του παιδιού του Νίκου Μπελογιάννη μέσα στη φυλακή καθώς και ο Λαζαρίδης, λόγω του νεαρού της ηλικίας του).
(Οι κατηγορούμενοι, παρόλο που περίμεναν την εκτέλεση από μέρα σε μέρα, κοιμόνταν με τα ρούχα τους. Δεν πίστευαν ότι θα γίνει Κυριακή, γιατί δεν γίνονταν ποτέ εκτελέσεις ημέρα Κυριακή και ποτέ πριν ανατείλει ο ήλιος, κάτι που είχαν σεβαστεί ακόμα και τα Ναζιστικά στρατεύματα της Κατοχής. Η επίσπευση της εκτέλεσης οφείλεται στον φόβο των πιθανών κινητοποιήσεων υπέρ της αναβολής της εκτέλεσης).
Σύμφωνα με άρθρο του Γεώργιου Σαρρή στο ethnos.gr, την 11 Δεκεμβρίου 2019:
«Οι 4 μελλοθάνατοι επιβιβάζονται σε καμιόνι στις 03.48 από τις φυλακές Καλλιθέας με κατεύθυνση το σημερινό Πάρκο της πρώην Χωροφυλακής στην περιοχή του Γουδί. Στις 04.12, απόσπασμα 24 στρατιωτών εκτελεί τους 4 καταδικασμένους σε θάνατο υπό το φώς των προβολέων της αυτοκινούμενης φάλαγγας.
Μετά την εκτέλεση τα πτώματα μένουν φρουρούμενα στον τόπο της εκτέλεσης μέχρι τις 06.45, όπου τα παραλαμβάνει αυτοκίνητο του Δήμου και τα οδηγεί προς ταφή στο Γ’ Νεκροταφείο, αφαιρώντας έτσι το δικαίωμα στις οικογένειες των εκτελεσθέντων να τους τιμήσουν με τον «τελευταίο ασπασμό».
Στο εκτελεστικό απόσπασµα που θα αφαιρούσε τη ζωή του Νίκου Μπελογιάννη συγκαταλεγόταν και ένας καλός του φίλος, ο Θανάσης Ροδόπουλος. Εκείνη την εποχή υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία σε ένα στρατόπεδο Πεζικού, στην περιοχή της Αγίας Παρασκευής Αττικής. Στις τρεις τα ξηµερώµατα της 30ής Μαρτίου 1952, τον ξυπνάει ο αξιωµατικός, µαζί µε καµιά εικοσαριά ακόµη φαντάρους που διατάσσονται να ντυθούν ταχέως και να ανέβουν στο καµιόνι.
Σε λίγα λεπτά είχαν φτάσει στη µάντρα του νοσοκοµείου «Σωτηρία» όπου θα γινόταν η εκτέλεση. Μόλις ο Ροδόπουλος είδε τον χώρο, κατάλαβε ποιον θα είχε απέναντι στο τουφέκι του. Σάστισε. Ολοι οι φαντάροι κατέβηκαν από το όχηµα εκτός από εκείνον. «Ελα έξω, τι κάθεσαι εσύ;» θα του πει ο λοχαγός. «∆εν θα βγω» αποκρίνεται εκείνος µε έναν κόµπο στον λαιµό. Ο αξιωµατικός εκνευρίζεται. Χωρίς δεύτερη σκέψη βγάζει το περίστροφο από τη ζώνη και το στρέφει στο πρόσωπο του αντιρρησία. «Ξέρεις τι µπορώ να κάνω βάσει του στρατιωτικού νόµου αυτήν τη στιγµή, έτσι;». «Το γνωρίζω, κύριε λοχαγέ. Κάντε ό,τι νοµίζετε. Εγώ από το καµιόνι δεν βγαίνω» απαντά ο στρατεύσιµος.
Ο λοχαγός είναι φουρκισµένος, αλλά αποφασίζει να µην πατήσει τη σκανδάλη. Επειτα από µερικά δευτερόλεπτα µεγάλης έντασης, βάζει το όπλο στη θήκη και αποµακρύνεται προκειµένου να στήσει το υπόλοιπο εκτελεστικό απόσπασµα. Παραδόξως αποφασίζει να µην αναφέρει το συµβάν στους ανωτέρους και έτσι ο νεαρός δεν διώχθηκε ποτέ. Την ιστορία αφηγήθηκε ο ίδιος ο Ροδόπουλος τρεις ηµέρες µετά την εκτέλεση Μπελογιάννη, στον κινηµατογραφικό σκηνοθέτη Φώτο Λαµπρινό. Οπως του είχε εξοµολογηθεί τότε, αυτό που δεν µπορούσε να αντέξει και τον έκανε να µείνει στο φορτηγό δεν ήταν η εκτέλεση αυτή καθ' εαυτήν, αλλά το βλέµµα. Φοβόταν το βλέµµα του Μπελογιάννη στην περίπτωση που τον αναγνώριζε.
Από µικρό παιδί τον ήξερε ο Ροδόπουλος. Στα Βραχνέικα της Πάτρας όπου µεγάλωσε, η οικογένειά του είχε κρύψει για ένα χρονικό διάστηµα στο σπίτι τον καταζητούµενο τότε Μπελογιάννη. Είχαν παίξει µαζί, είχαν κάνει παρέα, είχαν κουβεντιάσει επί ώρες. Πώς θα µπορούσε τώρα να τον πυροβολήσει κατάστηθα; Τον Μάρτιο του 2017, ο γενικός γραµµατέας του ΚΚΕ, ∆ηµήτρης Κουτσούµπας, πήρε ένα όπλο από τα κεντρικά γραφεία του Περισσού και ξεκίνησε για την Αµαλιάδα. Ηταν ένα σκουρόχρωµο πιστόλι Walther του 1938. ∆εν ανήκε βέβαια στον επικεφαλής του Κοµµουνιστικού Κόµµατος, αλλά στον Νίκο Μπελογιάννη, και φυλασσόταν επί χρόνια µαζί µε τη θήκη του σε ειδική αίθουσα µε πολλά άλλα ιστορικά ντοκουµέντα.
Ο κ. Κουτσούµπας πήγε το πολύτιµο κειµήλιο στα εγκαίνια της µόνιµης έκθεσης «Νίκος Μπελογιάννης» που λειτουργεί έκτοτε στην οικία του αγωνιστή στη γενέτειρά του. Οπως εξηγούσε αργότερα στον πρωθυπουργό, που έδωσε επίσης το «παρών», το όπλο αυτό το είχε πάρει ο Μπελογιάννης «κατά την περίοδο της Κατοχής από κάποιον Γερµανό και το είχε µαζί του στον ∆ηµοκρατικό Στρατό ως πολιτικός επίτροπος». Ο κ. Τσίπρας ζήτησε να µάθει πώς έφθασε το πιστόλι στην κυριότητα του Κοµµουνιστικού Κόµµατος.
«Είναι ολόκληρη ιστορία. Το κρύβανε οι αγωνιστές και γι’ αυτό δεν πρέπει ποτέ να χαθεί. Και δεν έκρυβαν µόνο όπλα, έκρυβαν χαρτιά, προσωπικά στοιχεία και πολλά άλλα, µε τεράστιο κίνδυνο για τη ζωή τους, πόσω µάλλον αν µιλάµε για όπλα. Εκτελούνταν». Μαζί µε το Walther, ο κ. Κουτσούµπας τοποθέτησε τότε στην ειδική προθήκη και τα γάντια του Μπελογιάννη. Για την ιστορία, να σηµειώσουµε ότι το πιστόλι δεν µπορεί να το δει κάποιος σήµερα στο νεοσύστατο µουσείο. Εξετέθη µονάχα για… µερικές ώρες και αµέσως επεστράφη και πάλι στον Περισσό για λόγους ασφαλείας, όπως ειπώθηκε. Η κίνηση δεν άρεσε καθόλου στον γιο του Μπελογιάννη, που φέρει επίσης το όνοµα Νίκος.
«Ο Νίκος είναι αθώος»
Αµέσως µετά την ανακοίνωση της ποινής, ένα άλλο σηµαίνον στέλεχος του ΚΚΕ, ο διωκόµενος Νίκος Πλουµπίδης, στέλνει επιστολή στις Αρχές µε την οποία αναλαµβάνει προσωπικά την ευθύνη για τη λειτουργία των ασυρµάτων. Αναφέρει µάλιστα πως θα παραδοθεί, αρκεί να µην οδηγηθεί «ο φίλος και σύντροφός µου Ν. Μπελογιάννης» στο εκτελεστικό απόσπασµα. Μάλιστα, για να µην αµφισβητηθεί η επιστολή, αφήνει στο κάτω µέρος το δακτυλικό του αποτύπωµα. Η κυβέρνηση αρνείται να µπει σε διαπραγµατεύσεις µε έναν καταζητούµενο.
∆ύο ηµέρες µετά τη δηµοσίευση της επιστολής, ο γενικός γραµµατέας του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, από τον ραδιοφωνικό σταθµό «Ελεύθερη Ελλάδα» που εκπέµπει από το Βουκουρέστι, χαρακτηρίζει την επιστολή «µύθευµα της Αστυνοµίας», ισχυριζόµενος ότι ο Πλουµπίδης νοσηλεύεται στο εξωτερικό. Με την κίνηση, η ηγεσία του κόµµατος επέτρεψε επί της ουσίας την εκτέλεση Μπελογιάννη. Λίγο αργότερα θα καταγγείλει µάλιστα τον Πλουµπίδη ως χαφιέ της Ασφάλειας και πράκτορα του εχθρού και θα τον διαγράψει από µέλος του ΚΚΕ. Για την ιστορία, ο Πλουµπίδης θα συλληφθεί λίγους µήνες αργότερα και θα εκτελεστεί τον Αύγουστο του 1954. Ετεροχρονισµένα το κόµµα θα αντιληφθεί το λάθος του και θα τον αποκαταστήσει».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πάσα άποψη εκφράζεται ελευθέρως από το ISTOLOGIO giorgou MOSXOU, αρκεί να μην περιέχει αήθεις χαρακτηρισμούς