Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013

Εικόνα μας είναι και μας μοιάζει

Σκίτσο του Ηλία Μακρή από την Καθημερινή.


Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ
Ο συμβολισμός του κυβερνητικού διδύμου –ο ιππότης της ελεεινής μορφής και ο Σάντσο Πάντσα– κλείνει μέσα του την ίδια τη φύση της μεταπολίτευσης στον επιθανάτιο ρόγχο της. Τα δύο κόμματα που ανέλαβαν να διαχειριστούν τις τύχες της χώρας για σχεδόν σαράντα χρόνια, βρίσκονται μαζί λίγο πριν από την τελευταία βουτιά στην οριστική ανυποληψία και ανυπαρξία. Οι δύο άσπονδοι εχθροί-συνεταίροι της μεταπολίτευσης, που κάποτε εκπροσωπούσαν το 80% τουλάχιστον του ελληνικού λαού, βρίσκονται σήμερα να συγκροτούν μια κυβέρνηση μειοψηφίας (μεταξύ του 25-30%) σέρνοντας τον χορό του Ζαλόγγου που οδηγεί στην παραπέρα υποβάθμιση και παρακμή. 

Μέσα από μια διαδικασία συγκρούσεων και προσεγγίσεων, που κράτησαν σαράντα χρόνια, συρρικνώθηκαν τελικά στο σκληρό πυρήνα του δωσιλογισμού. Σε όλη μας τη διαχρονία το νεώτερο ελληνικό κράτος, υπήρχε και ένα 20-25% που στήριζε την τάξη, την ησυχία και την υποταγή με οποιοδήποτε τίμημα. Δωσίλογοι και ταγματασφαλίτες στην κατοχή, κρυφοί και φανεροί οπαδοί της χούντας μέχρι το 1973, οπαδοί της εκχώρησης σήμερα της διακυβέρνησης της χώρας ανοικτά στις ξένες δυνάμεις και τους Γερμανούς. Μοιάζει ως εάν το νεώτερο ελληνικό κράτος να έκανε τον κύκλο του – καθοδικό από τον Όθωνα και τη βαυαρική αντιβασιλεία, στον Σόιμπλε και την Μέρκελ.

Και το δυστύχημα είναι πως απέναντι στις δυνάμεις της υποτέλειας βρίσκεται μια κατακερματισμένη κοινωνία και μια ανίκανη αντιπολίτευση. Μια αντιπολίτευση που συνεχίζει να κινείται στο ίδιο ιδεολογικό και πνευματικό τοπίο της μεταπολίτευσης ως εάν το φίδι να δαγκώνει την ουρά του. Μιλάμε σήμερα για την «Χρυσή Αυγή» ξεχνώντας ότι τα πρώτα χρόνια της αντιπολίτευσης η ΕΠΕΝ του χουντοβασιλικών συγκέντρωνε κάποτε ανάλογα εκλογικά ποσοστά, ενώ η τότε αξιωματική αντιπολίτευση της «ελπιδοφόρου» δεκαετία του 1970 διέθετε έναν πραγματικό Ανδρέα και όχι την απομίμηση του. 

Το δυστύχημα είναι λοιπόν, πως οι Έλληνες βρίσκονται μία μόλις στιγμή πριν βουτήξουν στο χάος, πνευματικά και ηθικά ανέτοιμοι να το αντιμετωπίσουν, διότι είναι προφανές πως αυτή η κυβέρνηση είναι κυβέρνηση τέλους. Πάλι τα ίδια αστεία και τετριμμένα θα ακουστούν για την σωτηρία της χώρας, «την τελευταία προσπάθεια» όταν όλοι πια γνωρίζουν πως από υποχώρηση σε υποχώρηση, από παλινωδία σε προδοσία φθάσαμε πλέον στο τέρμα της διαδρομής των τεσσάρων χρόνων, μετά την οποία το ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό σύστημα θα έχει χάσει πλήρως την αυτονομία του και θα εξαρτάται απόλυτα από τη βούληση των μεγάλων δυνάμεων και κατεξοχήν των Γερμανών. Πλέον το εάν σε μερικούς μήνες η Ελλάδα θα έχει βυθιστεί σε μια νέα κρίση που θα σηματοδοτεί και την έξοδο από την ευρωπαϊκή ένωση και την ευρωζώνη, εξαρτάται από τις καλές προθέσεις και τους συσχετισμούς των γεωπολιτικών προθέσεων και στρατηγικών των μεγάλων δυνάμεων. Εξ ου και η κατάθλιψη, η κρίση της σχιζοφρένειας, το αδιέξοδο των Ελλήνων. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.

Το σκηνικό της παρακμής 

Όσοι από την αρχή παρακολουθούν έστω και για λίγο τις απόψεις και τις τοποθετήσεις μας θα έχουν παρακολουθήσει την αντίθεσή μας προς λαϊκίστικες επιλογές τύπου, «έξοδος από το ευρώ», «αυτόνομη πορεία εδώ και τώρα» και άλλα παρόμοια. Με επιμονή και με μεγάλη αγωνία προσπαθήσαμε να δείξουμε πως μια τέτοια επιλογή όταν δεν υπάρχει η κατάλληλη παραγωγική υποδομή, και οι ανάλογες πολιτικές δυνάμεις, και όταν ένα μεγάλο μέρος των «εταίρων μας» και ειδικά οι Γερμανοί και η βόρεια συμμαχία αυτό ακριβώς επεδίωκαν –όπως το παραδέχτηκε πρόσφατα ο Γιουνκέρ– θα ήταν σαν να θες να σβήσεις την πυρκαγιά με βενζίνη.

Και όμως όλοι γνωρίζουν πως η κύρια μέριμνα του χώρου μας υπήρξε πάντοτε η οικοδόμηση μιας χώρας και μιας κοινωνίας αυτόνομης και αυτεξούσιας. Γι’ αυτό και πολλοί μας κατηγόρησαν ότι δεν εφαρμόζουμε όλα αυτά που διακηρύσσαμε και πως θα έπρεπε να συνταχθούμε με τους οπαδούς «του ρίσκου». 

Η άρνησή μας στηριζόταν σε μια βασική σκέψη. Πως ο ελληνικός λαός, η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε μία φάση βαθύτατης παρακμής και πως δεν είχε ούτε τις οικονομικές ούτε τις πνευματικές, ούτε τις πολιτικές προϋποθέσεις για να επιχειρήσει μια τέτοια έξοδο, η οποία θα κατέληγε πιθανότατα σε νέες, ίσως και τελεσίδικες, συρρικνώσεις. Κάποιοι μιλούσαν για την φύση του Έλληνα, που μπροστά στα δύσκολα κατορθώνει να σηκωθεί και πάλι και να αντισταθεί. Ξεχνούν ωστόσο, ότι αυτή η «φύση» ήταν πάντα συνδεδεμένη με την ύπαρξη ενός παραγωγικού ιστού, αγκιστρωμένου στην αγροτική και βιοτεχνική παραγωγή, σε ένα λαό μαθημένο να ζει με τα λίγα και ικανό να αντιμετωπίσει μεγάλες προκλήσεις όπως εκείνη του έπους του ’40 και της εθνικής αντίστασης. 

Ξεχνούν λοιπόν ότι στο μεταξύ στα σαράντα χρόνια της μεταπολίτευσης, ο ελληνικός λαός ως σώμα και όχι μόνο οι ηγεσίες του, εισήλθε σε μια βαθύτατη παρακμή, έχασε την παραγωγή και τα αγροτικά στρώματα, έχασε τη βιομηχανία, έχασε την πνευματική του παράδοση, έχασε τη νεολαία που παρήγαγε σε μεγάλους αριθμούς μια ισχυρή δημογραφία (οι γιαγιάδες μας έκαναν πέντε και δέκα παιδιά). Η Ελλάδα διέθετε έναν πληθυσμό νεανικό, λιτό, παραγωγικό ενώ αντίθετα στη μεταπολίτευση έχουμε έναν πληθυσμό γερασμένο, έξω από παραγωγικές δραστηριότητες που έχει καταντήσει γκαρσόνι των ξένων τουριστών με μια νεολαία μαθημένη στον πιο άθλιο αμερικάνικο τρόπο ζωής, ακριβώς γιατί είναι μιμητικός. Μεταβληθήκαμε σε μια δουλοκτητική κοινωνία όπου οι ξένοι δούλευαν γι’ αυτήν ενώ ο  Έλληνας μεταβλήθηκε στον κύριο «εισαγόμενο». 

Αυτό λοιπόν ήταν και το μεγάλο κατόρθωμα της μεταπολίτευσης. Ό,τι ολοκλήρωσε την παρασιτική ενσωμάτωση της ελληνικής κοινωνίας στη Δύση, την οποία για αιώνες προωθούσαν οι άρχουσες ελίτ της χώρας, παρασιτοποιώντας το ίδιο το λαϊκό σώμα. Γι’ αυτό, και όταν η Δύση μπήκε σε κρίση, οι ξένοι δανειστές και τα ξένα αφεντικά, επέβαλαν τους πιο σκληρούς όρους στους υποτακτικούς τους. Και γι’ αυτό αυτοί οι υποτακτικοί δεν είχαν πραγματική δυνατότητα αντίστασης. Γιατί είναι εξαρτημένοι όπως τα πρεζάκια από το χρήμα, τις ιδέες, τον τρόπο ζωής των κυριάρχων. Γι’ αυτό, και τα αλλεπάλληλα «σχέδια Ανάν» γι’ αυτό η Ρεπούση και οι Λιάκοι, γι’ αυτό η κυριαρχία των εθνομηδενιστών στην εκπαίδευση, στον τύπο, στα κόμματα. Όλο το πασοκικό και αριστερό παραμύθι του αλώβητου λαού και της κακής δεξιάς, είναι μια απάτη και μια αυταπάτη, ένα φύλο συκής για να κρύψει την παρακμή του ίδιου αυτού του λαϊκού σώματος. 

Γι’ αυτό λοιπόν όλα αυτά τα χρόνια και στη διάρκεια της κρίσης έχουμε επιλέξει μια στρατηγική που ανταποκρίνεται σ’ αυτές τις πραγματικότητες. Αυτό το μοντέλο θα καταστραφεί αναπόφευκτα και ένας λαός κακομαθημένος από τους νταβατζήδες του θα πρέπει να ανακτήσει τα αντιστασιακά του ανακλαστικά –τα πραγματικά και όχι τα ψευδώνυμα– τα οποία είχε χάσει. Θα πρέπει να ξανασκύψει στην παραγωγή του, να επιστρέψει στην ελληνική παιδεία, να φτύσει τα τουρκοκάναλα, να αποκτήσει εκείνα τα μέσα που θα επιτρέψουν σε ένα λαό μεσήλικων να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τη νέα πραγματικότητα. 

Πολλοί αναρωτιούνται γιατί και πως δεν υπάρχουν γρήγοροι πολιτικοί και συνειδησιακοί μετασχηματισμοί όπως συμβαίνει π.χ. σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Αραβίας ή ακόμα και της γειτονικής Τουρκίας, ξεχνώντας πως η χώρα μας είναι όχι μόνο παρασιτική αλλά και γερασμένη. Και ένας λαός μεσηλίκων που έχει αποκτήσει για τουλάχιστον σαράντα χρόνια συνήθειες, πολιτικά ανακλαστικά, πνευματικές ροπές, δεν μπορεί να μετασχηματιστεί με μεγάλη ταχύτητα. Οι δε νέοι μας έχουν μάθει σε ένα τέτοιο τρόπο ζωής ώστε η πρώτη τους σκέψη είναι η μετανάστευση και η φυγή. 

Γι’ αυτό λοιπόν, δεν έχουμε εμπιστοσύνη στους διάφορους δημοκόπους που κηρύσσουν και εφευρίσκουν θαυματουργές λύσεις (κάποιος μπαρούφας υποστήριζε πρόσφατα ότι σε μια εβδομάδα μπορεί να λύσει το οικονομικό πρόβλημα όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης, δηλαδή να ανατρέψει την ιστορική τάση  της παρακμής της Δύσης έναντι της Ανατολής).

Ένας μακρύς αγώνας μετασχηματισμού 

Μία και μόνη απάντηση υπάρχει, ένας μακρόχρονος και πολυμέτωπος αγώνας, ένας αγώνας «ανταρτοπολέμου», ικανός να συγκροτήσει σταδιακά ένα νέο πνευματικό και πολιτικό υποκείμενο· από τον παλιό παρακμασμένο παρασιτικό λαό της μεταπολίτευσης να οικοδομήσει κάτι καινούργιο. Γι’ αυτό, και αγώνες όπως αυτός της ΕΡΤ, έστω και αν διεξάγεται από δυνάμεις συνδεδεμένες με το παλιό διεφθαρμένο σύστημα, είναι ένας θετικός αγώνας, γιατί μετασχηματίζει τις συνειδήσεις και τις πρακτικές των ίδιων των ανθρώπων, μετασχηματισμό χωρίς τον οποίο δεν μπορούμε στην πραγματικότητα να κάνουμε κανένα βήμα μπροστά. 

Πρέπει εμείς, οι κουρασμένοι, οι γερασμένοι, οι αλλοτριωμένοι να απορρίψουμε την παρακμή μας, μέσα από μια πικρή και επίπονη διαδικασία χτίζοντας σταδιακά ένα νέο αντιστασιακό και αγωνιστικό ήθος. Από τις Σκουριές, την ΕΡΤ, τις μικροαπόπειρες της αλληλέγγυας οικονομίας και της αλληλεγγύης όπου για την ώρα πρωτοστατεί μόνο η εκκλησία· από τη συρρίκνωση των εισαγωγών που μειώνει τον παρασιτισμό μας, την αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης· να αρχίσουμε να διαμορφώνουμε αυτό το νέο οικονομικό πρότυπο και ένα κοινωνικό υποκείμενο που θα έχει υπερβεί θετικά και όχι απλά δια της καταστροφής του, το μεταπολιτευτικό πρότυπο. Και μέσα από αυτά, μέσα από παρατεταμένους αγώνες, θα διαμορφωθούν και τα νέα πολιτικά υποκείμενα, μεταλλάσσοντας παλιές πολιτικές δυνάμεις και αναδεικνύοντας νέες. 

Έτσι λοιπόν, για όλους τους αγανακτισμένους φίλους που δεν αντέχουν το δίδυμο Σαμαρά-Βενιζέλου, που δεν αντέχουν τον Άδωνι και την Γεννηματά, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε πως εικόνα τους είμαστε και τους μοιάζουμε. Το ότι πλέον δεν τους αντέχουμε είναι ένα θετικό βήμα, μόνο που πρέπει να ξέρουμε πως αποτελούν ένα κομμάτι του εαυτού μας που πρέπει να πετάξουμε. Το ερώτημα είναι πότε και πως θα αναδείξουμε κάτι ριζικά διαφορετικό στη θέση τους. Και αυτό θέλει κόπο, δουλειά, οργάνωση των λαϊκών στρωμάτων και όχι βέβαια ονοματοδοσίες, Ερνέστους και Σλαβόϊ. 

Κατανοούμε, και είναι φυσικό άλλωστε, πως απέναντι στο κυβερνητικό άγος οι άνθρωποι ψάχνουν λύσεις με βάση αυτά που υπάρχουν. Ωστόσο, αν θέλουμε να είμαστε αποτελεσματικοί θα πρέπει να υποχρεώσουμε και τις αντιπολιτευόμενες πολιτικές ηγεσίες σε περισσότερη σοβαρότητα, περισσότερη επαφή με τον τόπο τους και την ιστορία του. Θα πρέπει να τους υποχρεώσουμε να αρχίσουν να ξεφεύγουν οι ίδιοι από τα φθαρμένα κλισέ και το διεφθαρμένο παραγοντίστικο τρόπο με τον οποίο γινόταν η πολιτική στην μεταπολίτευση σε όλους τους χώρους, σε όλα τα ιδεολογικά μήκη και πλάτη. Θα πρέπει ο λαός, να μετασχηματίσει την απόρριψη και την αηδία του σε νέες θετικές και δημιουργικές προτάσεις. Θα πρέπει να υποχρεώσει τον εθνομηδενιστικό πυρήνα της μεταπολιτευτικής Αριστεράς να χαθεί στα μετόπισθεν και να αναδείξει τις πατριωτικές και αυτόκεντρες φωνές.

Στο μεταξύ θα έχουμε τους κυβερνήτες και τις αντιπολιτεύσεις που μας ταιριάζουν. Καθόλου τυχαία εξάλλου, όλοι ψάχνουν αυτά τα χρόνια τη χαρισματική προσωπικότητα που θα εφεύρισκε ως εκ θαύματος κάποια λύση. Πιστεύω πλέον να κατάλαβαν πως οι μεγάλες προσωπικότητες αναδεικνύονται και από λαούς που έχουν ξεπεράσει την παρακμή τους. Διαφορετικά ακόμα και όσες υπάρχουν είναι υποχρεωμένες να τρώνε το βρώμικο ψωμί που φτιάχνουν οι φούρνοι μας. 

Πρέπει λοιπόν να κρατήσουμε τα θετικά από τούτη την κρίση. Μια κρίση που ξεγύμνωσε ακόμα περισσότερο την μνημονιακή εξουσία, οδηγεί στην εξαφάνιση το εθνομηδενιστικό thinktank της μεταπολίτευσης –λέγε με ΔΗΜΑΡ– και προπαντός ανέδειξε νέες αντιστάσεις στην ελληνική κοινωνία μέσα από το κίνημα της ΕΡΤ, ενώ αποκαθήλωσε οριστικά και τελεσίδικα τον Αντώνη Σαμαρά, αποδεικνύοντας πως είναι από την ίδια πάστα με τον παλιό του συμφοιτητή. Η κυβερνητική παρέα της μεταπολίτευσης πνέει τα λοίσθια. Και η Νέα Δημοκρατία θα έχει σύντομα την τύχη του ΠΑΣΟΚ. 

Είμαστε υποχρεωμένοι, πολλαπλασιάζοντας τις προσπάθειές μας, να αγωνιστούμε για τη διαμόρφωση νέων εναλλακτικών πολιτικών προτάσεων που θα έχουν συνείδηση των διακυβευμάτων. Και αυτό όπως δείξαμε απαιτεί τον ίδιο τον δικό μας μετασχηματισμό. Σε μια τέτοια βάση, μπορούμε και το οικονομικό μας πρόβλημα να επιλύσουμε, πατώντας στις δικές μας δυνάμεις, και αν χρειαστεί να φύγουμε από το ευρώ, να επιλέξουμε εμείς πότε θα το κάνουμε.
 26-6-2013    

Υ.Γ Και πάνω από όλα απαιτείται μια πνευματική επανάσταση που θα απαγορεύει στους αλητήριους νταβατζήδες των ΜΜΕ να αποχαυνώνουν καθημερινά έναν λαό που έχει ανάγκη από θετικά πρότυπα. Προφανώς, δε ως πρώτο βήμα, πρέπει να απαιτήσουμε μια νέα ΕΡΤ, από τους ίδιους τους δημοσιογράφους, που ελπίζουμε ότι η συμμετοχή τους σε αυτό τον αγώνα, θα τους κάνει να έλθουν πιο κοντά στον ελληνικό λαό και τις αγωνίες του, θα τους κάνει να πάψουν να παίζουν μονόχορδα το παιγνίδι του συστήματος, πνίγοντας κάθε άλλη φωνή. Εξάλλου, έχουν πάψει πλέον να είναι προνομιούχοι και ελπίζω να αποδείξουν πως άξιζαν τη συμπαράστασή μας.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πάσα άποψη εκφράζεται ελευθέρως από το ISTOLOGIO giorgou MOSXOU, αρκεί να μην περιέχει αήθεις χαρακτηρισμούς