Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2017

Παρλάτα για τη Μακρόνησο

Τι αξία έχει, λοιπόν, η εποποιία της Εθνικής Αντίστασης, αν μόνο λίγοι έχουν σήμερα δικαίωμα να την επικαλούνται; Τι αξία έχει μια μεγάλη στιγμή της Αριστεράς αν δεν μπορούμε να δείξουμε πως ταυτόχρονα είναι και μεγάλη στιγμή της πλειονότητας του λαού;


Παρλάτα για την Μακρόνησο

Κι άμα θα δεις κρυφά στο μέτωπό σου,
να λάμπει μια απαλή μαρμαρυγή
τ' αλλοτινό πεφτάστερο, σηκώσου,
να ζωντανέψεις πάλι μια πηγή
που καρτερεί στο βράχο το δικό σου
(Νίκος Γκάτσος, “Τραγούδι του παλιού καιρού”)

Του Σταύρου Παναγιωτίδη(*)


Περί δικαιωμάτων και ιδιοκτησιών ο λόγος. Με αφορμή, αυτή τη φορά, το προσκύνημα των μελών του ΣΥΡΙΖΑ στην Μακρόνησο. Και τα πυρά που εξαπολύθηκαν. Συγκεκριμένα, τα «εξ΄οικίων». Αυτά που μας έλεγαν πως δεν έχουν δικαίωμα να πατάνε στην Μακρόνησο αυτοί που «υπέγραψαν», για να τιμήσουν αυτούς που «δεν υπέγραψαν».

Παραβλέπω τον ακραίο ιστορικό αναχρονισμό και το παραληρηματικό στρίμωγμα εντελώς ανόμοιων καταστάσεων κάτω από ένα κοινό ρήμα, αυτό το γενικό «υπογράφω». Από τέτοιες κραυγές είμαστε μαθημένοι. Δεν είναι καινούριες. 

Από τότε που κρατούσαμε σαν ετοιμόσβηστο κερί το ταπεινό 3% μας, ακούγαμε τα πάντα. Ότι δεν έχουμε δικαίωμα εμείς να μιλάμε για την Αριστερά και τους αγώνες των λαών, για τον κομμουνισμό και την κοινωνική απελευθέρωση ή για το Πολυτεχνείο και το εργατικό κίνημα. 

Γιατί όλα αυτά είχαν γίνει ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον καπιταλισμό κι εμείς, λέει, αφού δεν ήμασταν υπέρ της αποχώρησης της Ελλάδας από την Ε.Ε., ήμασταν απολογητές του ιμπεριαλισμού. Αστεία συνάρθρωση επιχειρημάτων, αδυναμία αντίληψης των δυνατοτήτων αξιοποίησης της Ιστορίας και όλα βασισμένα στην άγνοια. 

Γιατί, πράγματι, η Ιστορία δεν ανήκει στους πάντες, ως πολιτική κληρονομιά. Αλλά όταν στενεύεις την ιδιοκτησία της σε ένα τόσο μικρό κομμάτι ανθρώπων, τότε της στερείς τη δυναμική που μπορεί να δώσει στην οικοδόμηση ταυτοτήτων και στην ορμή για την αλλαγή του κόσμου.

Τι αξία έχει, λοιπόν, η εποποιία της Εθνικής Αντίστασης, αν μόνο λίγοι έχουν σήμερα δικαίωμα να την επικαλούνται; Τι αξία έχει μια μεγάλη στιγμή της Αριστεράς αν δεν μπορούμε να δείξουμε πως ταυτόχρονα είναι και μεγάλη στιγμή της πλειονότητας του λαού; Και το ζήτημα είναι εδώ. Στην απόλυτη αδυναμία των σταθερών επικριτών να κάνουν αυτό που έκανε κάθε μεγάλο κίνημα και βεβαίως η Αριστερά στις πιο υψηλές της στιγμές. Να καταλαβαίνει την βασική σύγκρουση της κάθε συγκυρίας. Τα πραγματικά δίπολα. Και να μπορεί να τραβάει η ίδια η Αριστερά διαχωριστικές γραμμές με νόημα και να καλεί τον κόσμο να ταχτεί με την μία πλευρά. 

Είναι θλιβερό, λοιπόν, το ότι σήμερα κάποιοι δεν οσφραίνονται τον τοξικό αέρα που προσπαθεί να πνεύσει προς τα εδώ. Δεν βλέπουν και δεν αξιολογούν πιο ψηλά από όλα το τέρας του ιστορικού αναθεωρητισμού που κρατάει σφιχτά στην αγκαλιά του, κάτω από τα ακαδημαϊκά του ρούχα, τις νέες απολυταρχίες. Δεν βλέπουν την τάση για αποκαθήλωση της Εθνικής Αντίστασης, για καταρράκωση του ιστορικού κύρους της Αριστεράς. Δεν βλέπουν το νέο ξέπλυμα των Ταγματασφαλιτών, τον εξωραϊσμό της Χούντας. Και γι’αυτό, δεν βλέπουν την ευκαιρία να τα αλλάξουμε όλα αυτά.

Ας είναι, λοιπόν. Εμείς θα πιάσουμε την συγκυρία από τα μαλλιά. Δεν θα κοιτάξουμε από την άλλη. Θα πάρουμε στα χέρια μας την ευθύνη που καίει με φωτιά ιερή. Και θα την κάνουμε μνήμη και μέλλον. Θα βάλουμε την Ιστορία του ελληνικού λαού μπροστά. Μουσείο Μακρονήσου. Μουσείο Νίκου Μπελογιάννη. Σκοπευτήριο Καισαριανής. Και είναι ακόμη αρχή. Και θα πηγαίνουν να τα βλέπουν όλα αυτά τα σχολεία. Και θα μάθουμε στα παιδιά πώς ήταν η ζωή. Πως σε αυτή τη χώρα κάποτε, όταν αγωνιζόσουν για τη δημοκρατία, σε βασανίζανε. 

Όταν πάλευες για τον λαό, σε στήνανε στον τοίχο. Κι όταν πολεμούσες για την ελευθερία, σε λέγανε προδότη. Θα αφήσουμε την Ιστορία του λαού να μπει στις ψυχές τους. Για να αγαπήσουν τον λαό και τους αγώνες του. Για να μην χαμηλώσουν ποτέ τον πήχυ στις δικές τους ζωές. 

Εμείς, θα βάλουμε πλάτη για να φτιαχτεί μια άλλη κοινωνία. Και ξέρουμε πως απέναντι μας θα έχουμε υστερικές μαύρες φωνές ενός παρελθόντος που πασχίζει να αναστηθεί. Θα μας φωνάζουν ότι μιλώντας για την Μακρόνησο ξυπνάμε εμφύλια πάθη. 

Ας μην ακούμε μαζί τους και διάφορες παρλάτες, πως δεν έχουμε εμείς δικαίωμα να πατάμε στη Μακρόνησο, ούτε κι αν μαζί μας ήταν κι αυτοί που την έζησαν. Κι ήρθαν εκεί να βρούνε αυτό που ακόμα “καρτερεί στο βράχο”.


(*)Ο Σταύρος Παναγιωτίδης είναι υποψήφιος διδάκτωρ Ιστορίας. Ο τίτλος του κειμένου παραπέμπει στο μουσικό έργο του Θάνου Μικρούτσικου «Καντάτα για τη Μακρόνησο», σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου. 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ΑΥΓΗ της 27 Οκτωβρίου 2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πάσα άποψη εκφράζεται ελευθέρως από το ISTOLOGIO giorgou MOSXOU, αρκεί να μην περιέχει αήθεις χαρακτηρισμούς