Μέρος της Κ.Ο. της ΕΔΑ του 1958. |
Η ιστορική αναγκαιότητα της πολιτικής συμμαχιών
Του ΜΙΧΑΛΗ ΛΥΜΠΕΡΑΤΟΥ(*)
ΤΟ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ της 17ης Ιουνίου 2012 ήταν ταυτόχρονα μια τεράστια επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ και
μια μερική αποτυχία του αντιμνημονιακού μετώπου. Αποτυχία με την έννοια ότι
μπόρεσαν και σχημάτισαν κυβέρνηση οι δυνάμεις του Μνημονίου, συρρικνώθηκε τμήμα
των αντιμνημονιακών δυνάμεων που ανήκε στον δεξιό χώρο (Ανεξάρτητοι Έλληνες)
και αποσπάστηκε μάλλον τελεσίδικα από αυτές η φερόμενη ως τμήμα τους, η ΔΗΜ.ΑΡ.
Η εξήγηση της πραγματικότητας αυτής μπορεί ως επί
το πλείστον να αποδοθεί στον παράγοντα εκείνο που καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τις
εξελίξεις: την πορεία της πολιτικής συμμαχιών που επιχειρήθηκαν. Η ιστορία
απέδειξε ότι η σημασία του γεγονότος αυτού είναι καθοριστική, αν και συνήθως η
αξιολόγησή τους ως παράγοντα διαμόρφωσης της πολιτικής σκηνής είναι ελλιπής,
ιδίως από τμήμα των δυνάμεων της Αριστεράς.
Πράγματι, σε όλες τις ιστορικές περιπτώσεις όπου η
Αριστερά δημιούργησε τις προϋποθέσεις για ευρεία μαζική απεύθυνση και
διεκδίκησε ηγεμονική θέση στην πολιτική σκηνή ήταν όταν υλοποίησε πολιτικές
συμμαχιών στο πλαίσιο ειδικών στιγμών κορύφωσης της ταξικής πάλης. Το πιο χαρακτηριστικό
παράδειγμα ήταν βέβαια το ΕΑΜ και ο τρόπος που υλοποίησε αυτές τις πολιτικές με
δυνάμεις που, αν και είχαν ανύπαρκτη ιστορία μαζικής απήχησης, στο πλαίσιο της
απουσίας των παραδοσιακών αστικών κομμάτων κάλυψαν επαρκέστατα το κενό,
απελευθερώνοντας κοινωνικές δυνάμεις που αναζητούσαν πολιτική έκφραση πέραν της
κομμουνιστικής Αριστεράς. Και οι δυνάμεις αυτές αποδείχθηκαν απαραίτητες στην
επίτευξη του αντιστασιακού ενεργήματος.
Πέρα, όμως, από το ΕΑΜικό παράδειγμα και μετέπειτα
στιγμές του εργατικού κινήματος το επιβεβαιώνουν. Ο ΔΣΕ συρρίκνωσε τα περιθώρια
επιβίωσής του όταν, ιδίως μετά τα 1948, απομονώθηκε από τους πρώην συμμάχους
του, πολλοί από τους οποίους δεν απέρριψαν αρχικά το εγχείρημά του ως δύναμη
πίεσης για την πολιτική αποκατάσταση της Αριστεράς, αλλά αντέδρασαν τελικά στην
κρίση στόχων του ΔΣΕ μετά τη συγκρότηση της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης
στα τέλη του 1947.
ΚΑΤΑ ΑΝΑΛΟΓΟ
ΤΡΟΠΟ η πορεία της ΕΔΑ συνδέθηκε με
αυτές τις πολιτικές συμμαχιών. Παρά τη φιλολογία του «τι Πλαστήρας, τι Παπάγος»,
σε πείσμα των προκλήσεων με τις δολοφονίες Μπελογιάννη, Γαβριηλίδη, Νικηφορίδη
και των συντρόφων τους, τη διάλυση της νεολαίας της και την επιβολή του
πλειοψηφικού, η ΕΔΑ επέμεινε σχεδόν μέχρι τέλους στην πολιτική των συμμαχιών
και γι' αυτό αντιπαρήλθε την πολιτική της απομόνωση και εξασφάλισε το 10% των
ψήφων στα 1952.
Εκεί, όμως, που η πολιτική των συμμαχιών έδειξε τι
μπορούσε να αποδώσει ήταν με την προϊούσα πορεία της ΕΔΑ ως αξιωματικής
αντιπολίτευσης στα 1958. Ήδη στις εκλογές του 1956 ήταν εμφανή τα αποτελέσματα:
η «Εθνική Κίνηση Αλλαγής», εγγεγραμμένη στη λογική έστω και εκλογικών
συμμαχιών, υπολογίζεται ότι απέφερε στην ΕΔΑ ένα ποσοστό λίγο κάτω από 20%. Το
βήμα για το ποσοστό του 24,4% στα 1958 ήταν αναμενόμενο. Ήταν τότε ακριβώς που
η ΕΔΑ κατέστησε τις συγκλίσεις που επιχείρησε σε κεντρικό παράγοντα της
πολιτικής διαδικασίας. Αν και το εγχείρημα αντιμετώπισε τη φοβία των συμμάχων,
ωστόσο συνέτεινε ώστε να διεμβολιστεί το Κέντρο από το οποίο επιχειρήθηκε να
αποσπαστούν τα μικρότερα κεντρώα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Μάλιστα, ακόμα και
με τον Σπ. Μαρκεζίνη, αρχηγό του Κόμματος των Προοδευτικών, που φιγουράριζε ως
ο πόλος διαμόρφωσης ενός αντικαραμανλικού μετώπου, ενεπλάκη σε συνεννοήσεις η
ΕΔΑ, ώστε να παρέμβει στις συγκλίσεις που εκκολάπτονταν και διαστρέβλωναν τη
φύση της κοινωνικής αντιπαράθεσης.
ΑΝ ΚΑΙ ΠΟΛΥ
ΣΥΝΤΟΜΑ το εγχείρημα αποδείχθηκε
ατελέσφορο, ωστόσο αποδυνάμωσε την επιδίωξη να καταστεί ο μετριοπαθής
κεντροδεξιός χώρος εκπρόσωπος της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Μάλιστα, τον
διέσπασε, όπως χαρακτηριστικά εκφράστηκε με τον χαιρετισμό στην κεντρική
προεκλογική συγκέντρωση της ΕΔΑ στην Αθήνα του Στ. Μερκούρη, βουλευτή του
Συναγερμού στα 1952 και υποψηφίου της ΕΡΕ στα 1956. Το αποτέλεσμα αυτής της
τακτικής ήταν η ΕΔΑ να αντιπαρέλθει τους περιορισμούς των εκλογικών νόμων, να
καταστεί αξιωματική αντιπολίτευση, να υποσκελίσει το Κόμμα των Φιλελευθέρων
αλλά και να εξασφαλίσει ισχυρή παρουσία ακόμα και στις μεσοαστικές και
αγροτικές περιοχές της χώρας που μέχρι τότε ήταν απροσπέλαστες.
Και μπορεί να υποθέσει κανείς ότι οι
κεντροαριστερές αυτές συγκλίσεις συρρίκνωσαν τους κοινωνικοπολιτικούς
προσανατολισμούς της ΕΔΑ, όμως Αμερικανοί, παλάτι και κατασταλτικές δυνάμεις
είχαν τελείως διαφορετική γνώμη. Μετά το εκλογικό αποτέλεσμα ο στρατός
προετοίμαζε πραξικόπημα, η CIA εξέταζε να εξαγοράσει πολιτικές δυνάμεις που
συνομιλούσαν με την ΕΔΑ, η αμερικανική πρεσβεία μεθόδευε να πιέσει την
κυβέρνηση Καραμανλή να την κηρύξει παράνομη, οι κατασταλτικές δυνάμεις να
καταστήσουν αβίωτη τη ζωή των αριστερών ψηφοφόρων.
ΆΛΛΩΣΤΕ, ΟΙ
ΔΙΩΞΕΙΣ που επακολούθησαν, έχοντας
χαρακτήρα πολιτικού πογκρόμ (εκρήξεις, εμπρησμοί, δολοφονίες, συλλήψεις,
απαγορεύσεις συγκεντρώσεων, εκτοπισμοί, φυλάκιση του Μ. Γλέζου), ήταν στην
ουσία τμήμα της αστικής απάντησης στην πολιτική συμμαχιών της ΕΔΑ. Γιατί είχαν
ως κύριο στόχο τους συμμάχους και τις επιρροές της ΕΔΑ και λιγότερο τα ίδια τα
μέλη και τους οπαδούς της. Πράγματι, έναν χρόνο μετά στις δημοτικές του 1959
απέδωσε το σχέδιο αποσύνδεσης της ΕΔΑ από τις επιρροές της. Η αναγόρευση τμήματος
των κεντρογενών βουλευτών της σε «Δημοκρατική Ένωση» και η απουσία έντονων
διεργασιών με τους «συμμάχους» κατέστησε αναμενόμενο το γεγονός ότι στα 1959
δεν εξέλεξε δήμαρχο σε κανέναν από τους μεσαίους επαρχιακούς δήμους εκτός από
τη Μυτιλήνη όπως και σε κανέναν από τους 5 μεγάλους δήμους της περιφέρειας
(Πάτρα, Βόλο, Λάρισα, Καβάλα, Ηράκλειο). Είναι ενδεικτικό ότι στη Λάρισα
εκλέχτηκε δήμαρχος της Δεξιάς, ο Δ. Χατζηγιάννης, πρώην σύμμαχος της ΕΔΑ στα
1954. Μάλιστα, ακόμα και στους περιφερειακούς δήμους της Αθήνας που είχε στις
εκλογές του 1958 τη συντριπτική πλειοψηφία (Κερατσίνι, Νίκαια) υπέστη
συρρίκνωση. Αντίθετα, η ΕΔΑ παρουσίασε άνοδο στη Θεσσαλονίκη και τον Πειραιά
(Παπαηλιάκης, Ντεντιδάκης) και σταθεροποίησε το ποσοστό της στην Αθήνα (Αγ.
Τσουκαλάς) εκεί όπου διαφύλαξε τις συμμαχίες της. Η εξέλιξη αυτή ήταν η απαρχή
της προϊούσας υποχώρησης των δυνάμεών της και το πάνω χέρι σύντομα ανέλαβε η
Ένωση Κέντρου.
ΚΑΙ ΑΝ ΤΟΤΕ Η
ΑΠΟΤΥΧΙΑ των συμμαχικών πολιτικών προήλθε
από την πίεση ανακτόρων, αμερικανών, κρατικού μηχανισμού και αστικού κόσμου,
στις εκλογές του 2012 προήλθε σε μεγάλο βαθμό και από την αδυναμία της
Αριστεράς, πλην του ΣΥΡΙΖΑ, να κατανοήσει ότι στις ειδικές συνθήκες μιας
μετωπικής επίθεσης του κοινωνικού αντιπάλου η Αριστερά δεν έχει άλλη λύση παρά
να αντιτάξει το δικό της μέγιστο των δυνάμεων, δηλαδή την ενότητά της. Δεν
είναι τυχαίο ότι οι συσχετισμοί άλλαξαν όταν τέθηκε ανοιχτά η πρόταση μιας
ευρείας πολιτικής συμμαχίας των δυνάμεων της Αριστεράς με κατάληξη μια
ενδεχόμενη κυβέρνησή της. Όταν, όμως, διαψεύστηκε η δυνατότητα αυτών των
συμμαχιών, την ίδια ακριβώς στιγμή ο αστικός κόσμος πήρε την πρωτοβουλία.
Μάλιστα, κατά τη διάρκεια των διερευνητικών εντολών κατόρθωσε να μετατοπίσει τη
θεματική της αντιπαράθεσης στην κατεύθυνση της δήθεν αναγκαιότητας σχηματισμού
κυβέρνησης, επενδύοντας στην αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ να υλοποιήσει τις συμμαχίες
που υποσχέθηκε. Να σημειωθεί ότι στα 1958 η ΕΔΑ για να δελεάσει τον Μαρκεζίνη
του παραχώρησε ακόμα και τη μελλοντική πρωθυπουργία.
ΑΥΤΟ ΠΟΥ
ΕΔΕΙΞΕ Η ΚΑΤΑΛΗΞΗ των πραγμάτων
μετά τις εκλογές του Ιουνίου ήταν ότι η άρθρωση της πολιτικής των συμμαχιών της
Αριστεράς δεν κατόρθωσε να υπερβεί τις αδυναμίες της: δεν είχε καταστεί επαρκής
μια σύνθεση των επίσημων πολιτικών λόγων της με τα κοινωνικά κινήματα που
γέννησε η αντιπαράθεση με το Μνημόνιο, σε συνδυασμό με ανεπάρκειες στη
δρομολόγηση μαζικών διαδικασιών κινήματος. Έλειπε, επίσης, και η έμπρακτη
παροχή αποδείξεων ότι οι σχέσεις συμμαχίας που διεκδικήθηκαν θα μπορούσαν να
αποκτήσουν και οργανωτικά χαρακτηριστικά. Το συμμαχικό μόρφωμα του ΣΥΡΙΖΑ το
επιχείρησε ανολοκλήρωτα, αφού δεν ανέδειξε επαρκώς την προοπτική της παραγωγής
ενός μαζικού λαϊκού κινήματος. Αντίθετα, προσχώρησαν στη λογική αυτή κυρίως
στελέχη προερχόμενα από τα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας, δίνοντας λαβές στην
εντύπωση ότι οι συγκλίσεις θα εξαντλούνταν στη συγχώνευση αυτή. Την ίδια στιγμή
συντελέστηκε πολύ δειλά η αποστασιοποίηση από την εποχή της «εωρο-λαγνείας»,
τότε που την ηγεμονία διέθεταν στον Συνασπισμό οι δυνάμεις εκείνες που τώρα
βρίσκονται στη ΔΗΜ.ΑΡ. Η προσέγγιση μαζί της χωρίς σαφείς όρους και με αμυντικό
τρόπο δικαιολόγησε τις αιτιάσεις των καλοθελητών για πιθανή ασυνέπεια στις
αντιμνημονιακές στρατηγικές.
ΌΜΩΣ,
ΣΥΣΤΑΤΙΚΟ ΡΟΛΟ στην αποτυχία
των πολιτικών συμμαχίας παίζει η αδυναμία να τεθούν οι όροι τους «από τα κάτω».
Το πεδίο ήταν τελείως απρόσφορο στο μέτρο που δεν έχουν διαρραγεί οι
περιχαρακώσεις των δυνάμεων της Αριστεράς. Ιδίως όταν η ηγετική ομάδα του ΚΚΕ,
εμφορούμενη από προβλήματα προσανατολισμού, στα πρόθυρα μιας αριστερίστικης
λογικής, τρομοκρατήθηκε από τις ενδεχόμενες εσωκομματικές επιπτώσεις λόγω της
ασάφειας της ίδιας της στρατηγικής της. Σύμπτωμα ενός οικονομισμού που αποδίδει
στην κρίση μεταφυσικές ικανότητες ανακλαστικής πολιτικοποίησης ή σε συνάρτηση
με την αμετροέπεια να υπερεκτιμάς τις διαθεσιμότητες των μαζών με μοναδικό
κριτήριο των ακτιβισμό της «πλατείας». Ιδίως όταν δεν εξηγείται γιατί δεν είχε
συνέχεια, ενώ η μέση διάρκεια των απεργιών που προέκυψαν και αποτελούν το
ασφαλέστερο δείγμα γραφής, όπως άλλωστε και η πυκνότητά τους, ήταν πολύ χαμηλή.
Μάλιστα, όταν δεν προέκυψε μια εκτεταμένη διάρρηξη των παλιών συνδικαλιστικών
σχέσεων εκπροσώπησης.
___________________
(*) Ο Μ. Λυμπεράτος είναι
Ιστορικός, εντεταλμένος
διδασκαλίας στο ΠΜΣ του Παντείου
Πανεπιστημίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πάσα άποψη εκφράζεται ελευθέρως από το ISTOLOGIO giorgou MOSXOU, αρκεί να μην περιέχει αήθεις χαρακτηρισμούς