Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

Η εν Πάτραις συμμορία του «μαύρου χρυσού» στα χρόνια της ιταλικής Κατοχής

Βαρέλια πετρέλαιο μεταφερόμενα διά θαλάσσης.


Πως έκλεβε τα καύσιμα των καταχτητών μία ομάδα Πατρινών σε συνεργασία με τον Ιταλό πλωτάρχη!

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΔΗΜ. ΜΟΣΧΟΥ

ΜΙΑ ΑΚΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΟΧΙΚΗΣ περιόδου μας την αφηγείται ο Αντώνης Πριονάς. Παιδί της Κατοχής, που έζησε την πείνα, του έχουν μείνει χαραγμένες στο νου πράξεις αρπαγή από τους Ιταλούς κατακτητές για την εξοικονόμηση των προς το ζην. Μας την αφηγείται με ενάργεια και μας μεταφέρει στο κλίμα των ημερών, όσο μπορεί αυτό να είναι δυνατόν, διότι η απόσταση των 70 χρόνων από τότε δεν είναι αμελητέος χρόνος. Χωρίς πολλές περιστροφές ας ακούσουμε την αφήγησή του.   
«Αυτή η κατοχική ιστορία έχει πρωταγωνιστές τον Ιταλό πλωτάρχη Τζίνο, υπεύθυνο διαχειριστή των εν γένει καυσίμων των ιταλικών δυνάμεων, την Ελληνικά φίλη του και δημιουργό, έπειτα από προτροπή του Πατρινού αρχηγού Γιάννη Καραχάλιου, τους ιδιοκτήτες συνεργείου αυτοκινήτων αδελφούς Νικόλαο και Μιχάλη Μπονάνο και τον τεχνίτη Αλέκο, επίσης του συνεργείου αυτοκινήτων Ανδρ. Συνοδινού, τον Αδαλόπουλο παντοπώλη, τον Νίκο Φωτίου ιδιοκτήτη κουρείου στην οδό Μαιζώνοςκαι τον Αλέκο Χόνδρο, ο οποίος είχε κτήμα και κάρα  κοντά στο Σκαγιοπούλειο, που εκτός από μέσα μεταφοράς, είχε και αρκετό χώρο για την απόκρυψη του από εγκληματική ενέργεια προερχόμενου προϊόντος, καθώς και έναν διευθυντά Νομαρχίας!
Ιδιαίτερα δε, ο Μιχάλης  Μπονάνος και ο Νίκος Φωτίου είχαν και άλλες δραστηριότητες, που όταν περνάω από τον σιδηροδρομικό σταθμό Αγ. Ανδρέου, τρέμω στην σκέψη πως ενδεχομένως θα μπορούσαν να είναι ακόμη εκεί οι κατακτητές και να με αντιληφθούν οι Ιταλοί, γι αυτό που έκανα με συνένοχους άλλους Ιταλούς και αρπάξω καμιά διακοσαριά χρόνια από το διαρκές δικαστήριο της Ναυπάκτου. (Σ.σ.: αυτό το δικαστήριο, μετά την κατάρρευση της Ιταλίας, όταν ανέλαβαν οι Γερμανοί  το έστησαν στην Πάτρα). Επόμενο είναι ότι λεπτομέρειες δεν γνωρίζω, γιατί εγώ θελήματα έκανα και ότι άρπαζε το αυτί μου θυμάμαι, γιατί στη δεδομένη περίπτωση, είχαν γίνει πάρα πολλές αρπαγές.
Πάντως εκείνο που έμαθα ήταν ότι Γερμανοί μετά την φασιστική κατάρρευση βρήκαν τις αποθήκες να μην είναι γεμάτες όπως υπολόγιζαν. Ήσαν σχεδόν κενές.
Ο Τζίνο είχε υποχρεώσεις γιατί η Ελληνίδα γκόμενα ήταν αδηφάγος. Με το ένα χέρι τα έπαιρναν, με το άλλο τα έδιναν σε αυτή και γι αυτό ο αρχηγός Γιάννης Καραχάλιος ζούσε πλουσιοπάροχα με σχεδόν καθημερινό μενού τα παϊδάκια, εν μέσω κατοχικής πείνας στον κόσμο. Τώρα εάν αυτά τα παϊδάκια ήσαν από αρνάκι ή από κανά σκυλάκι, αυτό είναι άγνωστο.
Γι αυτό τον υποψιάστηκε η φασιστική αστυνομία Μιλίτσια και έπειτα από κάποια προδοσία, λόγω ερωτικής αντιζηλίας, τα πράγματα πήραν άλλη τροπή.
Ιταλική ταυτότητα πατρινού τραυματία.
Η τότε κατοχική κυβέρνηση είχε καταφέρει να αγοράζει κάποια ποσότητα υγρών καυσίμων από τους Ιταλούς, με χρήματα των καταναλωτών, όπως πετρέλαιο για παραγωγής φωτισμού από το Θερμικό εργοστάσιο και βενζίνη για κίνηση οχημάτων μεταφοράς προϊόντων, για φρούτα, τα οποία κατανάλωναν περισσότερο οι αρχές Κατοχής. Και αυτά τα καύσιμα παραχωρούνταν έπειτα από εντολή (διατακτική) της Νομαρχίας Αχαϊοήλιδας, που ήταν αρμόδια για τα περεταίρω.
Εδώ όμως ισχύει το γνωστό «αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες». Ο Αδαλόπουλος είχε την ευθύνη για τη διανομή του πετρελαίου  στους μπακάληδες, ο Χόνδρος για τη μεταφορά και το κρύψιμο των αμαρτωλών υπόλοιπων στο κτήμα του στο Σκαγιοπούλειο, ο Μπονάνος και ο Συνοδινός για τη βενζίνη εφ’ όσον επισκεύαζαν ίσως και ιταλικά αυτοκίνητα,   ο Φωτίου ο κουρέας εύρισκε πελάτες για όσους χρησιμοποιούσαν αυτά τα είδη και εγώ σε διάφορες άλλες επικίνδυνες δουλειές.
Πάντως άσχετα από κάθε άλλη σκέψη, κατά βάθος αυτή η δράση ήταν ευεργετική για το νομό μας, δεδομένου ότι τα είδη αυτά ήταν δυσεύρετα και η κλοπή τους είχε ποινή όπως της κατηγορίας πυρομαχικών.
Λόγω, λοιπόν ερωτικής αντιζηλίας, το ανέφερα πιο πάνω, συνελήφθη ο Νίκος Μπονάνος προφανώς ως ύποπτος κακοδιαχείρισης των καυσίμων, επειδή σε έλεγχο παρατηρήθηκαν ατασθαλίες, ξυλοκοπήθηκε αγρίως από τη Μιλίτσια, αλλά δεν μαρτύρησε κανέναν.
Δεν γνωρίζω -γιατί ο πεπονηρευμένος Τζίνο είχε φροντίσει για τα δέοντα- και λόγω της φιλίας του με τον Γιάννη Καραχάλιο, τον ερωτιάρη, ο δεύτερος συνελήφθη προς ανάκριση και εφυλακίσθη σε αποθηκούλα  καραμπινιερίας κλεισμένη με ένα λουκετάκι, στην οδό Υψηλάντου, πίσω από το κτίριο της παλιάς Ασφάλειας στην Κανακάρη, σε οίκημα που τώρα γκρεμίσθηκε για να φτιάξουν πολυκατοικία –ας μάθουν οι νεώτεροι ότι κατά την Κατοχή είχαμε τέσσερις αστυνομίες, τρία λιμεναρχεία, δύο τελωνεία.
Το απόγευμα του πήγα φαγητό μέσα σε μια πετσέτα φαγητού. Ανεβαίνω επάνω στο διώροφο οίκημα, φωνάζω, αλλά απόκριση καμία. Σημειωτέο ότι αυτό το οίκημα ήταν γεμάτο όπλα αραβίδες στους οπλομαστούς και πολυβόλα κατά γης. Αρχίζω να γκαρίζω, οπότε ακούω μία φωνή από κάπου:
- Τι θες;
- Έφερα το φαγητό και θα περιμένω να πάρω την πετσέτα, είπα.
- Ai fagoulo, voi, e, mpoutzoniero, e, sougamana! Είναι η απάντηση που παίρνω. Δηλαδή  Άντε πηδήξου εσύ, ο κρατούμενος και η πετσέτα.
Οπότε καταλαβαίνω ότι είναι Ιταλός αυτός που μου μιλά και του απαντώ:
- Bai bene (πολύ καλά).
Δεν έκανα φυσικά ότι μου πρότεινε, αλλά δίνω μία γερή σπρωξιά στην πορτούλα, κλωτσιά που ξήλωσε το λουκετάκι και όπου φύγει – φύγει.
Επόμενο ήταν να φύγω από το κουρείο του Φωτίου, που άλλωστε ήταν και γιάφκα του ΕΑΜ, αφού το μεταξύ και το Δ΄ Γυμνάσιο που πήγαινα σχολείο μετά το κουρείο που δούλευα, μεταφέρθηκε τέρμα Αράτου. Ο λόγος ακόμη ήταν ότι χάλαγα τα παπούτσια μου, χρήματα δεν έπαιρνα και έβαζα και το κεφάλι μου στο τράστο.
Τον Καραχάλιο τον ξαναείδα όταν τον επισκέφτηκα σχεδόν ετοιμοθάνατο από φυματίωση. Ήθελα να μάθω λεπτομέρειες.
- Κάθισε να φάμε, μου λέει και τα λέμε.
Είχε παϊδάκια, έκανε φαίνεται υπερτροφία. Δυστυχώς δεν κάθισα, φοβόμουν ότι ήταν από σκύλο. Παιδική προκατάληψη ήταν, αλλά φοβούμουν κιόλας, λόγω της ασθένειάς του μην κολλήσω. Και έτσι δεν μου λύθηκε η απορία. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πάσα άποψη εκφράζεται ελευθέρως από το ISTOLOGIO giorgou MOSXOU, αρκεί να μην περιέχει αήθεις χαρακτηρισμούς