Στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στην
Βουλή στις 29/3/2016
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, οφείλω να
εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου και τις ευχαριστίες μου στη Νέα Δημοκρατία αλλά και
το ΠΑΣΟΚ που μου έδωσαν την εξαιρετική αυτή ευκαιρία να προκαλέσω αυτή τη
συζήτηση, ώστε στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο στην Εθνική Αντιπροσωπεία, στο
επίπεδο της συζήτησης ανάμεσα στους πολιτικούς Αρχηγούς, να συζητήσουμε
επιτέλους για τη δικαιοσύνη, για τη διαφθορά, για τη διαπλοκή. Να συζητήσουμε
για το σύστημα εξουσίας που οικοδομήθηκε τα τελευταία σαράντα χρόνια και
οδήγησε τη χώρα στο χείλος της καταστροφής, στο τέλος της προηγούμενης δεκαετίας.
Να συζητήσουμε για το σύστημα πολιτικής και οικονομικής, θεσμικής, παραθεσμικής
και εξωθεσμικής εξουσίας που όχι μόνο δεν εκάμφθη, αλλά θέριεψε ακόμα
περισσότερο την περίοδο της κρίσης.
Θέλω να τους ευχαριστήσω, διότι είναι
μια συζήτηση που έπρεπε να γίνει, για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν
οι νεώτεροι, για να μην παραδοθούν στη λήθη τα έργα και οι ημέρες σας, τα έργα
και οι ημέρες, ιδιαίτερα της προηγούμενης κυβέρνησης, που ανέλαβε σε μια
περίοδο κρίσης, για να μην παραγραφούν στη συνείδηση του ελληνικού λαού οι
εγκληματικές σας ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η Νέα
Δημοκρατία, με αφορμή μια δήθεν αποκάλυψη για μια υποτιθέμενη παρέμβαση της
Κυβέρνησής μας στη Δικαιοσύνη, θεώρησε ότι θα της δοθεί η ευκαιρία να δώσει μια
παράσταση ιερής αγανάκτησης. Νόμισε ότι θα μπορέσει να δημιουργήσει θόρυβο, σε
αγαστή συνεργασία με κάποια από τα γνωστά μέσα ενημέρωσης της διαπλοκής, ώστε
να κερδίσει τις εντυπώσεις. Νόμισε ότι αυτό θα είναι ένα προνομιακό πεδίο πολιτικής
αντιπαράθεσης.
Πιστεύω ότι εδώ δεν πρόκειται για
αφέλεια. Πρόκειται για θράσος και για αλαζονεία και νομίζω ότι εδώ αρμόζει
πλήρως να ειπωθεί το «ουαί υμίν, γραμματείς κα Φαρισαίοι υποκριταί». Διότι μέσα
στη βιασύνη και την αλαζονεία σας, δεν σκεφτήκατε καν ότι με αυτόν τον τρόπο
μόνοι σας θα ανοίγατε το κουτί της Πανδώρας και μόνοι σας προκαλείτε την τύχη
σας και, πιθανόν, ένα μεγάλο πολιτικό στραπάτσο, γιατί σήμερα σε αυτή τη
συνεδρίαση θα ειπωθούν πολλά, πάρα πολλά και μαζεμένα.
Όμως, θα μου επιτρέψετε να σας κρατήσω
λίγο ακόμα σε αγωνία που, από ό,τι καταλαβαίνω, από τη στάση σας όλο αυτό το
διάστημα είχατε περισσή αγωνία. Όλες αυτές τις μέρες αυτό προκύπτει.
Περιμένατε, λοιπόν, μέρες. Ας μου
επιτρέψετε να περιμένετε λίγα ακόμα λεπτά, γιατί δεν θέλω να ξεκινήσω αυτή τη
συζήτηση και την ομιλία μου από τα πεπραγμένα των δικών σας κυβερνήσεων, αλλά
από το τι σκοπεύουμε να κάνουμε εμείς.
Θέλω να εξηγήσω την αντίληψή μας και
να περιγράψω σε αδρές γραμμές το στρατηγικό μας σχέδιο για μια πραγματικά
ανεξάρτητη και θεσμικά ισχυρή και προστατευμένη δικαστική εξουσία. Χρέος και
αποστολή της εκτελεστικής αλλά και της νομοθετικής εξουσίας, με βάση το ίδιο το
Σύνταγμα, είναι ακριβώς να εγγυάται την ανεξαρτησία, τη θεσμική κατοχύρωση, την
εύρυθμη λειτουργία και την προστασία της Δικαιοσύνης από κάθε είδους
παρεμβάσεις.
Οι παρεμβάσεις, όπως γνωρίζετε πάρα
πολύ καλά, δεν είναι μόνο ή κυρίως πολιτικές. Είναι και παρεμβάσεις από την
επιχειρηματική ελίτ, από την ολιγαρχία του χρήματος, που έχει συγκροτήσει και
εκμεταλλεύεται σε συνεργασία με την παλιά πολιτική ελίτ, κέντρα και παράκεντρα
επηρεασμού και εξωθεσμικών παρεμβάσεων.
Διότι, όσο και αν πολιτικοί,
επιχειρηματίες και λειτουργοί της Δικαιοσύνης επαναλαμβάνουν μονότονα και,
ιδίως, όταν ελέγχονται, το γνωστό κλισέ «έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στη
Δικαιοσύνη», όλοι σε αυτή τη χώρα, είτε γνωρίζουν, είτε διαισθάνονται ότι η
δικαιοσύνη δεν είναι παρά ένας βαθύτατα ταλαιπωρημένος θεσμός. Ταλαιπωρημένος
από σκάνδαλα, παρεμβάσεις, παράκεντρα εξουσίας, οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα,
παραδικαστικά κυκλώματα, συγκαλύψεις και ολιγωρίες. Ταλαιπωρημένος και από ένα
νομικό πλαίσιο δαιδαλώδες, σκοπίμως άναρχο, πολύπλοκο και κακής ποιότητας.
Είναι σε αυτό ακριβώς το σημείο όπου
πρέπει να προσεγγίσουμε το μεγάλο θεσμικό πρόβλημα, τη μεγάλη θεσμική αναπηρία
της ελληνικής Δικαιοσύνης, που είναι η πολυνομία και η κακονομία.
Έχω ξαναπεί πολλές φορές στο παρελθόν
ότι η πολυνομία και η κακονομία δεν είναι αποτελέσματα της διαχειριστικής
ανικανότητας, της άγνοιας ή της νομοτεχνικής αδυναμίας. Το ακριβώς αντίθετο
ισχύει. Η πολυνομία και η κακονομία είναι ίσως το αποτέλεσμα μιας βαθιάς γνώσης
του τρόπου, με τον οποίο λειτουργεί το κρατικό νομικό σύστημα. Είναι αποτέλεσμα
μιας βαθιάς μελέτης και μιας βιωμένης εμπειρίας νομομαθών πολιτικών του παλιού
πολιτικού συστήματος, του συστήματος εξουσίας, που θέλησαν να αξιοποιήσουν τις
γνώσεις και το νομικό τους ταλέντο για να πολλαπλασιάσουν τις τρύπες του
συστήματος, να ανοίξουν παράθυρα, πόρτες, ακόμα και πύλες, ώστε να παρακάμψουν
συνταγματικές επιταγές, τυπικούς νόμους, ακόμη και την ίδια την ποινική
τιμωρία.
Πρόκειται, λοιπόν, για μια πολύ καλά
μελετημένη και δομημένη τεχνολογία εξουσίας, που συμπληρώνεται από την
εσκεμμένη υλικοτεχνική και μισθολογική απαξίωση, μια τεχνολογία που δημιουργεί
και δικαιολογεί καθυστερήσεις, ολιγωρίες, ηθελημένες ή αθέλητες παραγνωρίσεις
και παραλείψεις, ακόμη και συγκαλύψεις, πολλές φορές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η χώρα μας
έχει φτάσει, όπως αποδεικνύει η διεθνής μελέτη που είδε πρόσφατα το φως της
δημοσιότητας, να έχει τον δεύτερο μεγαλύτερο χρόνο αναμονής για δίκη σε διεθνές
επίπεδο. Ενδεικτικά αναφέρω ότι το 2014 οι εκκρεμείς υποθέσεις στα πρωτοδικεία
της χώρας ήταν τριακόσιες σαράντα χιλιάδες, ενώ οι εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις
τον Ιούνιο του 2015 ήταν διακόσιες τριάντα χιλιάδες.
Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στα διοικητικά
δικαστήρια, καθώς τον Σεπτέμβρη του 2014 οι μη προσδιορισμένες υποθέσεις ήταν,
περίπου, διακόσιες τριάντα τρεις χιλιάδες και μετά από ένα και πλέον έτος, με
την παρούσα διακυβέρνηση, ο αριθμός αυτός έχει μειωθεί, αλλά είναι εξαιρετικά
υψηλός, είναι εκατόν ογδόντα επτά χιλιάδες υποθέσεις.
Τι αποκαλύπτουν, όμως, αυτοί οι
αριθμοί; Αποκαλύπτουν ένα χάος που αν δεν είναι σκοπίμως διαμορφωμένο, σίγουρα
είναι σκοπίμως αφημένο, διότι βόλευε κυβερνήσεις και οικονομικά συμφέροντα,
δίνοντάς τους τη δυνατότητα να «κόβουν» και να «ράβουν».
Και είναι ακριβώς αυτή η κατάσταση που
ευθύνεται για τη διάρρηξη της σχέσης εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολίτες και τη
Δικαιοσύνη και, βεβαίως, και ανάμεσα στους πολίτες και στο πολιτικό σύστημα.
Και αυτή τη σχέση εμπιστοσύνης είναι που πρέπει να επανασυγκολλήσουμε, να
επαναοικοδομήσουμε και έχουμε στόχο να αποκαταστήσουμε.
Και θα την αποκαταστήσουμε, πρώτα απ’
όλα, με συγκεκριμένες και αποτελεσματικές πολιτικές πρωτοβουλίες, που στηρίζουν
όλους εκείνους τους δικαστικούς λειτουργούς που σέβονται τον όρκο τους και,
μέσα σε αντίξοες συνθήκες, επιτελούν με αυταπάρνηση τον ρόλο και το καθήκον
τους, αυτούς τους δικαστικούς λειτουργούς που δεν χαρίζονται, που δεν
εξαγοράζονται, που δεν υποκύπτουν σε πιέσεις. Κι αυτοί θα είναι οι βασικοί
σύμμαχοι στην προσπάθειά μας.
Όλοι αυτοί πρέπει να γνωρίζουν ότι σε
κάθε τους βήμα θα έχουν δίπλα τους αυτή την Κυβέρνηση, θα έχουν τη στήριξή μας,
την ηθική, τη νομική, την υλικοτεχνική, την πολιτική.
Όμως, ταυτόχρονα, θα πρέπει να
γνωρίζουν και όσοι θέλουν να αναπαράξουν τις πρακτικές του παρελθόντος, ότι θα
μας βρουν απέναντί τους και ότι θα αξιοποιήσουμε κάθε διαθέσιμο νόμιμο μέσο,
ώστε να αποκαλύπτεται και να μη συγκαλύπτεται και να παίρνει το δρόμο της
πειθαρχικής και δικαστικής διερεύνησης κάθε παρόμοια προσπάθεια αναπαραγωγής
των πρακτικών του παρελθόντος, ώστε επιτέλους σε αυτό τον τόπο να αποδίδεται
δικαιοσύνη και να είναι τυφλή και άτεγκτη, όπως οφείλει.
Κυρίες και κύριοι της Αντιπολίτευσης,
καλό είναι να μη διαστρεβλώνετε την πραγματικότητα. Αυτή η στάση που υιοθετούμε
από την πρώτη στιγμή, αυτό το δόγμα, αν θέλετε, για την αποκατάσταση της σχέσης
εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολίτες και στη Δικαιοσύνη δεν συνιστά παρέμβαση στη
Δικαιοσύνη, αλλά είναι νόμιμη και συνταγματικά κατοχυρωμένη άσκηση των εξουσιών
και των αρμοδιοτήτων που αποδίδονται στην Κυβέρνηση, ώστε να εγγυάται την
απρόσκοπτη και εύρυθμη δικαιοδοτική λειτουργία.
Μιλήσατε το προηγούμενο διάστημα –και
μας δώσατε την αφορμή και την ευκαιρία να κάνουμε αυτή τη συζήτηση- για
παρέμβαση της Κυβέρνησης στη Δικαιοσύνη, επικαλούμενοι μια συνομιλία, μια
συζήτηση του Αναπληρωτή Υπουργού Δικαιοσύνης, του κ. Παπαγγελόπουλου, με την
Εισαγγελέα Τσατάνη για θέματα διαφθοράς. Γνωρίζετε, βεβαίως, ότι για την εν
λόγω υπόθεση, η οποία αφορά μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, διεξάγεται ήδη
πειθαρχική έρευνα για τις πράξεις και τις πιθανές παραλείψεις που οδήγησαν με
μάλλον περίεργο τρόπο τρεις σημαντικές δικογραφίες στο αρχείο.
Προκύπτουν εδώ ευλόγως τα εξής
ερωτήματα: Πρώτον, ποιος ζήτησε να διεξαχθεί αυτή η περίφημη συνάντηση για την
οποία κατηγορείτε τον Υπουργό για παρέμβαση; Ο κ. Παπαγγελόπουλος ή η
Εισαγγελέας; Όμως, ακόμα πιο πριν, ένα άλλο ερώτημα μοιάζει να είναι πιο
κρίσιμο: Πώς αλήθεια έφτασε η υπόθεση αυτή στην Εισαγγελέα Τσατάνη; Με ποια
δικονομική πρόφαση αφαιρέθηκαν από την αρμόδια Εισαγγελέα Διαφθοράς οι
δικογραφίες που αφορούσαν τον επιχειρηματία Βγενόπουλο, προκειμένου να φτάσουν
στα χέρια της κ. Τσατάνη;
Σας ρωτώ γιατί πραγματικά μου αδύνατο
να κατανοήσω -και θα ήθελα σε αυτό το σημείο τη βοήθειά σας, κυρίες και κύριοι
Βουλευτές- πώς είναι δυνατόν ο εποπτεύων την Εισαγγελία Διαφθοράς,
Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, με έγγραφό του στις 22/4/2015 να γνωμοδοτεί
ότι όλες οι υποθέσεις διαφθοράς αποτελούν αποκλειστική αρμοδιότητα του
Εισαγγελέα Διαφθοράς και μετά από οκτώ μήνες, στις 18/12/2015, ο ίδιος άνθρωπος
να γνωμοδοτεί με νέο έγγραφο ότι οι δικογραφίες στις υποθέσεις Βγενόπουλου, που
αποτελούν κατεξοχήν δικογραφίες διαφθοράς, νομίμως αφαιρέθηκαν από την αρμόδια
Εισαγγελέα.
Καταθέτω στα Πρακτικά και τις δύο
γνωμοδοτήσεις, με διαφορά οκτώ μηνών, του ίδιου ανθρώπου.
Και ρωτώ: Δεν υπάρχει εδώ μια
προφανέστατη νομική και δικονομική αντίφαση; Τι άλλαξε μέσα σε αυτούς τους λίγους
μήνες και ο ίδιος άνθρωπος αναθεώρησε ολοσχερώς την άποψή του;
Πάμε τώρα στο θέμα της περιβόητης
παρέμβασης Παπαγγελόπουλου. Ποια, αλήθεια, ήταν η παρέμβαση; Η έκφραση της
νομικής γνώμης του Υπουργού για το νομικό αυτό ζήτημα περί αρμοδιότητας; Αυτό
συνιστά παρέμβαση; Ένα νομικό ζήτημα, βεβαίως, ουδόλως αθώο, αφού, όπως
αποδείχθηκε, έχει συγκεκριμένες συνέπειες.
Είναι άλλωστε γνωστό, πια, ότι για την
υπόθεση αυτή, για την υπόθεση Βγενόπουλου, έχει ήδη εγγράφως διαμαρτυρηθεί ο
Κύπριος Υπουργός Δικαιοσύνης με επιστολή του προς τον κ. Παπαγγελόπουλο, την
οποία και καταθέτω στα Πρακτικά. Και βεβαίως, εδώ έχουμε πολύ συγκεκριμένες
καταγγελίες από την πλευρά του Κύπριου Υπουργού Δικαιοσύνης, οι οποίες
οφείλουν, αν μη τι άλλο, να διερευνηθούν.
Εξάλλου ακόμη και στελέχη της
σημερινής Αντιπολίτευσης αναδεικνύουν πλέον με ένταση τα ανοικτά ερωτήματα και
τις σκοτεινές πτυχές αυτής της υπόθεσης και ζητούν τη διερεύνησή της σε βάθος,
ώστε να διερευνηθεί πώς ακριβώς έγιναν τα πράγματα και αν υπήρξε τελικά μια επιχείρηση
συγκάλυψης. Θέλω να καταθέσω, για του λόγου το αληθές, στα Πρακτικά τόσο την
επιστολή του κ. Τσιρώνη -πρώην Βουλευτή του ΠΑΣΟΚ και Προέδρου της
Προανακριτικής Επιτροπής για το Βατοπέδι το 2010- προς τον Πρόεδρο της Βουλής,
που κάνει συγκεκριμένες αναφορές και καταγγελίες, αλλά και την ήδη δημοσιευμένη
–φαντάζομαι την έχετε διαβάσει- επιστολή του στελέχους και πρώην Βουλευτή του
ΠΑΣΟΚ του κ. Σηφουνάκη προς τη σημερινή Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, όπου υπάρχουν
αντίστοιχες καταγγελίες. Καταγγελίες που, αν μη τι άλλο, αξίζουν μια επίσημη
απάντηση, τόσο από το ΠΑΣΟΚ, όσο όμως και από την Αξιωματική Αντιπολίτευση, που
τόσο εύκολα έσπευσε να εγείρει ερωτήματα περί παρεμβάσεων της Κυβέρνησης στη
Δικαιοσύνη.
Αλλά, ξέρετε κάτι; Εγώ προσωπικά δεν
βιάζομαι. Δεν είναι ακόμη ώρα να μιλήσουμε για όλα αυτά. Θα περιμένουμε, όπως
οφείλουμε, το πόρισμα της πειθαρχικής έρευνας και να είστε βέβαιοι ότι το
πόρισμα αυτό θα έρθει. Δεν πρόκειται να περάσει, φαντάζομαι, στα μονόστηλα των
εφημερίδων. Η κοινωνία θα μάθει. Τίποτα δεν θα μείνει στο σκοτάδι.
Και μιας και μιλάμε, όμως, για
πειθαρχικά και επειδή πολύς λόγος έχει γίνει για την πειθαρχική εξουσία που
αποδόθηκε στους Προέδρους των ανωτάτων δικαστηρίων με πρόσφατη διάταξη και
κατηγορείτε, επίσης, την Κυβέρνηση ότι κι εδώ παρεμβαίνει, γιατί δίνει τη
δυνατότητα στην Πρόεδρο του Αρείου Πάγου να έχει πειθαρχική εξουσία, θέλετε να
ακούσετε ποιοι στην πολιτική και ποινική δικαιοσύνη –που γι’ αυτήν φαίνεται ότι
κυρίως ανησυχείτε- έχουν πειθαρχική εξουσία; Ας τους απαριθμήσω: Ο Εισαγγελέας του
Αρείου Πάγου, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Επιθεώρησης, οι Προϊστάμενοι Πρόεδροι
Εφετών του κάθε Εφετείου της χώρας, οι Προϊστάμενοι των Εισαγγελιών Εφετών,
δεκάδες άνθρωποι. Και με την τελευταία διάταξη απέκτησε ευλόγως πειθαρχική
εξουσία και ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου και αυτό σας ενόχλησε.
Αναρωτιέμαι, όμως, γιατί άραγε σας
ενοχλεί αυτό τόσο πολύ. Μήπως επειδή κόπτεστε για την ανεξαρτησία της
Δικαιοσύνης; Ή μήπως επειδή αυτή η συγκεκριμένη πειθαρχική αρμοδιότητα
δυσκολεύει το σύστημα, τον μηχανισμό των παρεμβάσεών σας και τις εξωθεσμικές
σας συνεννοήσεις; Τα ερωτήματα θα απαντηθούν επί της οθόνης.
Και επειδή θέλει πολύ μεγάλο θράσος
-πολύ μεγάλο θράσος!- να μιλάτε εσείς για παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, επιτρέψτε
μου να σας θυμίσω εγώ τι σημαίνει παρέμβαση στη Δικαιοσύνη από τα πρόσφατα, τα
δικά σας έργα και τις δικές σας ημέρες και, μάλιστα, τι σημαίνει
αντισυνταγματική και με τη βούλα παρέμβαση στη Δικαιοσύνη.
Σας παρακαλώ, λοιπόν, να κρατήσετε τον
αριθμό γιατί μπορεί να χάσετε το μέτρημα.
Παρέμβαση νούμερο 1: Με τον ν.
4024/2011 νομιμοποιήθηκαν μισθολογικές υπερβάσεις ύψους 30 εκατομμυρίων ευρώ
στον Οργανισμό Σχολικών Κτιρίων και τερματίστηκαν όλες οι διώξεις που είχε
κινήσει η Εισαγγελία Πρωτοδικών.
Παρέμβαση νούμερο 2: Το Νομικό
Συμβούλιο του Κράτους, στηριζόμενο στις διατάξεις των ν. 4071/2012 και ν.
4070/2013 απαλλάσσει από κάθε ευθύνη για χρέη, τις διοικήσεις όλων των
δημοτικών επιχειρήσεων, αλλά και κάθε συμβεβλημένο με αυτές ιδιώτη.
Παρέμβαση νούμερο 3: Με τον ν.
4255/2014 έπαψαν όλες οι ποινικές διώξεις που αφορούσαν τη διάθεση πόρων του
ΟΑΕΕ, του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών.
Παρέμβαση νούμερο 4: Με το άρθρο 68
του ν. 4139/2013 ορίζεται ότι δεν συνιστά δωροδοκία η απλή υλική παροχή προς
έκφραση ευγνωμοσύνης. Άκουσον-άκουσον! Δεν συνιστά δωροδοκία. Η διάταξη αυτή,
ευτυχώς, καταργήθηκε λίγο αργότερα εξαιτίας της γενικευμένης κατακραυγής.
Παρέμβαση νούμερο 5: Θα χάσετε το
μέτρημα. Με τον ν. 4046/2012 απαλλάχθηκαν από κάθε ευθύνη –ακούστε, από κάθε
ευθύνη- τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των τραπεζών και τα στελέχη της
Τράπεζας της Ελλάδος, για το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων, το διαβόητο PSI.
Παρέμβαση νούμερο 6: Με τον ν.
4141/2013 ανεστάλησαν όλες οι ποινικές διώξεις στις διοικήσεις των εταιρειών
του Δημοσίου, που ιδιωτικοποιούνται βάσει μνημονιακών δεσμεύσεων, για οφειλές
προς το Δημόσιο, προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, ασφαλιστικά ταμεία και
Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Παρέμβαση νούμερο 7: Με τον ν.
4224/2013 απαλλάσσονται τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΛΑΡΚΟ από κάθε
αστική ποινική και διοικητική ευθύνη για την πώληση περιουσιακών στοιχείων της
εταιρείας.
Με τον ίδιο νόμο –παρέμβαση νούμερο 8-
με το άρθρο 19 σταμάτησαν όλες οι ποινικές διώξεις για τα διοικητικά συμβούλια
των αγροτικών συνεταιρισμών κάθε βαθμού.
Παρέμβαση νούμερο 9: Με τον ν.
4262/2014 με το άρθρο 55 ανεστάλησαν όλες οι ποινικές διώξεις για το αδίκημα
της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο για Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου μη
κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
Κάντε ένα διάλειμμα. Μετράμε εννιά
προς το παρόν!
Όλες αυτές οι παρεμβάσεις τις οποίες
προανέφερα -και πραγματικά έχουν δημιουργήσει μια αναστάτωση στο εκ δεξιών μου
ακροατήριο- είναι πραγματικά πταίσματα μπροστά στα αίσχη που ακολουθούν ευθύς
αμέσως, κυρίες και κύριοι Βουλευτές.
Παρέμβαση νούμερο 10: Με την
πρωτοβουλία του τότε Υπουργού Δικαιοσύνης του κ. Σαμαρά, του κ. Αθανασίου,
αντικαταστάθηκε το άρθρο 263Α του ποινικού κώδικα. Το άρθρο αυτό προέβλεπε ότι
στελέχη και υπάλληλοι δημοσίων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων που επιχορηγούνται από το
Δημόσιο, σε περίπτωση σοβαρών αδικημάτων, όπως η δωροληψία ή η διασπάθιση
δημόσιου χρήματος, τιμωρούνται με αυστηρότατες ποινές, αυτές που προβλέπονται
για τους δημόσιους υπαλλήλους. Με την κατηγορία αυτή, ήταν υπόδικοι σειρά
στελεχών ιδιωτικών επιχειρήσεων και μη κυβερνητικών οργανώσεων, που λάμβαναν
αφειδώς χρηματοδοτήσεις από το ελληνικό Δημόσιο.
Η τροπολογία αυτή κατατέθηκε στις 6
Μαΐου 2014 και προέβλεπε ότι τα στελέχη ιδιωτικών επιχειρήσεων και ΜΚΟ δεν θα
τιμωρούνται πλέον όπως οι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά αντιθέτως με πολύ
ελαφρύτερες ποινές. Και αφού αυτή η αμνηστευτική διάταξη ψηφίστηκε και ίσχυσε
για μερικές μέρες, καταργήθηκε με επόμενο νόμο, με το επιχείρημα, το οποίο
εγγράφηκε στην αιτιολογική έκθεση, ότι κατατέθηκε και ψηφίστηκε κατά λάθος.
Προσέξτε, όμως: Το λάθος αυτό ήταν,
φαίνεται, για κάποιους αρκετό. Η ύπαρξη του νόμου, έστω και για μερικές μέρες,
έδινε τη δυνατότητα στους υπόδικους για τα αδικήματα να ζητήσουν να δικαστούν
με βάση αυτόν τον νόμο. Και αυτό διότι ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να
δικάζεται με τον ευνοϊκότερο νόμο που ισχύει από τη στιγμή της τέλεσης του
αδικήματος μέχρι και την ολοκλήρωση της δίκης του.
Ευτυχώς, τα ελληνικά δικαστήρια και ο
ίδιος ο Άρειος Πάγος, πολύ αργότερα όμως, χαρακτήρισαν τη διάταξη αυτή
αντισυνταγματική, σώζοντας την τιμή του ελληνικού δικαιοκρατικού συστήματος,
που οι κύριοι Σαμαράς και Αθανασίου είχαν φροντίσει να καταρρακώσουν.
Ακόμη χειρότερη, όμως, είναι η
παρέμβαση αυτή που ακολουθεί –η παρέμβαση νούμερο 11, για να μην χάνετε το
μέτρημα- που έγινε με τον ν. 4146/2013 και συγκεκριμένα με το άρθρο 78, στο
οποίο ορίζεται ότι απαλλάσσονται από κάθε ευθύνη για το αδίκημα της απιστίας οι
Πρόεδροι, τα μέλη Διοικητικών Συμβουλίων και τα στελέχη των τραπεζών, για
σύναψη δανείων πάσης φύσεως με Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή Νομικά Πρόσωπα
Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Ξέρετε περί τίνος πρόκειται, κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι; Πρόκειται για την υπόθεση των θαλασσοδανείων στα κόμματα
και ιδιαίτερα φυσικά στα κόμματα της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Και τα δύο
κόμματα αυτά ξέρετε τι είχαν βάλει ως εγγυήσεις για τα δάνεια αυτά; Τι, άραγε;
Τις μελλοντικές κρατικές χρηματοδοτήσεις.
Και εγώ ρωτώ: Είχαν διασφαλίσει με
κάποιο τρόπο το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία ότι σε αυτό τον τόπο εσαεί θα
αναπαράγεται ο δικομματισμός, ο δικομματισμός όπως τον γνωρίσαμε ως το 2012,
ότι εσαεί θα παίρνουν ποσοστά 40% και 45% και ότι εσαεί οι κρατικές
χρηματοδοτήσεις στα κόμματα θα είναι τόσο υψηλές;
Και όμως, υπήρξαν στελέχη στα διοικητικά
συμβούλια τραπεζών που το δέχτηκαν αυτό και έδωσαν δάνεια, δάνεια τα οποία
σήμερα δεν μπορούν να αποπληρωθούν. Και εν πάση περιπτώσει η νομοθετική
παρέμβαση, η οποία ψηφίστηκε και αυτή νύχτα με κάποια τροπολογία, την οποία
κατέθεσα και αυτήν στα Πρακτικά, είναι προφανές ότι εμπεριέχει δόλο. Ποιος
είναι ο δόλος; Η απαλλαγή των στελεχών των τραπεζών από τις πιθανές τους
ευθύνες για μια πρακτική, η οποία δεν δικαιολογείται κατά κανέναν τρόπο και
εκθέτει, βεβαίως, τα τραπεζικά ιδρύματα σε μη προβλέψιμους κινδύνους.
Διότι εδώ –ξέρετε- δεν έχουμε να
κάνουμε με μικροποσά. Γιατί εσείς πέρα από τη χώρα, καταφέρατε να χρεοκοπήσετε
και τα κόμματά σας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, αλλά και
με δημοσιεύματα, που ποτέ δεν διαψεύστηκαν, τα χρέη του κόμματός σας, κύριε
Μητσοτάκη, της Νέας Δημοκρατίας, ανέρχονται σήμερα στο ποσό των 210
εκατομμυρίων ευρώ. Από αυτά τα 210 εκατομμύρια ευρώ, τα 197 εκατομμύρια αφορούν
δάνεια από τράπεζες, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων έχουν ληφθεί με αυτήν την
έωλη εξασφάλιση των πιθανών μελλοντικών κρατικών χρηματοδοτήσεων, που ποτέ δεν
θα έρθουν. Και με δεδομένη τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων, φυσικά, αυτά τα
δάνεια δεν πρόκειται ποτέ να αποπληρωθούν.
Και για να μην λέτε ότι μιλάω μόνο για
τη Νέα Δημοκρατία, φαντάζομαι ότι η κ. Γεννηματά θα ξέρει ότι κάτι αντίστοιχο
ισχύει και για το ΠΑΣΟΚ. Δεν έχω πρόχειρα στοιχεία. Άλλωστε εκεί διενεργείται
και ένας έλεγχος και κάποια στιγμή φαντάζομαι ότι θα βγει στη δημοσιότητα. Τα
στοιχεία μου είναι λίγο παλαιότερα, του 2013, που μιλούσαν για 111 εκατομμύρια
ευρώ. Ποιος ξέρει σήμερα ποιο θα είναι αυτό το ύψος;
Θέλω, λοιπόν, σήμερα, κυρίες και
κύριοι συνάδελφοι, να δεσμευτώ προσωπικά ενώπιον της Εθνικής Αντιπροσωπείας –όχι
δεν ήταν αυτά, έχει και άλλα, μην βιάζεστε- ότι η υπόθεση αυτή με τα
θαλασσοδάνεια των κομμάτων σας, τη στιγμή που ο ελληνικός λαός αγωνιά, έχοντας
ένα μικρό δάνειο μιας επιχείρησης, για το τι θα έρθει να δώσει η Τρόικα, δεν
μπορεί να κλείσει μέσα σε μια νύχτα, επειδή καταθέσατε μια τροπολογία που
αθωώνει και δίνει ασυλία σε αυτούς που σας τα έδωσαν.
Οι ευθύνες, λοιπόν, αυτές θα
αναζητηθούν μέχρι κεραίας και θα αποδοθούν. Και το παιχνιδάκι αυτών των
θαλασσοδανείων στις πλάτες του ελληνικού λαού από τράπεζες, που έχουν
ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές με αίμα και θυσίες από τον ελληνικό λαό, πρέπει
να τελειώσει οριστικά, είτε τα θαλασσοδάνεια αφορούν τα χρεοκοπημένα σας
κόμματα, είτε τα θαλασσοδάνεια αφορούν κάποιους χρεοκοπημένους μιντιάρχες,
επιχειρηματίες στον χώρο του Τύπου.
Γιατί, ξέρετε, εδώ ακριβώς βρίσκεται ο
πραγματικός κόμβος του παλιού συστήματος εξουσίας που λειτούργησε σαν το
απόλυτο τρίγωνο της αμαρτίας. Οι τράπεζες τάιζαν με δάνεια τα ΜΜΕ και τα
κόμματα, τα κόμματα υποστήριζαν τις τράπεζες και τις διοικήσεις τους με λογής
εξυπηρετήσεις και, βεβαίως, τα ΜΜΕ φρόντιζαν και φροντίζουν για την υποστήριξη
του συστήματος εξουσίας που τα τρέφει. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Και την
ίδια στιγμή που αυτό το τρίγωνο λειτουργούσε απρόσκοπτα, η χώρα βυθιζόταν. Ο
λαός και η χώρα πλήρωνε και πληρώνει. Και κάποιοι, βεβαίως, έτρεφαν και
συνεχίζουν να τρέφουν χρεοκοπημένες επιχειρήσεις, ενώ η χώρα ήταν στα βράχια,
και έστελναν αφορολόγητες τις καταθέσεις τους στις Παρθένες Νήσους.
Αλλά, ξέρετε, αυτό το γαϊτανάκι πρέπει
να τελειώσει κάποια στιγμή και είμαστε αποφασισμένοι να τελειώσει σύντομα. Τις
επόμενες ημέρες η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ προτίθεται να καταθέσει
πρόταση για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, που θα διερευνήσει εξαντλητικά
τις δανειακές συμβάσεις που σύναψαν οι τράπεζες με τα πολιτικά κόμματα αλλά και
με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Διότι ο ελληνικός λαός περιμένει συγκεκριμένες
απαντήσεις γι’ αυτό το πάρτι που διεξήχθη στην πλάτη του.
Και η Επιτροπή αυτή θα διερευνήσει και
θα βγάλει πόρισμα, όχι του Αγίου Ποτέ, αλλά, το αργότερο, έως τα τέλη του Μάη,
δηλαδή μέσα σε δύο μήνες. Θα βγάλει πόρισμα, για να ξέρει ο ελληνικός λαός και
η Εθνική Αντιπροσωπεία πώς όλα τα προηγούμενα χρόνια κάποιοι στις πλάτες του
έπαιζαν παιχνίδια για να ταΐζουν τα χρεοκοπημένα τους κόμματα και τα
χρεοκοπημένα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, που στήριζαν τα χρεοκοπημένα τους κόμματα.
Και, βεβαίως, κυρίες και κύριοι
συνάδελφοι, και μόνο το θράσος που έχουν σήμερα κάποιοι να μας κουνάνε από πάνω
και το δάχτυλο, όταν συνεχίζουν να παίρνουν δανεικά δίχως εξασφαλίσεις, όταν
τολμάμε να αμφισβητούμε την αξιοπιστία και την αντικειμενικότητά τους, είναι
αρκετό για να μας οδηγήσει να επιταχύνουμε τις διαδικασίες να μπει επιτέλους
νόμος και τάξη σε αυτή τη ασυδοσία.
Όμως, μήπως οι παρεμβάσεις
εξαντλούνται;
Αν δεν κάνω λάθος, κυρίες και κύριοι
συνάδελφοι, είχαμε μείνει στην νούμερο έντεκα, διότι έρχεται και η παρέμβαση
νούμερο δώδεκα.
Και ξέρετε, η παρέμβαση -γιατί μιλάμε
τώρα για παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, ε;- νούμερο δώδεκα, έχει και την υπογραφή,
φαρδιά πλατιά, του ίδιου του Προέδρου της σημερινής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης,
του κ. Μητσοτάκη.
Πρόκειται για μια νυχτερινή
τροπολογία, που είχε κατατεθεί και αποσυρθεί τέσσερις φορές συνολικά και,
τελικά, υπερψηφίστηκε με την πέμπτη προσπάθεια στη Βουλή και, αν θυμάμαι καλά,
χωρίς καν την απόλυτη πλειοψηφία των εκατόν πενήντα ένα, αλλά με εκατόν σαράντα
τέσσερις Βουλευτές, αν δεν κάνω λάθος.
Υπήρχε, φαίνεται, πολύ μεγάλος ζήλος
για τη νομιμοποίηση των τριγωνικών συναλλαγών που πραγματοποιούσαν μεγάλοι
επιχειρηματικοί όμιλοι της χώρας. Το κόστος της τροπολογίας αυτής, πού
απάλλασσε από πρόστιμα μεγάλους ομίλους, υπολογίζεται κοντά στο ένα
δισεκατομμύριο ευρώ. Φαίνεται ότι οι προηγούμενες Κυβερνήσεις είχαν τη
δυνατότητα να κόβουν από συντάξεις, οπότε χάριζαν πρόστιμα σε μεγάλους
εταιρικούς ομίλους.
Κράτησα, όμως, για το τέλος την δέκατη
τρίτη παρέμβαση.
Η δέκατη τρίτη παρέμβαση είναι η
χειρότερη όλων των παρεμβάσεων. Διότι δεν αποσκοπούσε απλά στη διευθέτηση
κάποιας συγκεκριμένης υπόθεσης ή στην αμνήστευση κάποιου συγκεκριμένου
προσώπου, αλλά πολύ περισσότερο στόχευε στον έλεγχο του ίδιου του εκλογικού
αποτελέσματος για τον ορισμό των προϊσταμένων των Πρωτοδικείων και των Εφετείων
της χώρας.
Μιλάμε εδώ, κυρίες και κύριοι
Βουλευτές, για ευθεία παρέμβαση στο αυτοδιοίκητο των δικαστηρίων με την
τροπολογία του τότε Υπουργού Δικαιοσύνης της Κυβέρνησης Σαμαρά, του κ.
Αθανασίου, που μερικές μέρες πριν τη διεξαγωγή των εκλογών στα δικαστήρια της
χώρας, άλλαξε το εκλογικό σύστημα για να ευνοήσει τους εκλεκτούς του.
Και ξέρετε, η σχετική καταγγελία είναι
καταγγελία της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, την οποία θα καταθέσω στα
Πρακτικά και επαληθεύει, νομίζω, κάθε λέξη των λεγομένων μου. Σας διαβάζω,
λοιπόν.
Έλεγε, λοιπόν, τότε η Ένωση Δικαστών
και Εισαγγελέων: «Η αιφνιδιαστική τροποποίηση μιας τόσο σημαντικής για τον
θεσμό της αυτοδιοίκησης των δικαστηρίων διάταξης νόμου και μάλιστα ελάχιστες
μέρες πριν από τη διεξαγωγή των εκλογών δημιουργεί πλείστα ερωτηματικά. Η
καθιέρωση δύο σταυρών προτίμησης για την εκλογή του Προέδρου ή του Εισαγγελέα
αντί του ενός, όπως ισχύει μέχρι σήμερα, η οποία συνιστά αλλαγή σημαντική, που
προφανώς μπορεί να επηρεάσει το αποτέλεσμα, δημιούργησε σε όλους τους
δικαστικούς λειτουργούς την υπόνοια ότι η διάταξη θα μπορούσε να διευκολύνει τη
δημιουργία άτυπων συμμαχιών, όπως επίσης θα μπορούσε να διευκολύνει την εκλογή
ορισμένου υποψηφίου, έστω και ως Αναπληρωτή».
Και ποια σκοπιμότητα, άραγε,
εξυπηρετήθηκε από την παρέμβαση αυτή; Αυτό δεν χρειάζεται να σας το πω εγώ.
Αυτό το γνωρίζει το πανελλήνιο και, κυρίως, το γνωρίζουν όσοι βρίσκονται συχνά
πυκνά στο Εφετείο Αθηνών, ακόμη κι αν αγαπημένη τους ομάδα δεν είναι ο
Παναθηναϊκός.
Αυτές, λοιπόν, κυρίες και κύριοι
Βουλευτές, είναι πραγματικές παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη.
Αυτές είναι πραγματικές παρεμβάσεις
στη δικαιοσύνη και όχι το γεγονός ότι μία εισαγγελέας ζήτησε να συνομιλήσει με
τον Αναπληρωτή Υπουργό, αρμόδιο για τις υποθέσεις διαφθοράς, ο οποίος την
παρακίνησε να μην βάλει στο αρχείο μία υπόθεση που απασχολεί την κυπριακή δικαιοσύνη
και, φυσικά, την ελληνική κοινή γνώμη.
Αυτές είναι παρεμβάσεις, χωρίς
προσχήματα, χωρίς ντροπή και χωρίς αυταπάτες. Αυτό ήταν και το σύστημα της
συγκυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ της τριετίας 2012-2015, που σήμερα έχει
και το θράσος να κατηγορεί εμάς για παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη.
Βεβαίως, αναρωτιέται κανείς αν πρέπει
να γελάσει με το θράσος τους ή να κλάψει με την κατάντια τους, για την απύθμενη
υποκρισία και την ηθική κατάρρευση. Διότι πρέπει να ομολογήσουμε ότι –όλοι το
ξέρουν άλλωστε- πάντοτε υπήρχαν προβλήματα στη σχέση της δικαιοσύνης με την
εκτελεστική εξουσία. Πάντοτε υπήρχαν πιέσεις και παρεμβάσεις. Την τριετία,
όμως, της διακυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου χάθηκε στην κυριολεξία η μπάλα. Χάθηκε
κάθε έλεγχος. Θέριεψε ένα σύστημα παραεξουσίας, που όμοιό του δεν έχει δει η
χώρα από την αποκατάσταση της δημοκρατίας και μετά.
Ξέρετε κάτι, όμως; Οι παρεμβάσεις δεν
εξαντλούνται σε πράξεις και τροπολογίες. Πολλές φορές, ακόμη και οι παραλείψεις
αποτελούν παρέμβαση. Και οι παραλείψεις τα προηγούμενα χρόνια ήταν πολλές. Δεν
θα αναφέρω παρά ορισμένες μόνο χαρακτηριστικές.
Πρώτη και καλύτερη ήταν η παράλειψη να
παραδοθεί στον έλεγχο, στις αρμόδιες φορολογικές αρχές η περίφημη «λίστα
Λαγκάρντ». Αρχικό επιχείρημά τους ήταν ότι το ξέχασαν. Στη συνέχεια, ανακάλυψαν
μία πρόφαση, ότι δηλαδή αποτελεί παράνομο αποδεικτικό μέσο. Όταν μετά την
κατακραυγή αναγκάστηκαν να την παραδώσουν στους εισαγγελείς, οι έλεγχοι
προχωρούσαν με ρυθμούς χελώνας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι βεβαιώσεις
ποσών από τον έλεγχο της λίστας Λαγκάρντ το 2014, δηλαδή, επί συγκυβέρνησης
Σαμαρά-Βενιζέλου, ήταν μόλις 26,6 εκατομμύρια ευρώ, ενώ το 2015 οι βεβαιώσεις
ποσών έφτασαν τα 175,4 εκατομμύρια ευρώ. Μιλάμε, δηλαδή, για μία αύξηση κοντά
στο 600%. Κι εδώ, φαίνεται ποιος θέλει και ποιος δεν θέλει να χτυπήσει τη
φοροδιαφυγή και το ξέπλυμα μαύρου χρήματος στη χώρα.
Βεβαίως, ο ζήλος σας να προστατέψετε
τους φοροφυγάδες φίλους σας είναι τέτοιος που μας καταγγείλατε και από πάνω,
επειδή δώσαμε το δικονομικό εργαλείο στη δικαιοσύνη, ώστε απερίσπαστη να
ολοκληρώσει τις έρευνές της. Μιλώ, φυσικά, για την τροπολογία του Υπουργείο
Δικαιοσύνης που κλείνει μία και καλή το ζήτημα της νομιμότητας χρήσης των
λιστών ως αποδεικτικού μέσου.
Αυτό που εξοργίζει τον μέσο πολίτη
είναι αυτό που είδε πρόσφατα το φως της δημοσιότητας: Η συνειδητή σας παράλειψη
να συνεργαστείτε με τις γερμανικές αρχές για τον εντοπισμό Ελλήνων φοροφυγάδων
με καταθέσεις στην Ελβετία, παρά τη σαφή πρόσκληση του Υπουργού Οικονομικών του
κρατιδίου της Ρηνανίας-Βεστφαλίας, μία παράλειψη συνειδητή, που συμπληρώνει και
επιβεβαιώνει την εικόνα που έχω ήδη περιγράψει.
Σε αυτήν την υπόθεση, κύριε Μητσοτάκη,
το χειρότερο είναι ότι η άρνηση συνεργασίας επιβλήθηκε από το Μαξίμου και τον
τότε Πρωθυπουργό κ. Σαμαρά διά χειρός του ιδίου του Γενικού του Γραμματέα, του
κ. Μπούρα, όπως προκύπτει από την επιστολή του τότε Προξένου της Ελλάδας στο
Ντίσελντορφ.
Μιας και μιλάμε για παραλείψεις και
ολιγωρίες, είναι ανάγκη να αναφερθώ σε αυτό το σημείο και στην πραγματικά
ντροπιαστική για το πολιτικό σύστημα κατάσταση που έχει διαμορφωθεί από το
συνταγματικό εφεύρημα του άρθρου 83 του Συντάγματος για την ευθύνη των
Υπουργών.
Η αποσβεστική προθεσμία των δύο
άπρακτων κοινοβουλευτικών περιόδων πράγματι σας δικαιώνει, διότι λειτουργεί ως
πλυντήριο για τις πιθανές ευθύνες πρώην Υπουργών. Σας έχει προφυλάξει από την
εξέταση σωρείας ποινικών υποθέσεων, που ακριβώς εξαιτίας αυτής της προθεσμίας
έχουν παραγραφεί.
Συγκεκριμένα, κατά την ΙΕ΄
Κοινοβουλευτική Περίοδο, την περίοδο από τις εκλογές του Ιούνη του 2012 ως τον
Γενάρη του 2015, διαβιβάστηκαν στη Βουλή εκατόν τριάντα δικογραφίες. Την ΙΣΤ΄
Κοινοβουλευτική Περίοδο, από τον Γενάρη ως τον Ιούνη του 2015, διαβιβάστηκαν
τριάντα εννιά και την τρέχουσα έχουν ήδη διαβιβαστεί είκοσι έξι.
Με μια γρήγορη ματιά εντοπίζουμε
φερόμενους χρόνους τέλεσης των αδικημάτων το 2003, ακόμη και το 2001. Και το
ερώτημα που προκύπτει είναι: Για ποιο λόγο χρειάζεται κάτι παραπάνω από μια
δεκαετία, για να φτάσουν αυτές οι δικογραφίες στη Βουλή; Ποιος καθυστέρησε,
ποιος καθυστερεί και για ποιο λόγο;
Αλλά ξέρετε, αυτή η τεχνολογία της
λήθης πρέπει κάποια στιγμή να τελειώσει. Με πρότασή μου προς τον Πρόεδρο της
Βουλής, θα ζητήσω τη διενέργεια ελέγχου από την Επιστημονική Επιτροπή της
Βουλής του συνόλου των δικογραφιών, προκειμένου να διαπιστωθεί ο χρόνος τέλεσης
των αδικημάτων, η διάρκεια της ποινικής προδικασίας και η χρονική απόσταση
μεταξύ ποινικής δίωξης και διαβίβασης στη Βουλή από την Εισαγγελία του Αρείου
Πάγου και τον εκάστοτε Υπουργό Δικαιοσύνης. Γιατί έχουμε όλοι ευθύνη απέναντι στον
ελληνικό λαό και ο ελληνικός λαός έχει δικαίωμα να γνωρίζει. Και να ξέρετε ότι
υπάρχουν δικογραφίες που έχουν διαβιβαστεί την τρέχουσα περίοδο στη Βουλή, οι
οποίες δεν πρόκειται να απολαύσουν κανένα απολύτως ευεργέτημα.
Και φυσικά, δεσμεύομαι για άλλη μια
φορά από αυτό το Βήμα, κάτι που, εξ όσων γνωρίζω, αποτελεί και πρόταση πλέον
όλων των κομμάτων –νομίζω ότι το διατυπώσατε και εσείς χθες- ότι με τη
συνταγματική αναθεώρηση πρέπει να τελειώσει οριστικά αυτή η ντροπή του νόμου
περί ευθύνης Υπουργών και οι Υπουργοί θα πρέπει να αντιμετωπίζονται όπως κάθε
πολίτης. Γιατί στη δημοκρατία κανένας πολίτης δεν μπορεί να είναι πιο ίσος από
τους υπόλοιπους, όπως θα έλεγε και ο Όργουελ.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η
αλαζονεία και ο εξουσιαστικός φανατισμός του συστήματος που έχετε οικοδομήσει
ήταν τόσο μεγάλος και τέτοια η ασυδοσία του, που στην κυριολεξία, ειλικρινά,
πριν σχεδιάζοντας αυτή την ομιλία, αυτή την παρέμβαση, δεν ήξερα από πού να
αρχίσω και πού να τελειώσω. Διότι, εκτός από το να συγκαλύπτει και να προστατεύει
τους ευεργέτες και φίλους του, το σύστημα αυτό προκύπτει πλέον ότι ήταν το ίδιο
που σε πολλές περιπτώσεις αποτελούσε και τον ενορχηστρωτή της διαφθοράς κατά τη
διάρκεια των προηγούμενων ετών.
Άλλωστε, η περιβόητη αυτή υπόθεση του
κ. Παπασταύρου, και μάλιστα με νέα στοιχεία που βλέπουν το φως της
δημοσιότητας, αποτελεί τρανταχτό παράδειγμα που λειτουργεί ως θρυαλλίδα και
σύμβολο -εγώ θα έλεγα- του ξεπεσμού του παλιού πολιτικού συστήματος.
Σύμφωνα με έγγραφα που έχουν στην
κατοχή τους οι ελληνικές αρχές, διαβάσαμε σήμερα ότι από τις βρετανικές
Παρθένες Νήσους ο στενός συνεργάτης του κ. Σαμαρά, που από αυτό εδώ το Βήμα ένα
χρόνο πριν μας είχε πει: «Μακάρι να είχαμε άλλους δέκα τέτοιους», φέρεται να
μην ήταν απλώς διαχειριστής των λογαριασμών της λίστας Λαγκάρντ, όπως ο ίδιος
ισχυρίζεται, ούτε πληρεξούσιος άλλου επιχειρηματία.
Αντίθετα, εμφανίζεται ως δικαιούχος
του λογαριασμού και ιδιοκτήτης της offshore εταιρείας.
Εξάλλου, από την ηλεκτρονική του
αλληλογραφία με τις Παρθένες Νήσους προκύπτει ότι από το 2012 και μετά, όταν,
δηλαδή, ξεκίνησε ο έλεγχος του πόθεν έσχες του, φαίνεται να προβαίνει σε
ενέργειες, για να εμφανιστεί ως απλός διαχειριστής του λογαριασμού και όχι ως
ιδιοκτήτης.
Τα στοιχεία δε αυτά –για να μη
σπεύσετε να πείτε ξανά αυτές τις ανοησίες περί παρακράτους που σας ελέγχει-
βρίσκονται στη Βουλή. Είναι σε γνώση των μελών της Επιτροπής Πόθεν Έσχες.
Το κρίσιμο, όμως, πολιτικό ερώτημα,
κύριε Μητσοτάκη, που αφορά εσάς και όχι τον κ. Σαμαρά, που δεν καταδέχτηκε
σήμερα να παραστεί σε αυτήν τη συζήτηση, όπως δεν καταδεχόταν τόσα χρόνια να
παραστεί, είναι γιατί καλύπτετε αυτό το δίδυμο Σαμαρά-Παπασταύρου και αν θα
συνεχίσετε να το καλύπτετε.
Εγώ πραγματικά δεν κατανοώ γιατί ένας
νεοεκλεγμένος Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας δεν παίρνει αποστάσεις από το
σκοτεινό πρόσφατο παρελθόν του Κόμματός του. Ειλικρινά, δεν μπορώ να καταλάβω
-και θα ήθελα σ’ αυτό μια ειλικρινή εξήγηση- γιατί καλύπτετε τον κ.
Παπασταύρου. Τον καλύπτετε σαν να ήταν δικός σας συνεργάτης ή ακόμα περισσότερο
σαν να ήταν δικός σας συνεταίρος.
Είναι μια απορία, που καλό είναι στην
ομιλία σας να τη διαλευκάνετε, κύριε Μητσοτάκη.
Επίσης, απορίες που πρέπει να
διαλευκάνετε γεννά και η περίφημη «υπόθεση των εκβιαστών», που έχει πάρει,
βεβαίως, τον δρόμο της δικαιοσύνης, διότι, όπως αποδεικνύεται, οι σχέσεις του
κυκλώματος των εκβιαστών με τη Νέα Δημοκρατία ήταν το λιγότερο στενές σχέσεις.
Απ’ όλα όσα έχουν δει το φως της
δημοσιότητας, ότι οι σχέσεις του κυκλώματος αυτού με τη Νέα Δημοκρατία ήταν το
λιγότερο στενές, θα μπορούσε να πει κανείς.
Σας συμβουλεύω, πράγματι, αντί να
απειλείτε τους πολιτικούς σας αντιπάλους με αγωγές, επειδή σας ζητούν
εξηγήσεις, να τις δώσετε, επιτέλους, αυτές τις εξηγήσεις, κύριε Μητσοτάκη, για
τις υπηρεσίες που προσέφερε ο κ. Μουσσάς, που επί σειρά ετών ήταν σύμβουλος
στελεχών της Νέας Δημοκρατίας, στο Κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αλλά
και για το ποιες ακριβώς υπηρεσίες ήταν αυτές για τις οποίες εκδόθηκαν τα
τιμολόγια, που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, κύριοι της Νέας Δημοκρατίας,
από τον κ. Μαυρίκο. Να μας πείτε, βεβαίως, και αν υπάρχουν και άλλα τιμολόγια.
Περιμένω, επιτέλους, μια σαφή απάντηση.
Για να μη σας ταλαιπωρώ άλλο, κλείνω
αυτήν την ανατριχιαστική ανασκόπηση των πράξεων και των παραλείψεών σας, των
παρεμβάσεών σας στη Δικαιοσύνη.
Κλείνω, όμως, με μια αναφορά σε κάτι
που για εμάς είναι ίσως το σκάνδαλο των σκανδάλων, που δεν αφορά την τελευταία
τριετία της διακυβέρνησης. Ίσως είναι το σκάνδαλο της Μεταπολίτευσής. Την
τελευταία τριετία της διακυβέρνησης αφορά η συγκάλυψη. Φαντάζομαι ότι έχετε ήδη
καταλάβει τι εννοώ. Αναφέρομαι στο μεγάλο σκάνδαλο, το σκάνδαλο της SIEMENS
και στον απαράδεκτο εξωδικαστικό συμβιβασμό που υπογράφηκε ανάμεσα στο ελληνικό
δημόσιο και τη SIEMENS.
Όλοι στη χώρα γνωρίζουν τις
λεπτομέρειες αυτής της υπόθεσης. Όλοι γνωρίζουν ότι η πρώτη συγκυβέρνηση
ΠΑΣΟΚ-Νέας Δημοκρατίας με τον κ. Παπαδήμο –τότε νομίζω Υπουργός ήταν ο κ.
Σταϊκούρας- επιχείρησαν να περάσουν τον συμβιβασμό αυτόν από τη Βουλή και υποχώρησαν τελευταία στιγμή κάτω
από τη γενική κατακραυγή.
Όμως,
η Κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, απ’ ό,τι φάνηκε, δεν είχε τέτοιες ηθικές
αναστολές. Στις 23 Αυγούστου ο εξωδικαστικός συμβιβασμός κυρώθηκε από την
ελληνική Βουλή και στη συνέχεια υπογράφηκε εκπροθέσμως.
Έτσι, λοιπόν, επιχειρήθηκε να ξεπλυθεί
τόσο το πολιτικό προσωπικό που είχε εμπλοκές στην υπόθεση, όσο και η ίδια η
εταιρεία. Και θυμίζω ότι το ποσό που δέχθηκε, με βάση αυτόν τον συμβιβασμό, να
πληρώσει η γερμανική εταιρεία SIEMENS, σε ρευστό και σε
είδος, ήταν μόλις 200 εκατομμύρια ευρώ, όταν η Εξεταστική Επιτροπή της ελληνικής
Βουλής το 2010 υπολόγισε τη ζημιά του ελληνικού δημοσίου στα 2 δισεκατομμύρια
ευρώ.
Θέλω,
λοιπόν, σήμερα να ανακοινώσω στο Σώμα ότι η Κυβέρνηση προτίθεται να συστήσει
Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων και πολιτικών στελεχών, διεκδικώντας την
επαναδιαπραγμάτευση του συμβιβασμού αυτού με τη SIEMENS.
Σας
καλώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Αντιπολίτευσης, και εσάς, κύριε
Μητσοτάκη, να συμμετάσχετε σε αυτήν την Επιτροπή. Άλλωστε, οι γνωριμίες σας με
πρόσωπα και στελέχη της εταιρείας μπορεί να φανούν ιδιαίτερα χρήσιμες, ώστε να
επιτύχουμε επιτέλους κάτι καλύτερο για τον τόπο!
Ιδού, λοιπόν, η Ρόδος, ιδού και το
πήδημα! Περιμένω με αγωνία την απάντησή σας, περιμένω με αγωνία τη θετική
συμβολή σας. Να συμμετάσχετε κι εσείς σε αυτήν την Επιτροπή, ώστε, επιτέλους,
να υπάρξει κάτι θετικό γι’ αυτόν τον τόπο, μετά από σωρεία σκανδάλων όλα τα
προηγούμενα χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πάσα άποψη εκφράζεται ελευθέρως από το ISTOLOGIO giorgou MOSXOU, αρκεί να μην περιέχει αήθεις χαρακτηρισμούς