Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2013

Γιατί ένα δυνατό τραγούδι, μια φρέσκια φωνή δεν έρχεται και τώρα να μας ξεσηκώσει;

Γ. Σαββίδης, πρόεδρος ΠΟΕΣΥ


Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΑΒΒΙΔΗ
 Τα μεσάνυχτα κάθε Πρωτοχρονιάς, παίζοντας «31» στο οικογενειακό τραπέζι με φουντούκια ή αμύγδαλα και καρύδια, βάζαμε στοίχημα με τίνος συνθέτη τραγούδι θα ξεκινήσει η νέα χρονιά στο ραδιόφωνο. Με του Θεοδωράκη ή του Χατζιδάκι; Τέλειωνε η δεκαετία του ’50 και πολλά σπίτια διέθεταν ραδιοφωνικές συσκευές. Τα πικ-απ δεν είχαν ακόμα διαδοθεί κι ο κόσμος διασκέδαζε με το ραδιόφωνο. Στις γειτονιές τα σπίτια άνοιγαν διάπλατα τα παράθυρα κι αντηχούσε όλη μέρα το τραγούδι. Κάθε είδους τραγούδι.
Ήμασταν όλοι μαγεμένοι με πολλές άξιες φωνές. Δυνατές ή γλυκιές, παράξενες ή ξεχωριστές. Όλοι στήναμε αυτί στη φωνή της Σοφίας Βέμπο, της Δανάης, της Νικολαΐδου, της Ζαχά, της Χατζοπούλου, του Αττίκ, του Γούναρη, του Πολυμέρη, του Μανιατάκη, του Μακούλη, του Πατέτσου, του Παναγόπουλου κι ακόμα πιο παλαιών ή νεότερων. Σίγουρα μου ξεφεύγουν κάποια άξια ονόματα λόγω μνήμης, αλλά και από την ανυπομονησία να αναφερθώ στη Μαρία Κάλλας.
Την άκουσα το ’55 στην Επίδαυρο, στη «Μήδεια», και με μάγεψε. Την άκουσα αργότερα κι άλλες φορές και γέμισα δίσκους με τις άριές της. Για 2-3 χρόνια, πριν μας αρπάξουν για καλά οι Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Ξαρχάκος, Μαρκόπουλος και οι «μαθητές τους» (Λοΐζος, Λεοντής, Μαρουδής, Μούτσης, Διον. Σαββόπουλος, Ηλίας Ανδριόπουλος και άλλοι), ήμουν καθημερινός θιασώτης της Λυρικής Σκηνής, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, αναζητώντας τη λυρική τελειότητα, όπως την πρωτοδιδάχτηκα μαθητής στην Επίδαυρο με την Κάλλας και επίσης στο ρεμπέτικο, στις λαϊκές ταβέρνες της Δραπετσώνας, του Κερατσινίου και της Κοκκινιάς.
Γεμίσαμε τότε για καλά με τις φωνές των Καζαντζίδη, Μπιθικώτση, Χιώτη, Γαβαλά, Ζαμπέτα στις πενιές των Βαμβακάρη, Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Μητσάκη και άλλων σπουδαίων λαϊκών συνθετών και οργανοπαικτών. Για ποιον και για ποια να πρωτομιλήσεις; Για τον Σουγιούλ, τον Κωνσταντινίδη, τον Πλέσσα, τον Μωράκη, τη Λίντα, τη Χρυσάφη, την Κούρτη, τη Βλαχοπούλου, τη Μαρινέλλα και τόσα πολλά άλλα ιερά ονόματα του πενταγράμμου; Και μετά ήρθαν η Φαραντούρη, ο Νταλάρας, ο Μητσιάς, ο Σταμάτης Κραουνάκης, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και για πολλά χρόνια ξεχωριστός ο Μητροπάνος, όταν ο Θάνος Μικρούτσικος άναψε φωτιές στα μυαλά μας.
Με τέτοια τραγούδια και τέτοιες φωνές γεμίσαμε με έρωτες και δοθήκαμε μέχρι θανάτου στους αγώνες. Τα δημοτικά τραγούδια και τα νησιώτικα ήταν για τη γενιά μου πότε θούριος (15%, 114, δημοκρατία) και πότε υπεκφυγή (χούντα). Πέρα από τους πολύ σπουδαίους συνθέτες μας, του έντεχνου τραγουδιού, αυτό που συνέδεε τη μια γενιά με την άλλη (μέχρι τις μέρες μας) ήταν το ρεμπέτικο τραγούδι και το ροκ, παρά τις προσπάθειες των πολυεθνικών εταιρειών να αραιώσουν το σφιχτό μουσικό μείγμα των νέων μας με σαχλές ξένες επιτυχίες του συρμού.
Πάντα ξεπηδάει από μέσα μας ένας Βαμβακάρης, ένας Τσιτσάνης, μια Ίμα Σουμάκ, μια Εντίθ Πιαφ, ένας Πρίσλεϊ , ένας Τζόνι Χολιντέι, μια Μπίλι Χολιντέι, ένας Μπομπ Ντίλαν, μια Τζόαν Μπαέζ, μια Κατερίνα Βαλέντε, ένας Υβ Μοντάν, ένας Χάρρυ Μπελαφόντε, η Δαλιδά, ο Σινάτρα, οι Μπιτλς, οι Ρόλινγκ Στόουνς, για να ηρεμήσουν τα μουσικά πράγματα με το κύρος της τεράστιας προσφοράς τους. Και τα δικά μας αυτιά ακόμα τα χαϊδεύουν οι φωνές του Πάριου, της Χαρούλας, της Γαλάνη, της Γλυκερίας, της Μαριώς, της Τσανακλίδου, της Πρωτοψάλτη, της Βίσση, του Τσέρτου, του Κορακάκη, του Αλκίνοου, του Δημητράτου και πολλών άλλων αγαπημένων μας τραγουδιστών.
Πώς όμως έκλεισαν οι ουρανοί; Γιατί ένα δυνατό τραγούδι, μια φρέσκια φωνή δεν έρχεται και τώρα να μας ξεσηκώσει; Να μας οδηγήσει; Αρχίζουν και πάλι οι μεγάλοι αγώνες, κρίσιμοι κι αποφασιστικοί, και για την ώρα μιλάμε μόνο για τη Νατάσα Μποφίλιου, τον Ζαχαρία Καρούνη και την Ειρήνη Τουμπάκη. Άλλοι;

(Από την στήλη του Γ. Σαββίδη «Στο και πέντε» στην ΑΥΓΗ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πάσα άποψη εκφράζεται ελευθέρως από το ISTOLOGIO giorgou MOSXOU, αρκεί να μην περιέχει αήθεις χαρακτηρισμούς