Η Σία Αναγνωστοπούλου στην εφημερίδα του Σαββατοκύριακου 2-3 Απριλίου και στους δημοσιογράφους Ιωάννα Δρόσου και Παύλο Κλαυδιανό
· Η συναυλία ειρήνης που διοργάνωσε η Αλληλεγγύη για Όλους δέχτηκε πολλά πυρά. Ικανοποίησε θεωρείς το στόχο της;
Ξεπέρασε το στόχο της και έδειξε τις δυνατότητες που έχουμε να δημιουργούμε γεγονότα πρώτης γραμμής. Το γεγονός ότι η Αλληλεγγύη για Όλους κατάφερε να φέρει κοντά τόσο διαφορετικούς σημαντικούς καλλιτέχνες θα ήταν από μόνο του σημαντικό. Από εκεί και πέρα, η δυναμική της συναυλίας σχετίζεται με το μήνυμα της: υπέρ της ειρήνης, κατά της ρωσικής εισβολής, στο πλευρό των προσφύγων του πολέμου. Αυτό το ξεκάθαρο στίγμα ενόχλησε την κυβέρνηση και τους παρατρεχάμενούς της που εξαπέλυσαν μία τοξική και αήθη επίθεση εναντίον των καλλιτεχνών και των διοργανωτών. Σαν να έπρεπε να απολογηθούμε δηλαδή επειδή είμαστε υπέρ της ειρήνης!
Η απάντηση σε αυτήν την επίθεση ήρθε το βράδυ της συναυλίας. Δεν είναι μόνο η παρουσία χιλιάδων ανθρώπων και ειδικά της νεολαίας. Πέτυχε και κάτι ακόμα που πρέπει να αποτιμήσουμε. Ένωσε τα νήματα των κινημάτων ειρήνης της Αριστεράς, επικεντρώνοντάς τα στο παρόν, με προοπτική το μέλλον. Είναι χαρακτηριστική η εικόνα του Χριστόφορου Ζαραλίκου να σηκώνει στη σκηνή το σύμβολο του Γρηγόρη Λαμπράκη με το σύνθημα «Ελλάς – ειρήνη», μεταφέροντάς το στο σήμερα («Ουκρανία – ειρήνη»). Το ότι είδαμε τόσους νέους ανθρώπους, μαζί με μεγαλύτερους, να τραγουδάνε τραγούδια μιας άλλης εποχής, άλλων κινημάτων μαζί με τραγούδια της νέας γενιάς. Ήταν μία στιγμή ανάτασης. Αυτή είναι η τεράστια προσφορά της τέχνης, όταν συναντιέται με κοινωνικά κινήματα και προοδευτικές πολιτικές.
· Δεν είναι η πρώτη επίθεση που δέχονται καλλιτέχνες. Πέραν του ότι λοιδορήθηκε και η συναυλία φοιτητικών συλλόγων και η Ν. Μποφίλιου που συμμετείχε, τα τελευταία δυόμιση χρόνια οι καλλιτέχνες όποτε έχουν πάρει θέση βρέθηκαν στο στόχαστρο κυβέρνησης και ΜΜΕ. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Αυτή η εποχή μου θυμίζει τη δεκαετία του ’60. Γιατί ενοχλούν οι καλλιτέχνες τόσο πολύ αυτήν την ανασφαλή κυβέρνηση; Γιατί οι καλλιτέχνες στο πλαίσιο της Ειρήνης και της Αλληλεγγύης ιστορούν τις μαρτυρίες των προηγούμενων, δυναμώνουν τη φωνή των συγκαιρινών και στέλνουν σήματα στο μέλλον. Πρόκειται για ένα βαθιά πολιτικό διάβημα που συνδέει τις μαρτυρίες και τις αναζητήσεις των προηγούμενων, των συγκαιρινών και των μελλούμενων. Την ενοχλούν λοιπόν γιατί μιλούν μία γλώσσα που δεν χωράει στον κατασκευασμένο κόσμο της λίστας Πέτσα. Η τέχνη σπάει το τείχος της σιωπής, της αναθεωρητικής προσέγγισης της Ιστορίας και τη βιτρίνα της προπαγάνδας στην οποία έχουν εθιστεί οι κυβερνώντες της Νέας Δημοκρατίας. Για αυτό τη χλευάζουν και τη λοιδορούν. Το είχαμε δει και στο κίνημα των καλλιτεχνών. Το είδαμε και πρόσφατα με κορυφαίο παράδειγμα τη χυδαιότητα του Γρηγόρη Ψαριανού που έβαλε τη σβάστικα στην αφίσα της συναυλίας. Αν ήταν ένας ιδιώτης, θα κουνούσα απλά το κεφάλι μου. Το ότι είναι σύμβουλος της κυβέρνησης και πληρώνεται από το δημόσιο ταμείο, με εξοργίζει.
· Θεωρείς ότι έχει επιβληθεί ένας σύγχρονος μακαρθισμός με αφορμή τον πόλεμο;
Σίγουρα υπάρχουν ανησυχητικές εξελίξεις. Βλέπουμε ακραίες και τραγελαφικές καταστάσεις. Το πανεπιστήμιο της Φλόριντα μετονόμασε την αίθουσα «Καρλ Μαρξ» στη βιβλιοθήκη, επειδή ήταν «ρώσος φιλόσοφος». Αυτός ο συνδυασμός άγνοιας και θράσους παραπέμπει σε μακαρθισμό! Το πραγματικό πρόβλημα όμως είναι η επιστροφή της έννοιας της συλλογικής ευθύνης: είσαι Ρώσος, είσαι υπεύθυνος για τον πόλεμο. Μεγάλοι καλλιτέχνες, μεγάλοι ρωσικοί, πολιτιστικοί οργανισμοί έχουν αποκλειστεί από τα πάντα στο όνομα ότι «υποστηρίζουν» τον Πούτιν. Ένας οξύτατος εθνικισμός είναι έκδηλος. Η λογική που κυριαρχεί είναι ότι «όποιος δεν δηλώσει ρητά –με τον τρόπο που εμείς ορίζουμε- ότι είναι μαζί μας, είναι εκτός ‘’Δύσης’’». Και απέναντι βρίσκεται η «Ανατολή» όπου δεν υπάρχουν διακρίσεις: ο εισβολέας Πούτιν εξισώνεται με τον ρωσικό λαό, τους ακτιβιστές κατά του πολέμου, τις θαρραλέες αντιπολεμικές φωνές. Σε αυτό άλλωστε το πλαίσιο, οι πρόσφυγες της «Δύσης» είναι πραγματικοί, οι πρόσφυγες από την «Ανατολή» αποτελούν απειλή για τη «Δύση».
Μπαίνουμε λοιπόν σε επικίνδυνες ατραπούς. Για αυτό ήταν σημαντική η συναυλία. Ταρακούνησε τα πάντα και κυρίως κλόνισε την εργαλειοποίηση του αντιπολεμικού αισθήματος του ελληνικού λαού εκ μέρους μιας υποκριτικής κυβέρνησης. Και για αυτό πρέπει να δούμε τα επόμενα βήματα για τη διαμόρφωση ενός φιλειρηνικού κινήματος με σαφή προσανατολισμό και έμπρακτες δράσεις αλληλεγγύης. Να ξαναδούμε όμως και ως Αριστερά τη δύναμη του Πολιτισμού.
· Γίνεται έντονη πολιτική αντιπαράθεση, ακόμα και σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων, κατά πόσο η ειρήνη είναι η σωστή πλευρά της ιστορίας. Έχουμε φτάσει σε τέτοιο επίπεδο αναθεωρητισμού;
Πράγματι, έχουμε φτάσει να θεωρείται η επιδίωξη της ειρήνης ως μέγιστο αμάρτημα! Είναι μια ανιστορική, αναθεωρητική θέση. Το να παλεύει κανείς για την ειρήνη δεν είναι συγχωροχάρτι για τον εισβολέα, αλλά ακριβώς το αντίθετο: είναι η στρατηγική μας επιδίωξη που μας επιτρέπει να καταδικάζουμε απερίφραστα τον πρωτεργάτη του πολέμου ανεξάρτητα από το όνομά του. Ειδικά για τη δική μας Αριστερά θυμίζω ότι είμασταν εκείνη η δύναμη που δεν είχε κανένα δισταγμό να καταδικάσει τη Σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν, τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, τον πόλεμο στο Ιράκ. Άρα σε μας δεν πιάνει η λάσπη ότι είμαστε επιλεκτικοί στην αλληλεγγύη μας.
Από την άλλη πλευρά, δεν υπάρχει ειρήνη αλλά μόνο στρατιωτικά μέτωπα. Η ΝΔ στήριζε τις πολεμικές επεμβάσεις και αδιαφορούσε για τους πρόσφυγες, ενώ τώρα αίφνης διεκδικεί το μονοπώλιο της ευαισθησίας. Πρόκειται για μια υποκριτική στροφή. Ας μην ξεχνάμε ότι η ΝΔ είναι εκείνη που επιλέγει τη στρατιωτικοποίηση της πολιτικής ζωής, τους εξοπλισμούς δίχως κανόνες για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, την προώθηση φθηνών διλημμάτων που θυμίζουν τον Μπους όταν έλεγε «όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας».
· Η ελληνική κυβέρνηση έκανε μια τεράστια στροφή στην εξωτερική πολιτική. Αλλάζοντας την παράδοση δεκαετιών για ενεργή ουδετερότητα και εγκαινιάζοντας μια επιθετική εξωτερική πολιτική. Τι θα καταφέρει με αυτό;
Είναι μια στροφή που μόνο προς όφελος της Ελλάδας δεν μπορεί να είναι. Έχει να κάνει με τους άμετρους εξοπλισμούς, με την άνοδο του εθνικισμού, την άνοδο της αντίληψης ότι οφείλουμε να πράττουμε ως πιστοί υπήκοοι, ως προκεχωρημένο φυλάκιο του ΝΑΤΟ. Δεν είναι αυτός ο γεωπολιτικός ρόλος της χώρας. Η Ελλάδα μπορεί να παίξει το ρόλο του παράγοντα σταθερότητας και ειρήνης όπως έκανε με τη συμφωνία των Πρεσπών. Δείτε σήμερα το παράδειγμα της Τουρκίας, η οποία εμφανίζεται ως ειρηνοποιός. Ως ο επιτήδειος ωφέλιμος που διεκδικεί το ρόλο της σταθερότητας στην νοτιανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα έχει χάσει το ρόλο της ενεργούς ουδετερότητας.
· Ποια θα έπρεπε να είναι η στάση της Ελλάδας σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία;
Η αφετηρία είναι η καταδίκη της ρωσικής εισβολής. Η Ρωσία αποσταθεροποιεί την περιοχή και παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Τα αίτια είναι σαφή αλλά δεν δικαιολογούν, σε καμία περίπτωση, την εισβολή. Απλώς φωτίζουν όλη την εικόνα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Δεν την νομιμοποιούν όμως. Δεύτερον, θα πρέπει να δείξει αλληλεγγύη στους πρόσφυγες και να στείλει ανθρωπιστική βοήθεια στον ουκρανικό λαό. Ήταν ευκαιρία, όπως είπα στην υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού, να δώσει άσυλο στους Ρώσους καλλιτέχνες και αθλητές που τάχθηκαν κατά του πολέμου και φυσικά στους ουκρανούς καλλιτέχνες. Δηλαδή, να μετατρέψουμε την Ελλάδα σε πόλο και σημείο αναφοράς με άξονα την ανάληψη πρωτοβουλιών. Η Ελλάδα πρέπει να μπορέσει μέσα στην ΕΕ να παίξει το ρόλο του σταθεροποιητικού παράγοντα. Αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει με μια κυβέρνηση που θεωρεί την Ειρήνη επικίνδυνη λέξη. Μια λέξη με απειλητικό ιστορικό, πολιτικό και πολιτισμικό βάρος.
· Οι συνέπειες του πολέμου θα είναι μακροπρόθεσμες. Ήδη διαφαίνεται να αναστέλλεται η πράσινη μετάβαση, να συρρικνώνονται τα κονδύλια για κοινωνικό κράτος και να διογκώνονται οι εξοπλιστικοί προϋπολογισμοί. Δεν διαφαίνεται να υπάρχουν κυβερνήσεις που θα διαφοροποιηθούν. Και εδώ μπαίνει πιο επιτακτικά ο ρόλος των κινημάτων και της Αριστεράς.
Όπως έγραψε ο Αριστείδης Μπαλτάς στην «Αυγή» είμαστε σε μία περίοδο που θυμίζει τις παραμονές του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Συγκρούσεις και ανταγωνισμοί των μεγάλων δυνάμεων, άνοδος του εθνικισμού, και στρατιωτικοί εξοπλισμοί, ενώ η ιδεολογική διαχείριση γίνεται με όρους Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτό συνθέτει μία εξαιρετικά δύσκολη εξίσωση που οδηγεί σε αυταρχισμό, εθνικισμό και υπερεξοπλισμούς. Δική μας δουλειά είναι η επίλυσή της. Η Αριστερά του 21ου αιώνα πρέπει να προτάξει τις έννοιες της ειρήνης, της ασφάλειας, της κοινωνικής δικαιοσύνης-ισότητας και της ελευθερίας. Το είδαμε και στην πανδημία, το βλέπουμε και τώρα. Η κοινωνική ανασφάλεια απαιτεί ως αντίβαρο προοδευτικές, αριστερές πολιτικές μακροπρόθεσμης θωράκισης και διασφάλισης των δικαιωμάτων των πολιτών. Κατά συνέπεια, να μετατρέψουμε τη συνθήκη της διακινδύνευσης σε αφετηρία για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο σταθερότητας και προοδευτικής διεξόδου.
· Είναι πολιτική επιλογή της κυβέρνησης να μην αντιμετωπίζει από τη ρίζα τους τις κρίσεις. Το έκανε στην υγειονομική κρίση, το κάνει στην ενεργειακή κρίση και φαίνεται πως έτσι θα κινηθεί και στην επερχόμενη επισιτιστική κρίση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, δίνει πειστικές απαντήσεις και προτάσεις;
Πράγματι, η κυβέρνηση είδε τις μεγάλες κρίσεις ως προσωρινές και εστίασε σε έκτακτα μέτρα και επιδόματα που και αυτά μετά από λίγο καιρό είναι ανεπαρκή. Πρόκειται για ιδεολογική επιλογή: η κυβέρνηση δεν θέλει και δεν μπορεί να συγκρουστεί με τον πυρήνα του προβλήματος. Αντί να μειώσει τα τιμολόγια του ρεύματος, επιδοτεί τον παραλογισμό των υπέρογκων λογαριασμών. Αυτό είναι επιλογή. Η δημόσια υγεία, το κοινωνικό κράτος, η σύγκρουση με τα μεγάλα συμφέροντα είναι εκτός ιδεολογικού και πολιτικού πλαισίου της ΝΔ.
Από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε κάνει σημαντικά βήματα που πατάνε πάνω στην εμπειρία του 2015-19. Ριζοσπαστική πολιτική σήμερα είναι η προγραμματική εμβάθυνση σε αυτούς τους τομείς. Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για παράδειγμα για τη δημόσια υγεία –όπως το διαπίστωσα και στην περιοδεία σε υγειονομικές δομές στην Αχαΐα με τον Ανδρέα Ξανθό- είναι ριζοσπαστικό, ρεαλιστικό και απαντά στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Τα μέτρα, από την άλλη, που προτείνουμε για την αντιμετώπιση της ακρίβειας είναι σημαντικά γιατί περιγράφουν τη δυνατότητα της πολιτικής να αντιμετωπίζει τις κρίσεις που μας απειλούν. Υπό αυτήν την έννοια, θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε την εμπειρία αυτή και να επιμείνουμε στην ανάγκη η χώρα μας να συγχρονιστεί με τις προοδευτικές αναζητήσεις γύρω από τα μεγάλα ερωτήματα της εποχής και όχι απλά να περιορίζεται στο ρόλο κομπάρσου όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή.
· Ειδικά στο ζήτημα της κλιματικής κρίσης οι υποχωρήσεις είναι τερατώδεις. Χρειάζεται επανατοποθέτηση και επανασχεδιασμός θέσεων;
Ο πόλεμος με βίαιο τρόπο μας θύμισε ότι δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις σε δύσκολα ερωτήματα, ούτε «κεκτημένα» δια παντός. Η συζήτηση για τον αριστερό, προοδευτικό κόσμο το προηγούμενο διάστημα ήταν πώς, ενόψει της πράσινης μετάβασης, θα αποτραπεί το ενδεχόμενο της ενεργειακής περιθωριοποίησης και φτώχειας. Με τον πόλεμο βρισκόμαστε πολύ πριν από την πράσινη μετάβαση. Είμαστε σε επικίνδυνη οπισθοδρόμηση: η πυρηνική ενέργεια να προωθείται ως «πράσινη ενέργεια».
Η κλιματική κρίση μας απειλεί. Αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Κατά συνέπεια, πρέπει να την εντάξουμε οργανικά στο τρίπτυχο της ειρήνης, της ασφάλειας, της κοινωνικής δικαιοσύνης-ισότητας και της ελευθερίας για το οποίο παλεύουμε. Και εδώ ο ρόλος της νέας πολιτικής οικολογίας είναι κάτι παραπάνω από αναγκαίος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πάσα άποψη εκφράζεται ελευθέρως από το ISTOLOGIO giorgou MOSXOU, αρκεί να μην περιέχει αήθεις χαρακτηρισμούς